Έφτασε η ώρα των διακοπών. Έφτασε η ώρα να πας εκείνο το ρημαδιασμένο ταξίδι που έχεις αποφασίσει εδώ και καιρό. Έκανες τις οικονομίες σου κόβοντας κάθε πιθανή έξοδο, περιόρισες τα τσιγάρα που καπνίζεις και το delivery -αυτό σου έκανε και λίγο καλό- κι έχεις κλείσει τα εισιτήρια εδώ και περίπου ένα τετράμηνο. Ή τα έκλεισες μόλις την προηγούμενη εβδομάδα. Λεπτομέρεια είναι το πότε, σημασία έχει το πώς, πού και με ποιον.
Έχεις βγάλει ανακοινώσεις στο facebook ότι «ετοιμάζεις ταξίδι μοναχά για πάρτη σου» ή ανεβάζεις μια φωτογραφία απ’ το μέρος το οποίο προβλέπεται να επισκεφτείς ταγκάροντας παράλληλα όλους εκείνους που κανονίσατε το ταξιδάκι αυτό και φτιάχνεις βαλιτσούλα μια βδομάδα πριν απ’ την προβλεπόμενη ημερομηνία.
Έχεις αραδιάσει πάνω στο κρεβάτι όλα τα ρούχα σου και το κρεβάτι δε φαίνεται πια με τόσα ρούχα πάνω, διαλέγοντας προσεκτικά το βραδινό outfit συνδυάζοντας όμως κι ένα απλό τζινάκι με 2-3 μπλουζάκια για τους καθημερινούς σου περιπάτους και καφέδες.
Έχεις πάρει μια ζακέτα, γιατί όπως λέει κι η μαμά «ζακέτα να πάρεις παιδί μου», – την ακούς τη φωνή της δόλιας που είναι παντού- και προσπαθείς να σφηνώσεις όλα όσα διάλεξες μέσα σε μια βαλίτσα 35 εκατοστών· μια άνω τελεία εδώ παρακαλώ. Ας πει κάποιος στις αεροπορικές εταιρίες ότι δε γίνεται να χωρέσουν όλα σε μια τσάντα με μέγεθος μεγαλύτερο απ’ του νεσεσέρ.
Ξημερώνει η ημέρα της αναχώρησης. Ξυπνάς γεμάτος ενέργεια κι αισιοδοξία, γιατί περίμενες πώς και πώς να διακοπάρεις, αλλά (ναι-ναι, έρχεται αυτό το περίτρανο «αλλά» που ακυρώνει όλη την προηγούμενη πρόταση) ο καιρός, λέμε, γαμιέται.
Όσο εσύ σκεφτόσουν πού θα πας να λιάσεις το κορμάκι σου ή σε ποιο απ’ όλα τα χιονοδρομικά θα φας τις τούμπες της ζωής σου και θα γελούν οι φίλοι σου, ο καιρός είχε άλλα σχέδια. Ο καιρός αποφάσισε πως όταν έχεις ρεπό ή άδεια, θα έχει το πιο απαράδεκτο κλίμα, γιατί «πληρώνεις αμαρτίες αλλονών» όσα χρόνια ζεις.
Υπολόγισες τα πάντα στην εντέλεια. Πώς θα πας στο σημείο που θα συναντηθείς με το παρεάκι σου ή τι ώρα θα ξεκινήσεις μονάχος. Τσέκαρες τα μέρη που θα επισκεφτείς: μουσεία, εστιατόρια, αξιοθέατα, καφετέριες, είδες αν έχει κάποιο τοπικό event εκείνη την περίοδο, φόρτισες τη μηχανή σου οχτώ ώρες και πήρες και μια μπαταρία εφεδρική, αλλά τον καιρό δεν τον τσέκαρες. Τον ρώτησες αυτόν, αν έχει τη διάθεσή σου; Tον ρώτησες, αν θέλει να πας εσύ διακοπές; Εμ, δεν τον ρώτησες, χρυσό μου.
Δεν μπορείς να καταλάβεις, πώς γίνεται αυτό. Μοίρα θες, κάρμα θες, η γειτόνισσα σε διαολόστειλε στον ύπνο της χθες το βράδυ, γιατί άφησες τα σκουπίδια έξω απ’ την πόρτα σου και βρόμισε όλη η πολυκατοικία; Ιδέα δεν έχεις για το λόγο, αλλά κάθε φορά που κανονίζεις να πας κάπου, γίνονται βιβλικές καταστροφές.
Είναι φθινόπωρο και βρέχει καταρρακτωδώς. Είναι καλοκαίρι και ρίχνει καρέκλες και χαλάζια. Είναι χειμώνας χιονίζει κι έχει μείον δύο. Πού να πας με μείον δύο; Ούτε στο περίπτερο για τσιγάρα δεν πας, όχι ταξίδι. Είναι άνοιξη κι εξαφανίζεται ο ήλιος.
Γενικά, ό,τι εποχή κι αν είναι ο καιρός, όταν εσύ θες να πας κάπου να χαλαρώσεις, έστω και για μια ημέρα, βρε αδερφέ, για κάποιο λόγο αυτός ο μαλάκας ο καιρός πέρα απ’ την πάπια κάνει και το αντίθετο απ’ το αναμενόμενο. Αναρωτιέσαι ποιος είναι αυτός ο ένας, που για ακόμη μια φορά σε μούντζωσε ή σε καταράστηκε –πέρα απ’ τη γειτόνισσα που λέγαμε πριν- και ψάχνεις να τον βρεις, όπως ψάχνει η αντιπολίτευση επιχειρήματα για να πάει σε κοινοβουλευτικές εκλογές.
Είναι λες κι οι καιρικές συνθήκες δεν μπορούν να καταλάβουν την ανάγκη σου για ένα αστραπιαίο μίνι ταξίδι, που θα σε αναζωογονήσει περισσότερο απ’ ότι ένα μασάζ στα σημεία που πονάς. Είναι βαλτός ο καιρός να σου χαλάσει όλα τα σχέδια που έκανες. Αλλά, έτσι είναι. Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια για ταξίδια, ο καιρός τα βλέπει και γελά.
Επιμέλεια κειμένου Λάμδας Βήτα: Νάννου Αναστασία.