Με πλησίασες δειλά από πίσω, κοντοστάθηκες σε απόσταση αναπνοής από μένα και μετά με αγκάλιασες. Με αγκάλιασες στην αρχή τρυφερά και εγώ ανατρίχιασα και μετά σφικτά και ένιωσα όλα μου τα κομμάτια να ενώνονται. Ένιωσα όσα με έκαναν να νιώθω μόνη να εξαφανίζονται και εκείνη τη στιγμή ένιωσα ξανά ένα μαζί σου.
Ένα μαζί με τον άνθρωπο που αν έκανε ένα βήμα πίσω μπορεί να φοβόμουν να πλησιάσω, αλλά όταν με αγκάλιασες ένιωσα δική σου. Πιο δική σου από ποτέ. Εμείς γνωρίζαμε ότι αυτό που ζούμε είναι κάτι που κανείς δε θα μπορούσε να καταλάβει και να ερμηνεύσει.
Μας αγαπούσα όταν γινόμασταν ένα. Τόσο όσο μας φοβόμουν όταν δεν ήμουν σίγουρη αν θα με αγκάλιαζες ξανά. Εκείνη η στιγμή ήταν για μένα η αγαπημένη στιγμή της ημέρας μου. Ήταν η στιγμή που ξεχνούσαμε άγχη και στεναχώριες, γιατί νιώθαμε ο ένας δίπλα στον άλλο και γνωρίζαμε ότι ακόμη και αν τριγυρνούσαν στο μυαλό μας χιλιάδες σκέψεις, μπορούσαμε να τις μοιραστούμε και όλα τα βάρη που ‘χαμε θα έμοιαζαν πιο ελαφριά από ποτέ.
Γυρνώντας προς το μέρος σου κάνω ένα βήμα πίσω και σε βλέπω να ανοίγεις τα χέρια κοιτώντας με στα μάτια. Ξέρεις ότι έχω ανάγκη ακόμη μια αγκαλιά. Όχι οποιαδήποτε όμως. Μονάχα τη δική σου. Την αγκαλιά του ανθρώπου που νιώθω δικό μου. Τη δική μας μωρό μου που είμαι σίγουρη ότι ακόμα κι αν δε γίνεται συχνά, εκείνη τη στιγμή νιώθεις κι εσύ όπως εγώ.
Βλέποντάς σε λοιπόν εκεί απέναντί μου, να περιμένεις να κάνω εγώ το βήμα προς εσένα αυτή τη φορά, νιώθω ηρεμία. Νιώθω το μουδιασμένο μου κορμί να ξεμουδιάζει και μαζί του να φεύγουν όλα τα αρνητικά συναισθήματα που το είχαν περιτυλίξει. Κάνω το βήμα και κλείνομαι στον κόσμο της αγκαλιάς σου. Κλείνομαι σε έναν κόσμο παραμυθένιο που είναι γεμάτος φρουρούς, οι οποίοι με προστατεύουν από όλα τα κακά του κόσμου.
Ασφάλεια νιώθω στην αγκαλιά σου. Ασφάλεια και δύναμη. Νιώθω πιο δυνατή από ποτέ. Και αυτή τη δύναμη τη φυλάω μέσα μου για τις στιγμές που δε θα σε έχω. Εμείς όμως το απολαμβάνουμε και φροντίζουμε κάθε μας αγκαλιά να είναι μοναδική. Κάθε στιγμή που τα κορμιά μας γίνονται ένα να είναι μαγική, γιατί μπορεί να μην πιστεύουμε σε παραμύθια, πρίγκιπες και «έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα», αλλά φροντίζουμε να απολαμβάνουμε κάθε στιγμή σαν να είναι η τελευταία μας κοινή στιγμή, γι’ αυτό και την χαρακτηρίζει η μαγεία και το παραμυθένιο βέλος.
Όταν με αγκάλιασες, όταν σε αγκάλιασα, τα πάντα έλαμψαν στο σκοτάδι, γιατί η αγκαλιά μας ήταν αληθινή. Όσα νιώθαμε εκείνη τη στιγμή μάς θύμιζαν τους λόγους που ήμασταν μαζί. Εξαφάνιζαν κάθε αμφιβολία και αρνητική στιγμή του έρωτά μας.
Έτσι πρέπει να είναι οι αγκαλιές μας. Αληθινές. Αποπνικτικές, αλλά όχι στην κυριολεξία. Αποπνικτικές από έρωτα κι αγάπη. Κυρίως αγάπη, γιατί ο έρωτας ίσως φύγει μία μέρα. Εμείς όμως θα είμαστε εκεί. Εμείς θα προσπαθούμε να κερδίσουμε ακόμη μία αγκαλιά. Εγώ και εσύ θα κάνουμε βήματα μπροστά ο ένας προς το μέρος του άλλου για να έρθουμε ακόμη πιο κοντά.
Προσέχαμε όμως σε κάθε βήμα που κάνουμε μπροστά, να βάζουμε μία μεγάλη πέτρα πίσω του, ούτως ώστε να μην μπορούμε να κάνουμε βήματα ξανά προς τα πίσω, γιατί μπορεί και να σκοντάψουμε και ν’ απομακρυνθούμε. Όχι ο ένας από τον άλλο αλλά από τις αληθινές αγκαλιές, από τις αληθινές στιγμές. Γιατί δεν παλεύαμε μόνο για να μείνουμε για πάντα μαζί. Εξάλλου όπως είχαμε πει αυτό μπορεί να κρατήσει ένα δευτερόλεπτο.
Για το δικό μας «για πάντα» λοιπόν, γι’ αυτό που ζούμε όταν με αγκαλιάζεις. Έχοντας δίπλα μας το σωστό άνθρωπο, η στιγμή της ημέρας που μας αγκαλιάζει είναι η αγαπημένη μας στιγμή. Ξαπλώνοντας το βράδυ δίπλα του, κοιτώντας τον στα μάτια και κουρνιάζοντας στην αγκαλιά του δε χρειάζεται να δούμε κάποιο όνειρο, γιατί το ζούμε. Και είμαι σίγουρη ότι όσοι είχαν ή έχουν δίπλα τους κάποιον με τον οποίο είναι ερωτευμένοι θα συμφωνήσουν πως όσα σπασμένα κομμάτια και αν υπάρχουν μέσα μας, καταφέρνει να τα ενώσει μια απλή αγκαλιά.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.