Ξέρουν οι άνθρωποι όταν θέλουν να παραδοθούν στον έρωτα και στο φευγιό. Να ζήσουν μια ιστορία που αξίζει να ειπωθεί. Κάτι που θα λένε στα εγγόνια τους και θα τρέχουν δάκρυα από τη νοσταλγία. Κάτι που όταν το θυμάσαι, θα ανατριχιάζει το πετσί σου. Θέλουν να το ζήσουν στο φουλ, στο έπακρο, να δώσουν το εκατό τοις εκατό του εαυτού τους, της ενέργειάς τους. Θέλουν αλλά δεν μπορούν; Δεν πρέπει; Τι τους σταματά;
Κι ίσως ο ένας από τους δύο να παροτρύνει στο να ενδώσουν στον αυθορμητισμό, να τα παρατήσουν όλα και να ζήσουν έναν έρωτα μακριά από ό,τι έχουν γνωρίσει έως τώρα. Εκείνη τη στιγμή η καρδιά λέει ναι, με τα χίλια. Δεν τους σταματά τίποτα και κανείς. Τι έχουν να χάσουν;
Κι όμως ξυπνάνε το επόμενο πρωί άλλοι άνθρωποι. Που δεν ακούνε την καρδιά, αλλά το μυαλό. Έχουν τόσα πράγματα εδώ που τους κρατάνε. Σημαντικά κι ασήμαντα. Πώς γίνεται να τα παρατήσουν και να ακολουθήσουν μια πορεία αντίθετη με όσα έχουν χτίσει έως τώρα; Ο κόπος που έκαναν τόσο καιρό, τζάμπα; Οι ανθρώπινες σχέσεις που έχουν συνάψει, θα χαθούν; Το σπίτι τους, η δουλειά τους, οι δικοί τους, οι συνήθειές τους.
Είναι τόσα που πρέπει να επεξεργαστεί κανείς πριν πάρει την απόφαση να εγκαταλείψει. Μα γιατί; Η ιστορία έχει δείξει πως ο άνθρωπος όσο εύκολα συνηθίζει, άλλο τόσο γρήγορα ξεχνά. Πάρε παράδειγμα μια απώλεια, έναν χωρισμό ή μια μετακόμιση. Στην αρχή πονά. Θα κλάψεις, θα νευριάσεις, θα μείνεις μία εβδομάδα στο κρεβάτι ή θα ξεχάσεις να φας για δύο μέρες. Θα δυσκολευτείς, θα παραπονεθείς, μα στην τελική δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά να συνηθίσεις.
Πόσο μάλλον όταν αυτή η αλλαγή είναι κάτι τόσο έντονο όσο μια ιστορία πάθους. Τι θα ήταν η ζωή χωρίς το πάθος άραγε; Γιατί κλεινόμαστε σε κουτάκια και δεν αφήνουμε την έξαψη να κυριαρχήσει στη φυσική συνέχεια των πραγμάτων; Στη στιγμή. Έτσι θα έπρεπε να λαμβάνονται οι αποφάσεις. Χωρίς δεύτερες σκέψεις. Με μόνο μπούσουλα το ένστικτο. Και ας μη βγει. Δεν πρέπει πρώτα να το ζήσεις; Να πεις ρε φίλε εγώ το έκανα, με εμπιστεύτηκα και αν απέτυχε, τι έγινε; Τελειώνει η ζωή; Χάνονται οι ευκαιρίες; Σαλπάρει το καράβι;
Η ηλικία. Η καριέρα. Τα χρήματα. Οι φίλοι. Η οικογένεια. Λίγα από τα αμέτρητα πράγματα που άθελά τους μπορούν να αποτρέψουν την ευκαιρία να ζήσεις μία περιπέτεια έρωτα σχεδόν κινηματογραφική. Χωρίς πλάνο. Με πολλή ζωντάνια. Χωρίς προετοιμασία. Αλλά με θέληση και σπίθα.
Γιατί το σκέφτομαι κι εγώ τόσο πολύ; Πόσο δύσκολο είναι να πω «άντε γεια» σε ό,τι μου φέρνει μιζέρια και μετριότητα; Γιατί κάθομαι σε ένα γκρι δωμάτιο όταν θα μπορούσα να το εμπλουτίσω με κόκκινες και πράσινες πινελιές, να αποκτήσει χαρακτήρα και να με μεταφέρει αυτόματα σε μία κατάσταση Νιρβάνας;
Σκέφτομαι. Αναλύω. Μετρώ πιθανότητες και ρίσκα. Όπως κι εκείνοι, που αφήνουν το πάθος γιατί δε βγαίνει τέλεια η διαίρεση. Τα νούμερα φέρνουν πολύ συχνά την επιτυχία, μα τι συμβαίνει με την ευτυχία; Το πάθος στη ζωή δε λογαριάζει ούτε αριθμούς, ούτε λέξεις, ούτε σχεδιαγράμματα. Παρά μόνο ψυχή.
Πάρε παράδειγμα το αγαπημένο σου φαγητό. Γυρνάς σπίτι μετά από πολλή κούραση και πήξιμο. Μαγειρεύεις, παραγγέλνεις, ξεπαγώνεις δεν ξέρω εγώ τι και το απολαμβάνεις. Αν όμως πριν το φας, κάτσεις και σκεφτείς πόσες θερμίδες περιέχει, τι ποσότητα αναλογεί στην καθημερινή ενεργειακή σου πρόσληψη, πως αν το φας θα νιώθεις τύψεις για δύο μέρες, πάει. Χάθηκε η απόλαυση. Έφυγε η στιγμή. Πέταξε η ευκαιρία να νιώσεις κάτι.
Έτσι πιστεύω χάνονται και οι πιο πολλές εμπειρίες που θα μπορούσαμε να ζήσουμε, αλλά τελικά μένουμε σε αυτά που ξέρουμε και αυτά που νομίζουμε ότι πρέπει. «Πρέπει να έχω την τάδε ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα. Αυτά τα όνειρα είχα. Εκεί επένδυσα. Πρέπει να είμαι με έναν άνθρωπο που πληροί τις κοινωνικές προϋποθέσεις που έχω βάλει εγώ ή άλλοι για τον σύντροφο που μου αναλογεί».
Δεν μπορούμε να βάλουμε όρους στην αγάπη και στον έρωτα. Όσο προσπαθούμε να αποτρέψουμε έναν έρωτα που μπαίνει αναπάντεχα στη ζωή μας και μας ξυπνάει από τον λήθαργο, τόσο πιο πολύ απογοητεύουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, τόσο πιο βαρετοί γινόμαστε και εν τέλει, τόσο μένουμε στάσιμοι, στα ίδια τα γνωστά τα μέρη.
Ποιανού η ζωή θα γίνει ταινία όμως; Εσένα που φέρθηκες σύμφωνα με τα πρότυπα και την καθημερινότητα που είχες κατασκευάσει; Ή εσένα που τόλμησες, βγήκες έξω από τα νερά σου, ενέδωσες στο πάθος, αφέθηκες στα χέρια κάποιου που δίχως καμία βεβαιότητα σου ταίριαζε, αλλά παρ’ όλ’ αυτά πίστεψες ότι μπορείς και άκουσες το σώμα και την καρδιά σου; Κάποιοι το αποκαλούν carpe diem και άλλοι επιπολαιότητα, μα λίγοι είναι αυτοί που όντως θα άλλαζαν την καθημερινότητά τους για κάτι τέτοιο. Εσύ;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου