Οι γυναίκες έχουν συνηθίσει να φροντίζουν τον εαυτό τους, ώστε να είναι όμορφες. Τον περιποιούνται και τον φροντίζουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τους άντρες. Γι’ αυτούς οι τρίχες υποδεικνύουν αντρισμό· οι καημένες οι γυναίκες όμως είναι αναγκασμένες μια ζωή να προσπαθούν να εξαλείψουν κάθε μορφή τρίχας που φυτρώνει στο σώμα τους, σαν να είναι κάτι τρομερά αηδιαστικό. Μεγάλη αδικία!
Ευτυχώς, δεν προσπαθούν να εξαφανίσουν και τις τρίχες της κεφαλής! Αλλά ακόμη κι εκεί οι τρίχες είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα, μιας και πρέπει να είναι πάντα όμορφες και χτενισμένες στην τρίχα, βαμμένες στην εντέλεια, χωρίς ρίζες κι άσπρους κροτάφους. Φοβερή αδικία, ξαναλέω, ό,τι στους άντρες θεωρείται γοητευτικό -γκρίζοι κρόταφοι και τα σχετικά- στις γυναίκες να θεωρείται άκρως απαγορευτικό κι αποκρουστικό μέχρι βδελυγμίας!
Όλα αυτά, βέβαια, ισχύουν μέχρι μια γυναίκα να βρει τον εκλεκτό της καρδιάς της και μέχρι να φτάσει στα σκαλιά της εκκλησίας μαζί του. Μέχρι τότε όλα πάνω της είναι άψογα, τέλεια φροντισμένα και δεν πετάει τρίχα. Άπαξ και βάλει τη βέρα στο δεξί, μεταμορφώνεται ξαφνικά σε Σταχτοπούτα. Κυκλοφορεί στο σπίτι με ό,τι πιο φθαρμένο κουρέλι έχει ξεμείνει απ’ τις εποχές της κοκεταρίας, τα μαλλιά πιασμένα ψηλά με χρωματιστά κλάμερ, οι τρίχες στα πόδια και τις μασχάλες αξύριστες μια εβδομάδα, στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Όλα αυτά όμως είναι απολύτως δικαιολογημένα στο πλαίσιο ενός «υγιούς» γάμου. Κανένας δεν την παρεξηγεί, γιατί τώρα είναι σύζυγος και μητέρα. Δεν μπορεί να προσέχει τον εαυτό της περισσότερο απ’ τα παιδιά και τον άντρα της. Αντιθέτως, θεωρείται δείγμα αδιαφορίας προς το στεφάνι της και ένδειξη παραμέλησης των παιδιών της και των οικιακών εργασιών της, αν συνεχίζει να προσέχει περισσότερο τον εαυτό της.
Από πότε μια σωστή μητέρα και σύζυγος, που εκτελεί στο έπακρο όλα τα συζυγικά της καθήκοντα, έχει χρόνο να τρέχει σε μανικιουρίστες και κομμωτήρια, ώστε να είναι άψογα περιποιημένη; Αυτομάτως αυτό σημαίνει ότι παραμελεί κάποιο άλλο απ’ τα σοβαρά της καθήκοντα.
Ακόμα κι οι άντρες το συνηθίζουν αυτό κάποια στιγμή κι επαναπαύονται στις δάφνες τους. Κι ενώ ερωτεύτηκαν κι αγάπησαν τη Μόνικα Μπελούτσι, που όλα πάνω της ήταν τέλεια φροντισμένα -από την τελευταία τρίχα στο μαλλί μέχρι το μικρό νύχι των ποδιών- τώρα πια συμβιβάζονται με την ατημέλητη βερσιόν της Μπρίτζετ Τζόουνς και κάνουν τα στραβά μάτια, όταν τα σέξι νυχτικά κι εσώρουχα μετατρέπονται σε βαμβακερές φανέλες και πληθωρικά μποξεράκια.
Γιατί όλα αυτά δείχνουν ότι μπορούν να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, χωρίς να το ψαχουλεύουν κάθε πρωί με το φόβο ότι μπορεί να έχουν φυτρώσει μερικά ενοχλητικά πραγματάκια που μοιάζουν με αυτά που έχουν τα ελαφάκια. Προκειμένου να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, λοιπόν, δεν πειράζει, ας κοιμούνται κάθε βράδυ με τον Καραγκούνη (χωρίς παρεξήγηση, μιας και είναι συμπαθέστατο το παιδί).
