«Κίνδυνος-Θάνατος». Η πόρτα λέει πάνω για κίνδυνο και θάνατο, μην πας να την ανοίξεις. Εγώ για ‘σένα το λέω, μην πας και σκοτωθείς από αφέλεια και βλακεία. Γιατί αφέλεια είναι, όταν ξέρεις πόσο ακαριαίος είναι ο θάνατος, αν σε χτυπήσει το απροσδόκητο στο δόξα πατρί. Εκεί που είχες κλείσει το δεδομένο σου, γυρνάς το χερούλι και βρίσκεις στη θέση του κάτι άλλο διαφορετικό.

Ωραίοι είμαστε όλοι μας. Βρίσκεται κάποιος που φέρει την αρετή του εκφραστικού, του δοτικού, του σίγουρου για ‘σένα. Τότε αυτός ο κάποιος παύει να ‘χει όνομα. Είναι ο Δεδομένος. Την ξέρεις την καληνύχτα του απ’ έξω κι ανακατωτά, γιατί στη λέει συνέχεια. Η καλημέρα του είναι αναμενόμενη ενώ εσύ έχει τύχει να ξεχαστείς καμιά φορά. Τα γλυκόλογα που σου λέει ανασαίνοντας στ’ αυτί. Τα καλοπιάσματα στις ανάποδες που σε πιάνουν, όταν χρειάζεται να ξυπνήσεις νωρίς μετά από Σαββατοκύριακο. Η προσοχή που σου πιστώνει, όταν σε πνίγουν οι υπόλοιποι και θες να μιλήσεις, που δε σου ζητάει ποτέ πίσω τελικά.

Ο δεδομένος σου είναι απόλυτος ότι σε θέλει συστατικό της ευτυχίας του. Δεν κάνει προσπάθεια να στο κρύψει. Στο δείχνει, θέλει να το ξέρεις, είναι όμορφο να νιώθουν αυτοί που αγαπούμε πόσα αισθανόμαστε γι’ αυτούς. Γιατί να σε κρατά μονίμως στην ανασφάλεια και την αμφιβολία; Το βρίσκει ανόητο να σε πρεσάρει ψυχολογικά, απ’ τη στιγμή που διατυμπανίζει σ’ όλο τον άλλον ντουνιά πόσο πολύ σε νοιάζεται. Σε προσέχει, λοιπόν, σε σκεπάζει με τη βεβαιότητά του να μην του κρυώσεις κι αποδημήσεις, φροντίζει να θυμάσαι πάντοτε την παρουσία του στη ζωή σου.

Κι εμείς, ωραίοι είμαστε όλοι μας. Στην αρχή ποτίζουμε την αφυδατωμένη μας ανάγκη για φροντίδα κι αφοσίωση. Μετά, όμως, καταπίνουμε την ευγνωμοσύνη μας γι’ αυτόν που ήρθε και μας δόθηκε σαν δώρο από μόνος του κι απ’ το πουθενά. Είπες κι εσύ πως ήταν αδυναμία σου να δείχνεις ότι πράγματι χρειαζόσουν τόσο αυτό που ήρθε να σου προσφέρει κι άρχισες να δείχνεις κουλ κι όλα χαλαρά, δεν έτρεξε τίποτα. Ξεθάρρεψες όταν σκέφτηκες ότι ο άλλος είναι γάιδαρος κι ό,τι και να του κάνεις, τώρα τον έχεις δέσει, δεν αντιδρά στα καπρίτσια σου. Αποθρασύνθηκες κι άρχισες να φορτώνεις σφάλματα στην πλάτη του.

Δε μαζεύεις τη γλώσσα σου, μιλάς και δεν υπολογίζεις πια τον αντίκτυπό σου. Απαιτείς όλον του το χρόνο, αλλά εσύ τυχαίνει και ποτέ δεν προλαβαίνεις, το πρόγραμμά σου δεν παρακάμπτεται. Τονίζεις τα κακά και τα λάθη του με το δάχτυλο λες κι είσαι ο δάσκαλος. Τον εξαναγκάζεις σε στέρηση τρυφερότητας, γιατί επιβεβαιώνεσαι ξανά και ξανά ότι ο δεδομένος είναι τόσο απορροφημένος από ‘σένα, που αποτελεί πια φυσικό του αντανακλαστικό να σ’ αγαπά κι εκεί που τον κακομεταχειρίζεσαι.

Μέχρι που μια μέρα θα πονέσει παραπάνω απ’ τα λόγια σου και θα σιχτιρίσει. Θα νιώσει ότι το χρόνο του δεν τον αφιερώνει, αλλά ότι του τον ρουφάνε. Θα κουραστεί ν’ απολογείται για τα στραβά του ακόμα και στον άνθρωπό του· κάποιος θα πρέπει επιτέλους να τον δέχεται και χωρίς πολλές-πολλές ενστάσεις. Θα λυσσάξει για τρυφερότητα, πεινασμένος και καταχτυπημένος. Και ξαφνικά, χωρίς να σ’ έχει προετοιμάσει, χωρίς να κάτσει προηγουμένως να σου δώσει λογαριασμό, θα βουτήξει τα δεδομένα σου και μην τον είδατε.

Μέσα στη σιγουριά σου, εκεί που είχες νιώσει άνετα ότι για κάποιον λόγο ο άλλος θα σου έμενε, χωρίς προϋποθέσεις, επαναπαύτηκες και τυφλώθηκες στα σημάδια της κακοποίησης του δεδομένου σου. Στο σημείο εκείνο έχασες. Το να σου τραβάνε το χαλί κάτω απ’ τα πόδια είναι πάντα δυσάρεστο να συμβαίνει. Έτσι μοιάζει να χάνεις τον άνθρωπο που θεωρούσες δικό σου, έστω κι υπό αυτό το πρίσμα, το λιγάκι διαστρεβλωμένο. Κι όταν τον έχεις χάσει έτσι, δεν κερδίζεται ξανά, γιατί ο τρόπος με τον οποίο τον έχεις κάψει είναι βαθύς κι εξαντλητικός. Πριν φύγει, αλήθεια, υπέμεινε πολλά, προσπάθησε.

Απ’ τα πιο επικίνδυνα πράγματα στις σχέσεις των ανθρώπων είναι όταν δημιουργούνται δεδομένα. Όχι, δεν είναι καθόλου αξιολύπητα, μ’ έλλειψη ενδιαφέροντος κι υποδήλωση ρουτίνας. Είναι ό,τι πιο καταστροφικό μπορείς να προκαλέσεις με τα χεράκια σου. Έχεις μια ωρολογιακή βόμβα στο κρεβάτι σου. Τικ-τακ…

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαίρης Ρήγα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαίρη Ρήγα