Προχωράς ανέμελος το δρόμο σου. Περπατάς και σκέφτεσαι τα δικά σου. Όποια κι αν είναι αυτά. Και κάπου εκεί στην ευθεία του ματιού σου, μπαίνει στο οπτικό σου πεδίο μια μορφή. Μια μορφή που με τίποτα στον κόσμο δε θα ήθελες να συναντήσεις. Κι όσο κι αν ψάχνεις τρόπους για να μην έρθετε πρόσωπο με πρόσωπο, δυστυχώς. Μάταιος κόπος. Σε είδε κι εσένα. Τι κάνεις τώρα; Συνεχίζεις κανονικά το δρόμο σου; Αλλάζεις πεζοδρόμιο; Ιδού η απορία.
Αλήθεια, σου έχει τύχει ποτέ να συναντάς τυχαία άτομο που έχεις τσακωθεί; Σε αυτήν την περίπτωση αναφέρομαι. Αν σου έχει τύχει, έστω και μια φορά, σίγουρα θα ξέρεις για πόσο δύσκολη κατάσταση πρόκειται. Αρχικά καταλαμβάνεσαι από μια αίσθηση αμηχανίας. Σκέφτεσαι πώς είναι δυνατόν, ανάμεσα σε τόσο κόσμο να τρακαριστείς με το συγκεκριμένο πρόσωπο. Έλα όμως που είναι. Και αναθεματίζεις την τύχη σου. Περνάει από το μυαλό σου ο λόγος εκείνος που τσακωθήκατε. Όποιος κι αν ήταν αυτός. Σημαντικός ή ασήμαντος, για σένα ήταν σοβαρός. Δεν μπορείς να τον ξεχάσεις. Μπορεί να έφταιγε αυτός. Μπορεί να έφταιγες κι εσύ. Στη συγκεκριμένη στιγμή όμως αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία τώρα έχει αυτό το κακό συναπάντημα. Μα ήταν ανάγκη τώρα να συμβεί;
Αφού έχεις αναθεματίσει την τύχη σου και έχεις ξεπεράσει το αρχικό σοκ, ψάχνεις τον τρόπο που θα αντιμετωπίσεις αυτή την ζόρικη -ή όπως αλλιώς θέλεις χαρακτήρισε τη- κατάσταση. Αν δεν σε είδε και δε γουστάρεις να συναντηθείτε, τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα. Περνάς στο απέναντι πεζοδρόμιο, κάνεις μεταβολή κι από ‘δω παν κι άλλοι. Στάθηκες τυχερός μέσα στην ατυχία σου, σωστά; Πάρε και δυο βαθιές ανάσες για να ηρεμήσεις κι αυτό ήταν όλο. Θέλεις όμως; Σου πάει να αλλάξεις δρόμο και να μην αντιμετωπίσεις με θάρρος αλλά και με θράσος το άτομο αυτό; Ε, όχι. Έχουμε και μια αξιοπρέπεια. Κι όπως αυτή επιτάσσει, συνεχίζεις κανονικά την πορεία σου. Στο πρόσωπό σου, ζωγραφίζεται το πιο αγέρωχό σου βλέμμα. Σχεδόν ψαρωτικό. Μια ταραχή τη νιώθεις, είναι αλήθεια αλλά την κρύβεις τόσο περίτεχνα. Μοιάζεις με υψηλόβαθμο αξιωματικό που επιθεωρεί το άγημα.
Η απόσταση μεταξύ σας όλο και μικραίνει. Πλέον είστε στο οπτικό πεδίο ο ένας του άλλου. Σε απόσταση βολής. Οι αντιδράσεις λίγο πολύ αναμενόμενες. Οι επιλογές δυο. Η πρώτη; Ξεστομίζεις έναν τυπικό χαιρετισμό. Προσεκτικά όμως. Δε θέλεις για τίποτα στον κόσμο μα φανεί η ταραχή και η αμηχανία που ομολογουμένως νιώθεις. «Γειά.» Έτσι απλά και τυπικά. Αλλά και αξιοπρεπέστατα. Από εκεί και πέρα η μπάλα είναι στην απέναντι πλευρά. Είτε σου ανταποδίδει το χαιρετισμό, είτε σε γράφει κανονικότατα. Αν τώρα έχει και διάθεση για φιλική κουβέντα μάλλον το μνημονικό του είναι ελαφρώς περιορισμένο. Μια χαιρετούρα, μια τυπική κουβέντα ίσως να είναι αποδεκτά, αλλά όχι και να κανονίσουμε να πάμε και για καφέ! Μην το παρακάνουμε, σωστά; Επιλογή δεύτερη. Αντί της αξιοπρέπειας να υπερτερήσει ο εγωισμός. Περνάς από δίπλα κι απλώς ρίχνεις μια ματιά. Χωρίς κουβέντες. Απλά και μόνο γιατί το άτομο αυτό έτυχε να το γνωρίζεις. Κι αν θέλεις μπορείς να το κάνεις ακόμη χειρότερο. Να στρέψεις το βλέμμα σου αλλού. Σαπουνοπερέ, αλλά το ευχαριστιέσαι αναμφίβολα.
Τσακώθηκες με κάποιον. Και σαν να μην ήταν αρκετό αυτό, η κακιά η ώρα ήταν να σε κάνει να συναντηθείτε κιόλας σε κάποια άσχετη στιγμή. Πώς το χειρίζεσαι; Εξαρτάται. Από την ιδιοσυγκρασία σου, από το πώς νιώθεις γι’ αυτόν τον κάποιο. Μπορεί να σε πονάει, αλλά μπορεί και να σου είναι τελείως αδιάφορο. Αλλά όπως συνηθίζεται να λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις, αυτά καλό είναι να μη γίνονται.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου