Πράξη νούμερο ένα: Φαντάσου το πρώτο σου φιλί. Εκείνο το φιλί που ήρθε ακριβώς όπως το ονειρευόσουν, σκηνικό από ταινία, με μουσική, καλοκαιρινά φεγγάρια και πάθος. Φαντάσου τώρα το ίδιο φιλί να είχε καταγραφεί σε φωτογραφία. Το σκηνικό θα ήταν άξιο καταγραφής σε αστεία βίντεο από εκείνα που τριγυρίζουν στο διαδίκτυο.
Η στιγμή ρομαντική, τα φεγγάρια, η μουσική, τα μάτια κλείνουν, το πόδι της ντάμας σηκώνεται και ξαφνικά ακούγεται μία φωνή: «Να βγάλουμε μία φωτογραφία». Το αγόρι να ανοίγει το σελφοκόνταρο, το κορίτσι να ανανεώνει το κραγιόν. Το πρώτο φιλί να απαθανατίζεται στο φακό κι η στιγμή να καταστρέφεται.
Πράξη νούμερο δύο: Μπίρα στα χέρια, φίλοι, χαμόγελα, βραδινό αεράκι, συναυλία του αγαπημένου σου τραγουδιστή, τελευταίο τραγούδι. Εκείνο το τελευταίο τραγούδι που περίμενες όλη τη νύχτα. Αρχίζεις να χορεύεις μόλις ξεκινούν οι πρώτες νότες, τραγουδάς δυνατά, σηκώνεις τα χέρια, τραγουδάς πιο δυνατά.
Σταματάς το τραγούδι, βγάζεις κινητό και αρχίζεις σαν μανιακός να τραβάς φωτογραφίες. Χάνεις και το τραγούδι, τελειώνει η συναυλία, πας σπίτι σου. Την επόμενη ημέρα κοιτάς το άλμπουμ του κινητού σου κι αναρωτιέσαι πότε συνέβησαν όλα αυτά. «Ασφαλώς, την ώρα που τράβαγες φωτογραφίες, βλάκα», να φωνάζει η συνείδηση αλλά εσύ να κάνεις ότι δεν την ακούς.
Να είναι γύρω σου ένας ολόκληρος κόσμος κι εσύ να τον κοιτάς μέσα από τρεις ίντσες.
Πού πας σαν τον τουρίστα με τη φωτογραφική μηχανή και το κινητό στα χέρια; Δε σου έχει μείνει παρά να πάρεις και τρίποδο και να το στήνεις κάθε φορά που νιώθεις ότι μια στιγμή θα σε συγκλονίσει, μην τυχόν και σου βγει κουνημένη. Από πότε όμως η ζωή έγινε καρέ και ποιος είσαι εσύ που θα κρατήσεις το χρόνο;
Συνηθίζουμε να λέμε ότι η ζωή μας αξίζει να είναι ταξίδι, αλλά εσύ το παράκανες. Έκανες αξιοθέατο τη ζωή σου κι αντί να τη ζήσεις προσπαθείς έντρομος να φυλακίσεις τα αξιοθέατά της μέσα σε εικόνες. Δε σε αδικώ, ίσως είναι λίγες οι χαρές που αξίζουν, ίσως το ότι το γνωρίζεις είναι αυτό που σε κάνει να φοβάσαι.
Ο φόβος σου ότι δε θα υπάρξουν άλλες σε νικάει και προσπαθείς να κρατήσεις αυτές που έχουν έρθει. Προσπαθώντας όμως να κερδίσεις μερικές στάλες ευτυχίας στο χρονοντούλαπό σου, χάνεις τις ολοζώντανες εικόνες στο παρόν σου και τελικά τι ζεις; Ρητορική η ερώτηση, γιατί με το «τίποτα» δεν τα έχω καλά.
«Ευτυχής» και μόνος κατάντησες. «Ευτυχής» και μόνος εσύ κι οι φωτογραφίες σου. Με μερικούς φίλους που χαθήκατε σε μερικά «θα τα πούμε» να κοσμούν το κάδρο σου. Με τους γονείς σου που έχεις καιρό να επισκεφτείς κι έγιναν φωνές σε ένα τηλέφωνο. Με τον πρώτο σου έρωτα στο πορτοφόλι, με τον οποίον δε θυμάσαι καν πώς χαθήκατε και ποια ήταν η τελευταία φορά που τον είδες. Με την τούρτα απ’ τα εικοστά σου γενέθλια που είχε άρωμα φράουλας και τώρα εσύ τριάντα κι εκείνη να μυρίζει χαρτί.
Οι πραγματικά ευτυχισμένοι άνθρωποι δεν έχουν καμία φωτογραφία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κανένα παγωμένο χαμόγελο να κοσμεί το τζάκι στο σαλόνι τους, καμία σκονισμένη κορνίζα με μια δήθεν οικογενειακή στιγμή, που τραβήχτηκε λίγο πριν ξεκινήσει ο καβγάς σε εκείνο το μεσημεριανό τραπέζι. Οι πραγματικά ευτυχισμένοι άνθρωποι δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με την τεχνολογία, γιατί ζουν και δεν προλαβαίνουν.
Ο καλύτερος φακός της ζωής μας και ο πιο εξελιγμένος τεχνολογικά, ώστε να μην ξεθωριάζει τίποτα που αξίζει, είναι ο εγκέφαλος κι η καρδιά. Εκείνος που θυμάται το πρόσωπο της μάνας την ώρα που τον περιμένει στο αεροδρόμιο και χαμογελάει. Εκείνος που θυμάται τη χαρά που ένιωσε όταν είδε το όνομα του αναρτημένο στη λίστα με τους επιτυχόντες στα πανεπιστήμιο.
Εκείνος που χαμογελάει κάθε φορά που θυμάται το τραπέζι που σηκώθηκε στον αέρα όταν η αγαπημένη του ομάδα πέτυχε εκείνο το πολυπόθητο γκολ που την έκανε να ανέβει κατηγορία. Εκείνος ο άνθρωπος που έχει πολλά να διηγηθεί όχι επειδή κατάφερε να τα καταγράψει σε τεχνολογικά κουτιά, αλλά επειδή τα έκλεισε βαθιά μέσα του.
Εκείνος που κατάφερε να χαράξει σε ταμπέλα στην εθνική οδό Αθηνών-Κορίνθου ένα «Ρένα, σ’ αγαπώ» κι ας σκέπασε η σκόνη του χρόνου τον έρωτά τους. Εκείνος που έζησε κι εκείνος που ένιωσε κι όχι εκείνος που έκοψε την ευτυχία για να τη χωρέσει σε φωτογραφία.
Τρέξε να ζήσεις και πέτα τις μαγνητοσκοπημένες αναμνήσεις, ούτως ή άλλως τα χρώματα, οι μυρωδιές και τα συναισθήματα δε χωράνε σε γυαλιστερά χαρτιά και σε μνήμες κινητών.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη