Χαθήκαμε μέσα στις εποχές. Χαθήκαμε μέσα σ’ αυτά που έφερε ο περασμένος χειμώνας και πήρε μαζί του το καλοκαίρι που πέρασε. Το ότι δε φοβάμαι τίποτα, είναι γιατί ξέρω πως πρωταγωνιστές σ’ αυτό το θέατρο, είμαστε εμείς. Αφήνω το παράθυρο ανοιχτό να μπει καθαρός αέρας τα βράδια και ξέρω ότι η μόνη αλήθεια είναι σ’ αυτό που αισθανόμαστε, στην κρύα αύρα που χτυπάει το πρόσωπο δημιουργώντας μια αναγέννηση. Κι η ελευθερία βρίσκεται στο σώμα και στις σκέψεις μας. Κι είναι που ξέρω ότι υπάρχεις εσύ στη ζωή μου, σαν αυτό το ανοιχτό παράθυρο. Κι αυτό, δεν μπορεί να μου το στερήσει κανείς.
Δε θα τ’ αφήσω κλειστό λοιπόν. Ούτε θα υποκριθώ αλλά ούτε και θα παραστήσω πως δεν περνάει μέρα που μου λείπεις. Τι να σου κάνουν όμως μερικά εικοσιτετράωρα όταν η καρδιά ζητάει όλες τις ώρες σου; Τι να κάνεις όταν η καρδιά ζητάει μνήμες για να μπορεί να τις χρησιμοποιήσει όταν δεν είσαι εδώ; Αλλά έτσι είναι αγάπη. Έχει αμέτρητες μορφές και μαθαίνει να ζει μέσα απ’ αυτές, σαν και τα πρόσωπα που τη ζουν.
Έχει ήχους, ρυθμούς, μυρωδιές και μερικές λεπτομέρειες που μπορούν να την κρατήσουν ζωντανή. Το μαζί ξυπνάει δυνατό, όπως το πώς το φως του ήλιου πέφτει αργά το απόγευμα. Και μαζί ξυπνάει τις επιθυμίες, τις αποφάσεις και τις φιλοδοξίες. Γιατί κλέφτες του έρωτα δεν υπάρχουν. Δεν υπάρχουν πράγματα και καταστάσεις που αφαιρούν εκείνες τις συνδέσεις που τροφοδοτούν το πάθος, ακόμα κι όταν οι πόλεις σιωπούν.
Κι όλα ξεκινούν απ’ την ικανότητά μου ν’ αγαπώ. Ν’ αγαπώ εσένα. Ξεκινούν απ’ την ανάγκη μου γι’ αυτό, ακόμα κι όταν η αναμονή οδηγεί σε παραλήρημα. Γιατί ο έρωτας μπορεί, όταν υπάρχει, να είναι η δύναμη της μεταμορφωτικής αγάπης. Κι έρωτας χωρίς μεταμόρφωση, αλλαγή και ανατροπή δε γίνεται. Άλλωστε το είπε και ο Κραουνάκης, «πήρα κόκκινα γυαλιά κι όλα γύρω σινεμά τα βλέπω». Και το κόκκινο είναι πιο κόκκινο και κάνει τον άνθρωπο ν’ ανθίζει στις πιο συγκλονιστικές αλλαγές.
Γι’ αυτό άφησα στην άκρη το ευάλωτο ως αδυναμία και την άμυνα ως δύναμη. Η ανάγκη μου γι’ εσένα δεν παγίδευσε την ανάγκη για σύνδεση ούτε ανάγκη να προστατεύσω τον εαυτό μου από τη μοναξιά. Αλλά χωρίς να είμαι ευάλωτος, δεν είμαι εγώ. Γιατί εσύ είσαι η αδυναμία μου, εσύ είσαι το μυστικό μου, οι φόβοι μου και η στοργή μου.
Κι αν τώρα χαζεύω τη θέα απ’ το μπαλκόνι μου κρατώντας μία κούπα καφέ στο χέρι, σκέφτομαι πόσο σ’ αγαπώ και γρήγορα σκέφτομαι πόσο μου λείπεις. Αλλά ζω με την καρδιά. Ακούω και κινούμαι προς τα εσένα που θέλω. Μαζί και χωριστά αλλά χειρότερο απ’ το να μη σ’ έχω καθόλου στη ζωή μου, δεν υπάρχει.
Κι εκεί που μετά τα μεσάνυχτα ο χρόνος και οι άνθρωποι κινούνται διαφορετικά, εκεί όπου η αγκαλιά κι ένα χάδι λείπουν ένα απλό «γεια σου τι κάνεις» κρύβει μέσα του όλη εκείνη την ασφάλεια που έχεις ανάγκη ν’ αισθανθείς αλλά και τη δύναμη του έρωτα πίσω απ’ το πλαίσιο της πόρτας και μέσα απ’ το γυαλί. Κι αν αυτή η μικρή πράξη είναι και ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσουμε το «μαζί» και μου αρκεί.
Γι’ αυτό διατηρώ ίχνη από πράγματα που αισθάνονται εσένα. Διατηρώ έναν έρωτα και την ελπίδα ότι όλα μπορούν να περάσουν. Άλλωστε όλα περνάνε στο τέλος.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου