Επιθυμείς έναν άνθρωπο και τον κυνηγάς. Βάζεις τα δυνατά σου για ν’ αποκτήσεις αυτό που θες και στην πορεία δείχνεις τον καλύτερό σου εαυτό. Γιατί τον θες αυτόν τον άνθρωπο, τον ποθείς και αυτή είναι η καλύτερη φάση. Το «κυνήγι», το φλερτ, το περιτριγύρισμα. Όλα σ’ αυτή τη φάση έχουν ενδιαφέρον. Είναι όμορφα, έχουν χρώμα και άρωμα. Όλα είναι ανθισμένα. Κι αν δεν είναι, εσύ έτσι τα βλέπεις. Η φύση σου γελάει, τ’ αντικείμενα το ίδιο, ακόμη και οι περαστικοί στο δρόμο.

Και περπατάς χαμένος στις σκέψεις. Κάθεσαι και χαζεύεις, δουλεύεις και είσαι αφηρημένος. Το βράδυ θα ξαπλώσεις και θα χαμογελάς. Το πρωί θα ξυπνήσεις και πάλι το ίδιο. Και σ’ όλες αυτές τις στιγμές εσύ θα σκέφτεσαι την επιθυμία σου. Πώς θα γίνει πραγματικότητα; Τί πρέπει να κάνεις; Όλο εκεί χάνεσαι νοερά. Αυτό σου χει πάρει τα μυαλά και δε συγκεντρώνεσαι. Και δε θα σταματήσεις αν δεν τα καταφέρεις.

Είναι η φάση της επιθυμίας αυτή, ανακατεμένη με μπόλικο ενθουσιασμό. Τότε που διακατέχεσαι απ’ αυτή και την ακολουθείς τυφλά. Είναι ωραία αυτή η φάση γιατί βρίσκεις τον εαυτό σου να εφευρίσκει τρόπους για να έρθει σ’ επαφή με το αντικείμενο της επιθυμίας. Πάμπολλες οι δικαιολογίες και χαζοί οι διάφοροι λόγοι. Έχει πλάκα όλο αυτό κι έχεις πλάκα κι εσύ κι ο τρόπος που φέρεσαι. Είναι μια περίοδος στ’ αλήθεια μοναδική. Γι’ αυτό όταν τη ζεις είναι ωραίο να την απολαμβάνεις.

Μα εσύ βιάζεσαι, κλασσικά, να περάσεις τους προλόγους για να φτάσεις στο κυρίως θέμα. Έτσι έμαθες από παιδί. Να τρέχεις να προλάβεις πάντα κάτι. Τότε το σχολικό, τώρα το λεωφορείο. Γιατί ο χρόνος κυλάει γρήγορα. Και γιατί η ζωή είναι μικρή. Το άκουσες, το ξανάκουσες, το εμπέδωσες πια και τώρα μόνο τρέχεις. Πάνω στη βιασύνη όμως ίσως να έχασες κάτι. Ίσως τη χαρά της στιγμής ή την αθωότητα της προσμονής.

Φτάνεις λοιπόν έτσι βιαστικά στο κυρίως και δεν αργεί ο καιρός που αποκτάς τελικά αυτό που τόσο ποθούσες. Και η χαρά σου δεν περιγράφεται. Πετάς στους ουρανούς. Πάλεψες άλλωστε πολύ μέχρι τώρα γι’ αυτό και ήρθε η ώρα να το ζήσεις. Ζεις τον έρωτα. Και είναι μαγικά.

Σιγά-σιγά το συνειδητοποιείς ότι τώρα έχεις αυτό που ήθελες, οπότε επόμενο είναι να σταματάς να παλεύεις γι’ αυτό. Δε χρειάζεται τώρα, ε; Έτσι νομίζεις. Και είναι αυτή ακριβώς η πεποίθηση που χαλάει τη μαγεία.

Να σταματάς να παλεύεις γι’ αυτό που επιθυμείς επειδή το απέκτησες είναι, μάλλον, το μεγαλύτερο λάθος σ’ όλο αυτό. Το λογαριάζεις για δεδομένο φαίνεται. Δε σου περνάει από το μυαλό η πιθανότητα να το χάσεις ανά πάσα στιγμή αν δε συνεχίσεις να προσπαθείς γι’ αυτό και δεν το διεκδικείς καθημερινά.

Αρχίζεις να χάνεις το ενδιαφέρον σου με τον καιρό και τελικά δε σου εξάπτει την περιέργεια πλέον. Δεν έχει μείνει πια τίποτα άγνωστο, τίποτα καινούριο, τίποτα μυστήριο να σε κρατήσει. Και η φλόγα χάνεται. Εσύ κουράζεσαι. Έπειτα έρχεται η φθορά και το ξεθώριασμα. Αρχίζουν να μαραίνονται τ’ άλλοτε ανθισμένα , να σκοτεινιάζουν τ’ άλλοτε φωτεινά.

Η απόκτηση. Αυτή τα μάρανε. Σε καθησύχασε και επαναπαύτηκες. Είχε καταντήσει μάλλον πολύ βολική, σχεδόν βαρετή, θα έλεγα, αυτή η απόκτηση. Πριν που το κυνηγούσες ήταν πιο δύσκολο για σένα, σε προκαλούσε και σε εξίταρε. Η επιθυμία σου ήταν η κινητήρια δύναμή σου. Τώρα κάτι άλλαξε. Μα δε μπορώ να σκεφτώ τίποτα άλλο πέρα από την απόκτηση. Πριν ήταν όλα τόσο διαφορετικά.

Τα είπε άλλωστε ο Μαρσέλ Προυστ: «Η επιθυμία τα κάνει όλα ν’ ανθίζουν. Η απόκτηση τα κάνει όλα να μαραίνονται και να ξεθωριάζουν». Δίνεις τόση μάχη ν’ αποκτήσεις αυτό που θες κι όταν τ’ αποκτάς σου φεύγει η επιθυμία. Θυμίζεις επαναστάτης χωρίς αιτία ενώ στέκεσαι ν’ ατενίζεις, στο τέλος, τα συντρίμμια.

 

Επιμέλεια κειμένου Σταυρούλας Βιτετζάκη: Ελευθερία Παπασάββα.

Συντάκτης: Σταυρούλα Βιτετζάκη