Σου έχω έναν πολύ μεγάλο θυμό, ξέρεις. Θα το έχεις καταλάβει, βέβαια, αλλά οφείλω να στο πω. Κι οφείλω να σου πω και δυο-τρία πραγματάκια που κατάλαβα τον τελευταίο καιρό, μετά από πολύωρες συζητήσεις με τον εαυτό μου και τις κλασικές μου υπεραναλύσεις κι ερμηνείες.

Είναι δώρο η ζωή, σου δόθηκε χωρίς να ερωτηθείς, αλλά αυτό δε σου δίνει το δικαίωμα να τη μεταχειρίζεσαι όπως θες. Οφείλεις να τη σέβεσαι, όπως κάθε άλλο δώρο. Δεν μπορείς να την ξεχνάς κλειδωμένη σε μια ντουλάπα και να μην της αφήνεις χώρο να αναπνεύσει. Δεν μπορείς να τη φιμώνεις συνέχεια, δεν μπορείς να την πνίγεις.

Ουρλιάζει η κακομοίρα, δεν την ακούς; Ουρλιάζει ότι δε φτιάχτηκε έτσι, ότι έχεις ξεχάσει να τη χρησιμοποιείς, ότι την έχεις παραμελήσει σε βαθμό κακουργήματος. Άκου την, επιτέλους.

Εκείνη σε ακούει να αναλύεις τις απόψεις σου του τύπου «δεν είναι στο χέρι μου», «δεν έχω τη δύναμη να κάνω κάτι άλλο», «αν είναι να γίνει, θα γίνει». Τελευταία άκουσε και το θεϊκό «όσοι αξίζουν να μείνουν στη ζωή μας, μένουν, οι υπόλοιποι θα χάνονταν ούτως ή άλλως κάποια στιγμή». Σου ρίχνει ένα φάσκελο τώρα μέσα από την ντουλάπα, αλλά δεν τη βλέπεις.

Ναι, ε; Προσωπική ευθύνη πουθενά; Ελεύθερη βούληση, κάτι; Δικαίωμα επιλογής; Εμένα δε με φιμώνεις, δεν μπορείς. Είμαι η φωνούλα μέσα στο κεφάλι σου, με ακούς ακόμα κι αν κλείσεις τα αυτιά σου.

Έχεις κάνει τη χειρότερη επιλογή. Προσπαθώντας να αποφύγεις το κόστος οποιασδήποτε άλλης, πήρες αυτήν με το μεγαλύτερο, με το βαρύτερο τίμημα. Την αδράνεια. Μια δειλία, μια ανασφάλεια, ένα μόνιμο φρένο. Να τρέχουν όλα γύρω σου κι εσύ να τα κοιτάς, να μην κουνάς το χεράκι σου να αλλάξεις κάτι, να μην το απλώνεις ούτε δυο πόντους.

Μην αναστενάζεις και μη δαγκώνεσαι, σε βλέπω. Αφήνεις τους ανθρώπους να φύγουν, αφήνεις τη ζωή σου να φύγει, επιβιώνεις απλά, ξύπνα! Έχεις βρει ωραιότατες δικαιολογίες για τη μιζέρια σου, δε λέω. Κι ούτε σε κατηγορώ που φτάνεις στα όριά σου, που κουράζεσαι, που αγανακτείς. Σε κατηγορώ που δεν έχεις καταλάβει ακόμα πώς παίζεται αυτό το παιχνίδι.

Σκέψου, λοιπόν, ένα επιτραπέζιο παιχνίδι τεραστίων διαστάσεων. Παιχνίδι στρατηγικής και τύχης. Συμπαίκτες σου όλοι, οικείοι και ξένοι. Αυτοί που έχουν βάλει τα πιόνια τους πιο κοντά στο δικό σου σε επηρεάζουν περισσότερο, κινείστε στην ίδια περιοχή. Φυσικά, ρίχνεις τη ζαριά σου. Αλλά σε κάθε ζαριά, πρέπει να πάρεις μια απόφαση για το πώς θα προχωρήσεις, απόφαση καθοριστική για την τελική έκβαση του παιχνιδιού. Η ζαριά άλλοτε σε βοηθάει κι απλώνεσαι κι άλλοτε σε κόβει και μαζεύεσαι. Ποτέ, όμως, δε σου στερεί το δικαίωμα να κινηθείς προς την κατεύθυνση της επιλογής σου. Μερικές στιγμές κρίνεται αναγκαίο να πας «πάσο». Έχεις τη δυνατότητα. Να βγεις από το παιχνίδι, όμως, δεν έχεις τη δυνατότητα.

Να βγεις και να πας πού; Στο πουθενά; Πάρε μια απόφαση: Θες να διασκεδάσεις, θες να παίξεις πραγματικά ή θες να πηγαίνεις «πάσο» και να παρακολουθείς τους άλλους να προχωράνε; Τι φοβάσαι, την ενδεχόμενη ήττα; Πιο χαμένος από αυτόν που δε συμμετέχει, δεν υπάρχει. Αυτός έχει χάσει όλη τη μαγεία, όλο το ταξίδι.

Έλα, γιατί περνάνε τα χρόνια. Κι άσε τις βλακείες ότι κουράστηκες. Πήγες «πάσο» σε έναν, σε δύο, σε τρεις, σε δέκα γύρους, νισάφι πια, έχεις ξεκουραστεί και δεν το ξέρεις!

Κάνε ένα ξεκαθάρισμα. Κοιτάξου στον καθρέφτη χωρίς φόβο και πάθος και πες του μόνο αλήθειες. Άνοιξε την πόρτα της ντουλάπας, βγάλε τη χλωμή και ζαρωμένη ζωή σου μια βόλτα και ζήτα της μια «συγγνώμη» που την έχεις κατασπαταλήσει. Πέτα την αδράνεια από το παράθυρο και πάρε το τιμόνι στα χέρια σου.

Κινήσου προς την κατεύθυνση των ονείρων που έθαψες. Βγαλ’ τα κι αυτά στον ήλιο, να πάρουν μια ανάσα. Χαμογέλα, φόρεσε ένα καινούριο χαμόγελο αλλιώτικο, ένα χαμόγελο που να μην το έχει δει ποτέ κανείς. Φόρεσέ το και προχώρα.

 

Eπιμέλεια Κειμένου Ζωής Ναούμ: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Ζωή Ναούμ