Ένας χρόνος pillowfights.gr.
Ένας χρόνος, που κάθε τετάρτη ανελλιπώς δημοσιεύεται κι ένα κείμενο γραμμένο από τα δύο μου τα χεράκια. Εσείς που με διαβάζετε, μέσα από αυτά μου τα άρθρα έχετε μάθει πολλά σκόρπια κομμάτια από την ζωή μου, αποσπάσματα από ιστορίες φιλών, γνωστών και συγγενών.
Μα σήμερα για τα πρώτα μας γενέθλια θέλω να μοιραστώ μαζί σας ένα συναίσθημα, όπως το έζησα τότε για πρώτη φόρα, τον έρωτα ή μάλλον την αγάπη.
Το όνομα αυτού Αντρέας, τα μάτια και τα μαλλιά του ήταν μελί, δεν ξέρω ακόμα το γιατί, αλλά όσο ήμουν ακόμα στην εφηβεία επηρεασμένη μάλλον από τους πρίγκιπες των παραμυθιών, έπιανα τον εαυτό μου να μου αρέσουν κατά πλειοψηφία τα ανοιχτόχρωμα αγόρια.
Ψηλός και αδύνατος ήταν χωρίς αμφιβολία γόης στο σχολειό, ενώ στα δικά μου μάτια φάνταζε τότε, ο πιο όμορφος άνθρωπος σε όλη την οικουμένη.
Ο Αντρέας, λοιπόν, ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος από εμένα, μαθητής λυκείου αυτός, φρέσκο γυμνασιόπαιδο εγώ, ενώ εκ των υστερών αποδείχθηκε αδελφός μιας εκ των συμμαθητριών της αδελφής μου.
Σα να μην έφτανε όμως μια μόνο σύμπτωση σε αυτή την ιστορία, τυγχάνε και να μένει μαζί με την οικογένεια του στην ακριβώς δίπλα από εμάς πολυκατοικία, έτσι κάθε πρωί που περίμενα στα σκαλοπάτια τις φίλες μου για να πάμε μαζί στο σχολείο, έριχνα κλεφτές ματιές και προς εκείνη την μεριά του δρόμου.
Αυτός από την πλευρά του με κοιτούσε με μια πιο φιλική σκοπιά, λόγω και της ηλικιακής μας διαφοράς που φάνταζε τότε αγεφύρωτη, μα εγώ παρέα με τις κολλητές μου σκάρωνα με τις ώρες στο τηλέφωνο σχέδια, για το πως θα καταφέρω να τον πλησιάσω.
Και ήταν με αυτές μου τις φίλες, που κρατώντας τες αγκαζέ, διέσχιζα πάνω-κάτω τους διαδρόμους σε κάθε διάλειμμα, για να μπορέσω λιγάκι να τον δω, να ψελλίσω δύο τρεις λέξεις μέσα από τα δόντια μου και ύστερα να εξαφανιστώ με μάγουλα κόκκινα σαν το παντζάρι και άτσαλα νευρικά γέλια.
Το ενδιαφέρον μου γι’ αυτόν έμεινε ζωντανό για τρία χρόνια ακριβώς, όσο έκανε εκείνος να αποφοιτήσει από το λύκειο μας, εγώ μετά να τον ξεχάσω και να ξανά ερωτευτώ, αυτή την φορά με τη λίγο πιο χειροπιαστή έννοια του ρήματος.
Παρά το γεγονός πως όλα τα τότε συναισθήματα μου παρέμειναν πλατωνικά, ο ερωτάς μου για αυτόν τα είχε όλα, την ανυπομονησία για να τον συναντήσω, το καρδιοχτύπι όταν τον πλησίαζα και προσπαθούσα ανεπιτυχώς να συντάξω μια πρόταση της προκοπής, τα ραβασάκια και τις αφιερώσεις, αν και από την συστολή που ένιωθα, πήγαιναν συνήθως υπογεγραμμένα από ανώνυμη πηγή.
Μα όσο και αν αυτό που θα πω ακουστεί αστείο ή παράλογο, μετά από ώριμη σκέψη και σύντομη αναδρομή στους υπόλοιπους έρωτες της μέχρι τώρα ζωής μου, ίσως αυτός να είναι ένας από τους λίγους, που αξίζουν να διηγηθώ σε ένα ευρύτερο κοινό, για τους υπόλοιπους της λιστάς, επιφυλάσσομαι για το μέλλον.
Τελειώνω το κείμενο μου και ανοίγω τον υπολογιστή στο προφίλ μου στο Facebook, στην μπάρα των αναζητήσεων τα δάχτυλα μου γλιστράνε με τέλεια φυσικότητα, πληκτρολογώντας το ονοματεπώνυμο του σαν ήταν εχθές οι μέρες, που το σημείωνα με φόντο καρδιές πίσω από το βιβλίο της έκφρασης έκθεσης.
Πρώτη-πρώτη μου βγαίνει η φωτογραφία ενός, άντρα πια με τα ίδια όμως χαρακτηριστικά μελί μάτια, χαμογελάω και του στέλνω χωρίς δισταγμό αίτημα φιλίας.
Και έτσι είμαι πλέον απολύτως σίγουρη, πως αν μπορούσε να με δει από κάπου το κορίτσι που ήμουνα τότε, θα αισθανόταν πολύ υπερήφανο για την γυναίκα, που έχω γίνει στο τώρα.