Υπάρχει στις σχέσεις μια έννοια αδικημένη. Δεν έχει γεμίσει σελίδες και συνθήματα, δεν πολυσυζητιέται, δε γίνεται συχνά όπλο στους καβγάδες, την ξεχνάμε κι εμείς οι ίδιοι. Αν όμως τύχει κι αγαπήσεις ακόμη κι αν δεν ξέρεις ακριβώς πώς να την ονομάσεις, ακόμη κι αν η ύπαρξή της τη μια σε γοητεύει και την άλλη σε τρομάζει, αποκλείεται κάπου, κάπως να μην τη νιώσεις.
Όσο εκείνη μεγαλώνει και μαζί της κι εμείς, δικαιολογούμε ανθρώπους και καταστάσεις που κάποτε, άλλοτε, θα ρίχναμε στο πυρ το εξώτερον. Εκείνους που θα λέγαμε δεσμοφοβικούς, επιπόλαιους, μαλάκες, γιατί αυτή είναι που έρχεται να κάνει τις σχέσεις λιγάκι αγώνα δρόμου. Και γιατί μας είναι πάντα ευχάριστο να μιλάμε για τους άλλους, για όσους την αποφεύγουν. Κατηγορώντας τον δίπλα, επιβραβεύεις τον εδώ. Και ποιος δε θέλει λίγη επιβράβευση ακόμα;
Είμαι άνθρωπος των σχέσεων, των μακροχρόνιων κι ωραίων σχέσεων. Τις καμαρώνω τις αγάπες που εξελίσσονται, τους βγάζω το καπέλο, μικροί ήρωες της καθημερινότητας είναι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν κατορθώσει και πίσω από τη μαγεία της επιλογής, να διακρίνουν και την ευθύνη. Αυτή την αδικημένη έννοια, την περασμένη στα ψιλά ευθύνη.
Είναι ωραία να μιλάς εκ του ασφαλούς, να είσαι είκοσι, εικοσιπέντε, τριάντα, με τα μυαλά πάνω από το κεφάλι, με τα πόδια στον αέρα, με την αδηφάγα όρεξη να τραβάς τις καταστάσεις στ’ άκρα, με τον εγωκεντρισμό που επιβάλλει η ηλικία κι η συνθήκη, με το ψευδαισθητικό «αύριο έχει ο Θεός», με το ρομαντισμό της μοδός. Ρώτα όμως τη μάνα σου αν ήταν εύκολα. Ρώτα πώς κρατιούνται οι σχέσεις. Ρώτα γιατί φοβούνται οι άνθρωποι. Ρώτα για την ευθύνη.
Όπως κι αν το πούμε, όσους συμβιβασμούς κι υποχωρήσεις κι αν πιπιλίσουμε, όσα ζόρια κι αν επικαλεστούμε, η αιτία είναι πάντα μία, αυτή η ευθύνη που γεννιέται ακριβώς τη στιγμή που κάποιος θα σε διαλέξει για σύντροφο ζωής. Ξαφνικά, είτε το θέλεις, είτε όχι, είτε το αποδέχεσαι, είτε όχι, γίνεσαι υπεύθυνος και για τα συναισθήματα ενός άλλου. Γιατί αυτή η ευθύνη κρύβει δύναμη μεγάλη. Δύναμη που είτε θα χρησιμοποιήσεις εναντίον του εαυτού, της σχέσης κι εκείνου που αγαπάς, είτε θα την κάνεις σύμμαχο και των τριών.
Οφείλεις πλέον σε όλες τις σπουδαίες αποφάσεις σου να σκέφτεσαι και κάποιον ακόμη. Θα κάνεις σκόντο σε κάποια, θα κάνεις σκόντο ίσως σε αρκετά. Θα είναι προτεραιότητα το χαμόγελο εκείνου, θα είσαι προτεραιότητα κι εσύ, κι αλίμονο αν δεν είναι προτεραιότητες εκείνοι που επιλέξαμε κι εκείνοι που μας επέλεξαν. Η χαρά κι η θλίψη του, είναι κι υπόθεση δική σου. Ίσως κυρίως δική σου. Αν όλο αυτό το συναίσθημα δεν είναι μεγαλειώδες αλλά και τρομακτικό, τότε ποιο είναι;
Στην πορεία των χρόνων κι όσο η σχέση προχωρά θα χρειαστεί να γίνεις υπεύθυνος σε πολλές και διαφορετικές εκφάνσεις. Να είσαι εκεί να γιατροπορέψεις, να παρηγορήσεις, να στηρίξεις ψυχολογικά, συναισθηματικά, οικονομικά. Να προτείνεις λύσεις όταν το καράβι παλαντζάρει, να κάνεις το γελωτοποιό αν έρθουν ζόρια, να μη μιλήσεις αν δεν είναι η στιγμή, να έχεις πάντα μια αγκαλιά εύκαιρη ακόμη κι αν εκείνες τις ώρες τα χέρια σε στενεύουν. Να γίνεις εσύ ο δυνατός κι ας αισθάνεσαι αδύναμος. Να προσφέρεις.
Κι αν νομίζεις ότι αυτός ο γόρδιος δεσμός κόβεται με την απόφαση του χωρισμού, πλανάσαι πλάνην οικτρά, γιατί τότε ακριβώς είναι που δένεται πισθάγκωνα. Τη στιγμή που θ’ αποφασίσεις να μιλήσεις για τις σκέψεις σου στον άμεσα ενδιαφερόμενο. Τι; Δε θα το κάνεις; Θα το βάλεις απλά στα πόδια να εξαφανιστείς; Θα ανασύρεις μια δικαιολογία της κακιάς ώρας; Θα ωθήσεις τον άλλο στ’ άκρα για να σε προλάβει πρώτος; Για να σε γλυτώσει απ’ τις τύψεις; Θα επιβεβαιώσεις τον κανόνα; Θα πληγώσεις περισσότερο στην προσπάθειά σου να το αποφύγεις; Θα φοβηθείς την ευθύνη;
Πώς να σε κατηγορήσω; Κι εγώ το ίδιο ακριβώς θα φοβόμουν.
Ίσως τελικά ο κόσμος θα έπρεπε να είναι χωρισμένος στους ευθυνόφοβους και στους μη. Αν και κάτι μου λέει ότι οι πρώτοι θα ήταν οι πολλοί και οι άλλοι οι καλοί. Οι μεν διαρκώς θα έτρεχαν, θα ταξίδευαν, θα ανακάλυπταν ανθρώπους, τόπους, αγκαλιές, θα ζήλευαν τους ζευγαρωμένους στην απέναντι όψη, θα κοιμόντουσαν συχνά μόνοι. Οι δε, θα έτρωγαν μεσήλικες απογεύματα σε ταβερνάκια, στα σαράντα τους θα νοσταλγούσαν ήδη τα νιάτα τους, θα ζήλευαν στα κρυφά τους single φίλους τους, θα ‘ζουσαν το μεγαλείο της οικογένειας, θα γέμιζαν οι Κυριακές από μπάρμπεκιου κι αυτοσχέδιες κούνιες.
Σε όποια μεριά κι αν βρεθείς, κάποτε, κάτι θα νοσταλγήσεις. Είτε μια παραπάνω βόλτα που δε χάρηκες, είτε έναν άνθρωπο που άφησες να φύγει γιατί έτρεμες στην ευθύνη. Εύχομαι αν μη τι άλλο, όταν εκείνη η ώρα της κρίσης έρθει, να μπορούμε να πάρουμε την ευθύνη των αποφάσεών μας και να χαμογελάμε μ’ αυτές. Όποιες κι αν τελικά ήταν.