Όταν σε ένα έργο, κινηματογραφικό, τηλεοπτικό ή θεατρικό, γίνεται η διανομή των ρόλων, όλοι επιθυμούν διακαώς να λάβουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Έχει περισσότερη δράση, είναι συνεχώς στα φώτα και φυσικά ολόκληρο το έργο περιστρέφεται γύρω του. Δεν έχει καμία σημασία εάν είναι ταινία δράσης, ρομαντική κομεντί, θρίλερ ή ταινία τρόμου, ο πρωταγωνιστής πάντα παραμένει αλώβητος κι ακόμα κι αν περάσει δια πυρός και σιδήρου στο τέλος θα τα καταφέρει να επιβιώσει και να κερδίσει και το αντικείμενο το πόθου του. Άρα δεν είναι καθόλου παράλογο να κυνηγάνε όλοι τον πρώτο ρόλο.
Στην ανάθεση όμως των ατόμων που θα συντροφεύουν τον πρωταγωνιστή, συνήθως έχουμε γκρίνιες, μουρμούρες και δυσαρέσκειες, μιας και σε κανέναν δεν αρέσει να έρχεται δεύτερος, έστω κι αν μιλάμε για τεράστιες παραγωγές που ‘Α και ΄Β ρόλος ουσιαστικά αλληλοσυμπληρώνονται και κάπου μπερδεύεις ποιος είναι ο βασικός ήρωας και ποιος έχει τη δεύτερη θέση στην ιεραρχία. Είναι όμως έτσι; Μήπως τελικά οι ΄Β ρόλοι είναι εκείνοι που εν τέλει κάνουν όλη τη δουλειά ώστε στο τέλος ο πρωταγωνιστής να τα καταφέρει και να πάρει όλη τη δόξα;
Για να στο θέσω λίγο καλύτερα, σκέψου το παρακάτω παράδειγμα. Εάν ο Φρόντο δεν είχε δίπλα του τον Σαμ, το πιο πιθανό είναι πως θα είχε καταλήξει σε κανένα χαντάκι, λίγο μετά που διασπάστηκε η «Συντροφιά του Δακτυλιδιού», νικημένος είτε από το Γκόλουμ είτε από κάποιο Νάζγκουλ είτε ακόμα κι από καμία πέτρα που θα σκουντουφλούσε. Το ότι κατάφερε να φτάσει στη Μόρντορ και να πετάξει το δακτυλίδι στο Βουνό του Χαμού το οφείλει καθαρά και μόνο στο Σαμ. Κι ο Φρόντο αλλά κι ολάκερη η Μέση Γη του χρωστάνε μεγάλη ευγνωμοσύνη για τις πράξεις του. Τον κουβάλησε, τον τάισε και τον πότισε, προσπάθησε να τον συνετίσει χιλιάδες φορές που ο πρωταγωνιστής πήγε να κάνει τη βλακεία του, τον έσωσε από Ορκ, Ούρουκ Χάι, αράχνες, δαιμονισμένα πρώην Χόμπιτ, αρχαίους δαίμονες και χιλιάδες άλλους εχθρούς που συνάντησαν στο επικό ταξίδι τους. Άρα ο πραγματικός ήρωας ποιος είναι;
Δεν έχει καμία σημασία εάν ο Β’ ρόλος είναι στην ίδια πλευρά με τον πρωταγωνιστή ή εάν είναι αντίπαλός του. Σημασία έχει πως χωρίς τον έναν ο άλλος είτε δεν υπάρχει καθόλου είτε εάν υπήρχε, δε θα παρουσίαζε κανένα απολύτως ενδιαφέρον. Γιατί, τι θα ήταν ο Σέρλοκ χωρίς τον Γουότσον, ο Μπάτμαν χωρίς τον Τζόκερ, ο Χάρι Πόττερ χωρίς τον Ρον και την Ερμιόνη, ο Σίμπα χωρίς τον Τιμόν και τον Πούμπα, ο Λουκ Σκαιγούκερ χωρίς τον Ντάρθ Βέιντερ. Η ιστορία τους θα είχε λήξει πολύ καιρό πριν, χωρίς να παρουσιάζει κανένα απολύτως ενδιαφέρον.
Κάπως έτσι λειτουργεί κι η καθημερινή, μη κινηματογραφική ζωή. Πάντα στη ζωή μας υπάρχει ένας «βοηθητικός ρόλος» που θα μας σώζει στις πιο δύσκολες στιγμές μας ή που τέλος πάντων θα είναι το αλάτι σε μια καθημερινότητα που -εάν απουσίαζε- θα ήταν εντελώς άγευστη. Μπορεί να λέγεται φίλος, σύντροφος, γονέας, συνάδερφος, γείτονας, συμμαθητής ή ακόμα και παιδί μας. Ο ρόλος του όμως είναι το πιο σημαντικό στοιχείο μέσα στην ταινία της ζωής μας, που χωρίς εκείνους θα ήταν μια βαρετή, άχρωμη και πεζή ρουτίνα.
Στις ταινίες δεν είναι ελάχιστες οι φορές που μπορεί να ταυτιστούμε περισσότερο με κάποιον από τους μικρότερους ρόλους παρά με τον προφανή πρωταγωνιστή, οπότε και στην ίδια τη ζωή το ποιον θα επιλέξουμε να έχουμε δίπλα μας είναι πάντα πολύ σχετικό. Και φυσικά, μπορούμε πολύ εύκολα να εναλλάσσουμε τους ήρωες που έχουμε μαζί μας κατά το δοκούν, ανάλογα με το αντικείμενο με το οποίο ασχολούμαστε τη δεδομένη στιγμή. Επίσης, μπορούμε πολύ εύκολα να αλλάζουμε εντελώς τους ήρωες που είναι στο προσκήνιο, βγάζοντας τα άτομα που δε βοηθούν στην παρακάτω πλοκή και ταυτόχρονα δίνοντας μεγαλύτερο ρόλο σε κάποιους που μέχρι πριν λίγο ήταν στην αφάνεια.
Για κάποια άτομα η φράση “and the Oscar goes to…” αποκτά ένα πολύ βαθύτερο νόημα, μια ελάχιστη αναγνώριση του σημαντικού τους ρόλου και φυσικά το καλύτερο δώρο που θα μπορούσαμε να τους κάνουμε στα βραβεία που λέγονται σχέσεις. Για όλους εκείνους λοιπόν που είναι δίπλα μας, μας στηρίζουν όταν είμαστε στα κάτω μας, γελάνε μαζί μας στις χαρές μας και μας μουτζώνουν όταν κάνουμε βλακείες, αλλά παρ’ όλα αυτά μας αγαπάνε πολύ, το χρυσό αγαλματίδιο, μαζί με ένα κουτί ηρεμιστικά για να συνεχίζουν να μας αντέχουν, είναι το λιγότερο που μπορούμε να τους χαρίσουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου