Οι σχέσεις συχνά λειτουργούν με εγχειρίδια χρήσης σαν τα βοηθήματα που είχαμε στο σχολείο και μεταξύ άλλων υπάρχει και ο κανόνας που υποστηρίζει πως πάντα ο ένας από τους δυο αγαπάει και ενδιαφέρεται περισσότερο. Ο άλλος όμως είναι αυτός που έχει τη σχέση υπό τον έλεγχό του. Που παίρνει τον ρόλο του δυνατού απ’ τη στιγμή που είναι ο λιγότερο συναισθηματικά εμπλεκόμενος. Μην μπερδεύεστε. Δεν έχει να κάνει με συναισθήματα. Ξεκινάμε τη σχέση με την αγωνία του αμοιβαίου, τη χαρά του πρωτόγνωρου, τη δίψα να γνωρίσουμε ο ένας τον άλλον, να αποκτήσει σημασία το «μαζί», να πραγματοποιηθούν οι επιθυμίες μας. Να αποκτήσουμε σωματική και ψυχική ένωση, μια σχέση αλληλοσυμπλήρωσης.
Ξέρετε πόσο εύκολα μπορεί να αντιστραφεί όλο αυτό; Να ανατραπούν οι ισορροπίες και να μπείτε σε ένα παιχνίδι που όλα αλλάζουν; Ο πόθος γεννάει την ανάγκη για εξουσία και το μαζί γίνεται «εγώ» και «εσύ». Κάποιος συνειδητοποιεί πως είναι ζόρικη η σχέση και αποφασίζει να τη διατηρήσει μεν κάνοντας όμως παράλληλα και τη ζωούλα του όπως την ήξερε. Να θυμάται πού και πού πως είναι σύντροφος αλλά όποτε και για όσο θέλει. Να μην προσπαθεί ιδιαίτερα για τη σχέση και όταν κουραστεί να αποχωρήσει χωρίς ίχνος προσπάθειας, χωρίς επιμονή, υπομονή και τύψεις. Κάπως έτσι καταλήγουμε να αποχαιρετάμε το «μαζί».
Κάπου εκεί συνειδητοποιούμε όμως πως ίσως φταίμε κι εμείς που δώσαμε τόσο χώρο στον άλλον που το εξέλαβε ως αδυναμία. Η αδυναμία έγινε έλεγχος που δεν περιλαμβάνει βαθμούς πάνω ή κάτω από την βάση, αλλά την ψυχολογία σου. Αρχίζεις να χάνεις το συναίσθημα και να υψώνεις τον εγωισμό σου. Πλημμυρίζεις με ερωτηματικά και καταλήγετε σε μια σχέση ζυγαριά που μετράτε ποιος δίνει λιγότερα, ποιος θα πάρει πρώτος και ποιος φτάνει τον άλλο στα όριά του. Σταματάς, δε συνεχίζεις. Δεν μπορείς να δώσεις τίποτα που δε θα το ανταποδώσουν. Δεν μπορείς να περιμένεις τον άλλον να ορίσει τον χώρο του, τα μέτρα και τα σταθμά του κι εσύ απλώς ν’ ακολουθείς.
Οι σχέσεις είναι για να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Δεν έχουν λίγο και λιγότερο. Χρειάζονται θέληση και διάθεση. Δεν αγαπάμε για να πάρουμε πίσω, για το αντάλλαγμα ή επειδή περιμένουμε ανταπόκριση. Δε χωράνε εγωισμοί όταν είσαι πραγματικά ερωτευμένος. Ποιος είναι τελικά χαμένος; Αυτός που προσπαθεί ή εκείνος που θεώρησε δεδομένη τη σχέση και την άφησε; Αυτός που νοιάζεται ή εκείνος που έπαιξε με τη δύναμη που απέκτησε; Νομίζω πως κερδισμένος είναι πάντα αυτός που δείχνει τα συναισθήματά του. Αυτός που δίνεται, που παλεύει για να πετύχει η σχέση. Αυτός που επιμένει, που θα κάνει την υπέρβαση για τον εαυτό του γιατί έτσι θέλει, γιατί μπορεί, πιστεύει, αγαπάει. Γιατί αξίζει η προσπάθεια να την κρατήσει.
Να ξέρεις τι θέλεις και να φεύγεις πάντα νικητής γιατί προσπάθησες. Αυτός που έδωσε λιγότερα μπορεί να κέρδισε και λιγότερα. Σημασία έχει ότι συνήθως αυτός που καψουρεύεται λιγότερο καταφέρνει να αποκτήσει μια ψευδαίσθηση ελέγχου επί του άλλου, ο οποίος συχνά για να μην του χαλάσει χατίρι είναι δεκτικός και υπομονετικός. Κάποια στιγμή όμως μπορεί και να αποχωρήσει και η απόφασή του να είναι οριστική.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.