Ένα πράγμα με συγκλόνιζε πάντα με τις ανθρώπινες σχέσεις. Το απρόβλεπτο και το άγνωστο. Το χάος και η αταξία τους. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι σαν να τρέχεις στην Εθνική με 100 χιλιόμετρα την ώρα και σεντόνι ριγμένο στο παρμπρίζ. Έτσι, δεν ξέρεις ποτέ αν οδηγείσαι σε γκρεμό ή σε αδιέξοδο. Ίσως βέβαια να πρόκειται για δυο απόλυτα ταυτόσημες έννοιες. Τι γίνεται όμως αν πέσεις σε αδιέξοδο; Βάζεις μπρος και φεύγεις τρέχοντας ή συνεχίζεις την αναζήτηση με μεγάλες πιθανότητες να ξαναχτυπήσεις τοίχο;
Κι αν η λογική δικαίως σου φωνάζει άλλα, εσύ, ως αισιόδοξο και συναισθηματικό πλάσμα θα επιδοθείς σ’ ένα νέο κυνήγι ευτυχίας. Γιατί ως γνωστόν, η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία και μαζί με αυτή κι εσύ.
Από όλα λοιπόν τα είδη των ανθρωπίνων σχέσεων, τα ερωτικά, τα φιλικά, τα ανικανοποίητα και τα μονόπλευρα, αν με ρωτάς ποιο απεχθάνομαι περισσότερο, θα σου απαντήσω τα αδιέξοδα. Αυτούς τους δήθεν έρωτες που χτίζουμε με αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα, μόνο για να τους δούμε να ισοπεδώνονται πανηγυρικά σ’ ένα γκραντ φινάλε σαν ένα μάτσο τραπουλόχαρτα.
Κι ύστερα αυτές οι σχέσεις, οι θαλασσοδαρμένες, που γέρνουν τα κατάρτια τους και μπάζουν από κάθε πιθανό σημείο, που ανάθεμα κι αν ξέρεις τι να σώσεις. Αυτές, που δεν ξέρεις αν πρέπει να χαρείς που δεν πνίγηκες μαζί τους ή να λυπηθείς που δεν έσωσες. Ουδείς βγήκε από ναυάγιο αγρατζούνιστος και κανείς δε γύρισε να μαστορέψει το σαπιοκάραβο. Εσύ αντίθετα άνθρωπέ μου, πάντα σ’ αυτό γυρίζεις.
Παρότι λογικός κι ευσυγκίνητος ο σαδομαζοχισμός σου και παρότι μαχητικά ευελπιστείς πως εν τέλει θα σε οδηγήσει στην κατάκτηση του πόθου σου, κάπου εδώ θα σου χαλάσω το όνειρο και θα σου πω πως βρίσκεσαι στην εντελώς λάθος κατεύθυνση.
Αντίθετα, κάθε φορά που επιστρέφεις στα χαλάσματα σχηματίζεις μια καρικατούρα του εαυτού σου, φωνάζοντας δραματικά και κατά επανάληψη «τραβάτε με κι ας κλαίω», καθώς ο κοσμάκις γύρω σου, μαζί και ο πόθος σου γελάνε σαρκαστικά και αδιάφορα πάνω απ’ το πεσμένο στο πάτωμα κορμί σου.
Κουράζει το κυνηγητό. Όλο να τρέχεις, να πιάνεις κάποιον, αυτός να σου ξεφεύγει και φτου ξανά κι απ’ την αρχή. Κι όσο ηρωικό κι αν φαντάζει στα μάτια σου να χυθείς στη μάχη και να διεκδικήσεις μια θέση στο παιχνίδι, συχνά αυτό υπόσχεται σίγουρη ήττα.
Στον έρωτα είναι σχεδόν καθήκον να παλέψεις. Είναι όμως φορές που το να κρατάς το σχοινί και για τους δύο, πονάει περισσότερο απ’ το να αφεθείς και να το αφήσεις. Έτσι, αργά ή γρήγορα όπως και με κάθε τι άλλο στη ζωή, μαθαίνεις να χαλαρώνεις τους κόμπους και να αφήνεις το χρόνο να κάνει τη δουλειά του.
Κι όσο κι αν ο χρόνος αποδεικνύεται αγαθό πολύτιμο και πλέον ανεκτίμητο, οι άνθρωποι ολοένα και περισσότερο τείνουν να τον μοιράζουν αριστερά και δεξιά με πλήρη και άκρως εκνευριστική απερισκεψία. Σε περίπτωση λοιπόν που νομίζεις πως δίνοντας παράταση σε οτιδήποτε τελειωμένο, τοξικό κι αρρωστημένο στη ζωή σου έχεις περισσότερες ελπίδες να ζήσεις το όνειρο, τότε πλανάσαι πλάνην οικτρά.
Χρόνος και αδιέξοδες σχέσεις, δε συμβάδισαν ποτέ. Αντίθετα, όσο περισσότερο χρόνο επενδύεις πάνω τους, τόσες περισσότερες είναι οι πιθανότητες να καταλήξεις μόνος, μίζερος και εγκαταλελειμμένος ανάμεσα στη σωρό των υπόλοιπων θυμάτων.
Μολονότι σκληρό και μάλλον υπέρμετρα βασανιστικό, η λύση είναι μόνο μια. Ό,τι δε λύνεται, κόβεται. Απλά και κατηγορηματικά. Χωρίς επεξηγήσεις, δράματα και συναισθηματισμούς.
Γιατί ωραίος ο έρωτας δε λέω, φτάνει όμως να έχει συνείδηση. Κάθε περίπτωση επομένως που παρεκκλίνει αυτού, απορρίπτεται. Κι αν εσύ απαντάς με ευγένεια στην παράνοια, τότε να λες «ευχαριστώ αλλά μας τα ‘παν κι άλλοι» και να προχωράς.
Επιμέλεια Κειμένου Αναστασίας Θεοφανίδου: Κατερίνα Κεχαγιά.