Πρέπει να το τελειώσουμε, δεν πρέπει; Αφού είναι πια ξεκάθαρο ότι δε θέλουμε τα ίδια. Μας πήρε καιρό αλλά μιλήσαμε για τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν είμαστε στην ίδια σελίδα άρα ποιο το νόημα να είμαστε μαζί, σωστά; Το λογικό τουλάχιστον αυτό είναι. Να το διαλύσουμε και να πάει καθένας μας εκεί που νομίζει καλύτερα. Να ακολουθήσει καθένας μας το δρόμο του. Απ’ την άλλη, το λογικό δεν είναι πάντα κι αυτό που θες. Γιατί όσο υγιές κι αν μοιάζει το να βάλει κανείς τελεία σε κάτι που δεν έχει μέλλον –ή που τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή δεν έχει μέλλον – είναι και το πιο επώδυνο. Είναι κι αυτό που κανένας απ’ τους δυο μας δε φαντάστηκε ποτέ μέχρι σήμερα ότι πρέπει να κάνει.
Και πώς να το λήξουμε, αλήθεια; Πώς αποφασίζει κανείς από κοινού με τον άνθρωπο, που μέχρι χθες φανταζόταν τη ζωή του, ότι δεν έχει άλλο; Πώς γίνεται να μην έχει άλλο; Προτιμώ να σε κατηγορώ για όσα δε θες κι εγώ θέλω, προτιμώ να με σιχαίνεσαι που θέλω όσα εσύ δε θες κι ας ήταν κάποτε οι επιθυμίες μας οι ίδιες. Προτιμώ να θυμώνω με τον εαυτό μου που άλλαξα και με εσένα που δεν άλλαξες καθόλου παρά να αποδεχθώ την ήττα μας. Γίναμε από εκείνα τα ζευγάρια που απευχόμασταν. Γι’ αυτό πρέπει να χωρίσουμε. Πρέπει να χωρίσουμε ακόμα κι αν κατά βάθος ανήκω σ’ εσένα όπως ακριβώς μου ανήκεις κι εσύ.
Εντάξει, επειδή «πρέπει» δε σημαίνει πως θα το κάνω. Δεν έχω και τα κότσια κιόλας, μην κοροϊδευόμαστε. Και ποιος χωρίζει έτσι απλά δηλαδή; Θέλει σκέψη. Άσε με, απ’ τη φύση μου είμαι τραγικά αναποφάσιστο άτομο, θα μας πάρει καιρό. Να σου πω κάτι; Αν μου δώσεις λίγο χρόνο θα βρω πολλές ακόμα δικαιολογίες για να μη χωρίσουμε. Κι αν μου δώσεις λίγο αλκοόλ και την παρέα σου δε θα θυμάμαι γιατί είπα πως πρέπει να χωρίσουμε εξ αρχής.
Με ρωτάς αν «θέλω» να χωρίσουμε. Αν μου τελείωσε αυτό που ένιωθα για σένα. Αν πλέον δε νιώθω την ίδια έλξη με παλιότερα. Αν νιώθω δυστυχία μαζί σου. Με ρωτάς τόσα κι εγώ -προτιμώ να- σκέφτομαι ότι πρέπει να καθαρίσω το σπίτι και να στρώσω τα χαλιά. Δεν είναι πως δε με ενδιαφέρουν αυτά που λες, είναι ότι δεν έχω στομάχι να τα επεξεργαστώ. Λέω να αλλάξω θέση στον καναπέ. Είναι πολύ ωραίος ο καναπές μας, μόνο που άμα χωρίσουμε δε θα ναι πια δικός «μας». Δε θα είναι πια ωραίος. Άσε, θα αφήσω τον καναπέ εκεί, δε χωράει πουθενά αλλού.
Με πιέζεις να απαντήσω, μα δε θέλω. Σκέφτομαι να αλλάξω τα ριχτάρια, ίσως και τις κουρτίνες. Για το άλλο που έλεγες δε σου απαντώ. Θέλω να βασανιστείς όπως βασανίζομαι κι εγώ. Δεν είμαι ανώτερο ον, δεν έχω καμιά όρεξη να το παίξω ανωτερότητα, φέρε τώρα τη σκάλα να κατεβάσω τις κουρτίνες. Και μείνε εκεί με την απορία για να πονέσεις κι εσύ όπως πονάω τόσο καιρό. Γιατί πάει καιρός που διαβάζω τις εκφράσεις σου, που πιάνω τις πραγματικές σκέψεις πίσω από τις λέξεις σου, που ανακαλύπτω όσα θες να μου κρύψεις αλλά κάνω το χαζό. Υποκρίνομαι πως δεν τρέχει τίποτα αλλά όχι από συμβιβασμό, από εγωισμό κι από έρωτα το κάνω κι ας είναι παράταιρος συνδυασμός! Έλα, δώσε μου τώρα τις κουρτίνες που σ’ αρέσουν, άντε! Αφού αρέσουν σ’ εσένα, εμένα μου κάνουν. Αν εσύ είσαι εντάξει θα είμαι κι εγώ.
Δεν ξέρω πού θα βγει αν με ρωτάς. Δεν ξέρω αν το τραβάμε απ’ τα μαλλιά μέχρι να γίνει αυτό που έχουμε μια τεράστια αηδιαστική χλαπάτσα. Δεν ξέρω αν αύριο θα φτιάξει ή όχι. Μη με ρωτάς να σου πω. Δεν έχω ιδέα. Ξέρω μονάχα πως αυτή τη στιγμή σ’ αγαπάω και πως δε θέλω να είμαι μακριά σου. Εντάξει, η συνειδητοποίηση των διαφορετικών μας «θέλω» μου ρετάλιασαν το ηθικό και -δε θα σου κρυφτώ- ώρες-ώρες με πιάνουν τα κλάματα για το τι μέλλει γενέσθαι, αλλά αυτός είναι ο καναπές μας κι είναι ζεστός όταν είσαι εδώ. Αυτό είναι το σπίτι μας και στις κορνίζες είναι η ζωή μας. Η μέχρι τώρα ζωή μας.
Και έχω κι άλλες κορνίζες να γεμίσουμε με τα ταξίδια μας και τις όμορφες στιγμές μας. Έχω πολλά ακόμα να μοιραστώ μαζί σου ή έστω αυτό θέλω. Ναι, μπορεί το δικό μου πενταετές πλάνο να διαφέρει απ’ το δικό σου, αλλά νομίζω πως ίσως, κάπως να τα κάνουμε λίγο να κουμπώσουν. Δεν ξέρω ακόμα πώς. Αλλά θα το βρω. Θα το βρούμε μαζί. Άλλωστε «όποιος θέλει βρίσκει τρόπους κι όποιος δε θέλει βρίσκει αφορμές», έτσι δε λένε;
Λοιπόν, το εύκολο θα ήταν να το τελειώσουμε αλλά ανάθεμα αν διάλεξα ποτέ κάτι γιατί ήταν «εύκολο» ή «βολικό». Διαλέγω αυτό που αγαπάω, αυτό που θέλω ακόμα κι αν δεν έχει λογική. Διαλέγω εσένα. Διαλέγω εμάς. Όχι από συμβιβασμό, ούτε από πείσμα. Διαλέγω εμάς γιατί μας αγαπάω. Θα τη βρούμε την άκρη μας, εμείς.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη