Γράφει η Λόλα Χαραλάμπου
Υπάρχουν μέρες που αναρωτιέμαι αν αξίζει τον κόπο. Είναι εκείνες οι στιγμές που ουρλιάζω σαν υστερική προσπαθώντας να μʼακούσεις χωρίς να λες τα δικά σου.
Εσύ μʼαγνοείς επιδεικτικά με μια απόρριψη κλήσης ή με την εξαφάνιση σου για μερικά εικοσιτετράωρα.
Δεν είσαι εύκολος άνθρωπος, ούτε κατά διάνοια. Μου το ʼχες πει στον πρώτο καφέ που ήπιαμε οι δυο μας, εκείνο το μεσημέρι του Φεβρουαρίου.
Απλά δε περίμενα ότι μέσα στο δύσκολο του χαρακτήρα σου, θα είχα νʼαντιμετωπίσω τα δευτερόλεπτα που με μισείς, όταν θολωμένος από τα νεύρα, ισοπεδώνεις τα πάντα άνευ τύψεων.
Η απόσταση δε βοηθάει τα σκαμπανεβάσματα σε μια σχέση, αντιθέτως εντείνει τα πράγματα και τα ωθεί στʼάκρα.
Έτσι κι αλλιώς , εμείς δε μπορούμε να έχουμε μια φυσιολογική καθημερινότητα όπως όλοι, αφού ο τρόπος που συνυπάρχουμε είναι πολύ διαφορετικός και διπλά δύσκολος.
Δεν μπορούμε να δώσουμε ραντεβού για σινεμά και σε μισή ώρα να είσαι εκεί. Δεν μπορώ να έρθω να σου δώσω ένα φιλί τις ώρες που παραπονιέσαι ότι σου λείπω.
Ούτε γίνεται να βιώσουμε το σκηνικό ενός καβγά, όπου το αγόρι φέρεται σα μαλάκας, το κορίτσι γκρινιάζει κι αφού παίξουν μπουνιές, κάνουν έρωτα στο πάτωμα μέχρι τα ξημερώματα.
«Είναι πουτάνα η απόσταση» , μου ʼχες γράψει μια φορά κι είχες απόλυτο δίκιο. Πέραν από αυτά που μας εμποδίζει να μοιραστούμε, ρίχνει λάδι στη φωτιά της αμφιβολίας όταν είμαστε χώρια. Όταν μʼαφήνεις να βράζω στη σιωπή σου, θυμώνω για το πακετάρισμα των ρούχων, τις τσάντες που φορτώνομαι στον ώμο, τις ώρες που τρώω καθ οδόν και για τα χιλιόμετρα που καταπίνω για να βρεθώ κοντά σου.
Λυγίζω και φωνάζω «Ως εδώ! Τέρμα!» και πνίγομαι στους λυγμούς, για αυτή την ιστορία χωρίς happy end.
Έπειτα όμως, κοιτώ τα μηνύματά σου, εκείνα που μου λες ότι μένουν δυο μέρες και τέσσερις ώρες μέχρι να με δεις. Καταπίνω εγωισμούς και περηφάνιες και σε παίρνω τηλέφωνο για να σου πω ότι είσαι βλάκας, ότι σʼαγαπώ και να σιχτιρίσω που δεν μπορώ να διακτινιστώ εκεί.
Είναι παρανοϊκοί όσοι τολμούν να ερωτεύονται από μακριά, ποιος είπε το αντίθετο;
Χρειάζονται αντοχές και γερό στομάχι. Και πρέπει να γουστάρεις πολύ τον σύντροφο σου, πολύ παραπάνω από αυτόν που έχει τη πολυτέλεια να βλέπει τον δικό του κάθε μέρα, καθώς οι σχέσεις από απόσταση δεν στηρίζονται στην συνήθεια αλλά στην λαχτάρα και την προσμονή.
Αν η συναισθηματική σου κλίμακα φτάνει μέχρι το 100, πρέπει να την ξεχειλώσεις ή να φτιάξεις καινούργια που νʼ ακουμπά το 1000. Αλλιώς, μένεις από λάστιχο στα πρώτα χιλιόμετρα και τελικά δε φτάνεις ποτέ στον προορισμό σου. Κάνεις μεταβολή και γυρνάς σπίτι με τα πόδια, με το απωθημένο του ανεκπλήρωτου ταξιδιού να καίει τα σωθικά.
Με έχεις ρωτήσει άπειρες φορές αν το έχω μετανιώσει. Δε σου απάντησα ποτέ. Όχι, δεν έσφιξα κανένα «ναι» πίσω από τα δόντια, απλά την απάντηση στην έδωσα γεμίζοντας τη διπλανή καρέκλα.
Αν μου έδιναν την επιλογή να γυρίσω τον χρόνο πίσω, θα πατούσα συνεχώς το κουμπί rewind σε κάθε μεσημέρι Σαββάτου που κατεβαίνω από το λεωφορείο και σε βλέπω να με περιμένεις φορώντας τα rayban γυαλιά σου, με τον καφέ στο χέρι. Θα διάλεγα να ζω πάλι και πάλι εκείνα τα λεπτά που χώνεις τη μύτη σου στα μαλλιά μου κι έπειτα με σηκώνεις στον αέρα, λέγοντας μου στο αυτί «Επιτέλους, ήρθες!».
Μπορεί οι δικές μας στιγμές να είναι λίγες και η κοινή ζωή μας συμπυκνωμένη, μπορεί να τρέχουμε σαν τρελοί να συλλέξουμε όσες περισσότερες αναμνήσεις γίνεται βγάζοντας μανιωδώς φωτογραφίες. Μπορεί να κοιμόμαστε πάντα λίγο προκειμένου να μένουμε περισσότερο χρόνο μαζί και να υστερούμε σε σχέση με τους υπολοίπους που μπορούν να περνάνε εβδομάδες ολόκληρες ο ένας δίπλα στον άλλον.
Δε θα μπορέσω να σου φτιάξω πρωινό πριν φύγεις για δουλειά και δε θα γελάσεις λέγοντας μου ότι μοιάζω με τον Hulk μʼεκείνη τη πράσινη αηδία στη μούρη μου που αποκαλώ μάσκα ομορφιάς.
Δε θα είμαι στη θέση του συνοδηγού να μοιράσω μούντζες μαζί σου στον γκαβούλιακα που σε τράκαρε και δε θα με κράξεις που γουρουνιάζω με σοκολάτες στον καναπέ, ενώ είχα υποσχεθεί ότι θα ξεκινήσω δίαιτα.
Θα χάσω καλές στιγμές σου. Θα λείπεις από τις κακές δικές μου.
Σου υπόσχομαι όμως, πως σʼεκείνες τις λίγες ώρες που θα είμαι μαζί σου θα χωρέσω όλες τις λεπτομέρειες που δεν μπόρεσες να δεις από κοντά και θα κάνω χώρο για όλες τις δικές σου ιστορίες που γράφτηκαν κατά την απουσία μου. Θα τις στριμώξω στη βαλίτσα και θα τις πάρω μαζί μου, για να έχω κάτι από σένα να μου κάνει παρέα τα βράδια που θα χωρίζουν τα όνειρά μας δυο διαφορετικά κρεβάτια και κάτι χιλιάδες μέτρα απόσταση.
Όσο υπάρχουν δρόμοι θα ʼρχομαι κι αν σταματήσουν να υπάρχουν, θα χτίσω δικές μου γέφυρες που θα μʼεπιστρέφουνσʼαυτό που ονομάζω εγώ σπίτι.