Αντίθετα, αρχίζουν να τους ζώνουν όλους τα φίδια, όταν μια παντρεμένη γυναίκα, η οποία έχει ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά (όχι αυτά του Πειραιά), περιποιείται ακόμη τον εαυτό της, είναι πάντα καλοχτενισμένη, πολύ προσεγμένα κι όμορφα ντυμένη και γενικά προσέχει το σώμα της και δεν αφήνεται στην «κατρακύλα» του έγγαμου βίου, που τη θέλει ατημέλητη και με μερικά παραπανίσια κιλά.
Ακόμη κι αν είναι καθ’ όλα συνεπής στις οικιακές υποχρεώσεις της, απέναντι στο σύζυγο και τα παιδιά της, μία άψογη εμφάνιση δημιουργεί πάντα υποψίες ότι κάτι δεν πάει καλά σ’ αυτό το γάμο. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι μια σύζυγος και μητέρα, η οποία πιθανότατα είναι κι εργαζόμενη, αφιερώνει χρόνο στον εαυτό της.
Μα πού τον βρίσκει; αναρωτιούνται όλοι. Και ποιοι είναι αυτοί που αναρωτιούνται; Πρώτη και καλύτερη η μανούλα του τυχερού συζύγου, μετά οι τυχόν αδελφές και το υπόλοιπο σόι, στη συνέχεια οι φίλοι, με την παρότρυνση των άδολων συζύγων τους και τελευταία όλος ο κοινωνικός περίγυρος.
Ώσπου κι αυτός ο άμοιρος σύζυγος δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο παρά να σκεφτεί και να αναρωτηθεί κι ο ίδιος για ποιο λόγο άραγε η όμορφη γυναίκα του δε μεταμορφώθηκε σε νοικοκυρά-Σταχτοπούτα ή σε κολοκύθα μετά απ’ το χορό του γάμου τους. Πώς και δε λύθηκαν τα μάγια, ώστε να εμφανιστεί το αληθινό πρόσωπο πίσω απ’ το άψογο είδωλο που είχε δημιουργήσει μέχρι να τον τυλίξει στα δίχτυα της;
Η γυναίκα αυτή, πολλές φορές, χαρακτηρίζεται νάρκισσος στην καλύτερη περίπτωση και στη χειρότερη χαρακτηρίζεται «πεταλουδίτσα» που της αρέσει να μυρίζει κι άλλα λουλουδάκια. Γιατί ο στενόμυαλος περίγυρος δεν μπορεί να βρει κανέναν άλλο λόγο μια γυναίκα να έχει τόση αυτοεκτίμηση κι αυτοσεβασμό, ώστε να συνεχίζει να προσέχει τον εαυτό της και να είναι πάντα περιποιημένη, ακόμη και μετά γάμου.
Η αγάπη για τον εαυτό της φαίνεται στους άλλους ως ένδειξη εγωπαθούς ατόμου· λες κι αν μια γυναίκα αγαπάει τον εαυτό της σημαίνει ότι αγαπάει λιγότερο την οικογένειά της. Γιατί, δυστυχώς, η κοινωνία μας δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει ότι όσο περισσότερο αγαπάς τον εαυτό σου τόσο περισσότερη αγάπη δίνεις και στους γύρω σου.
Κι ειδικότερα οι γυναίκες, αν δεν αγαπούν όσο πρέπει το σώμα και το μυαλό τους, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση ν’ αγαπήσουν το παιδί που βγήκε απ’ αυτό το σώμα -χαλώντας το για λίγο- ή τον άντρα που αυτό το μυαλό θαύμασε, κάνοντάς το να θυμάται και ν’ αγαπά πάντα τις μαγικές αναμνήσεις που του δημιούργησε.
Γυναίκα περιποιημένη ποτέ ηττημένη. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για την καθεμία.
Επιμέλεια κειμένου Βασιλικής Γραμμένου: Νάννου Αναστασία.