Σύγκριση. Για οτιδήποτε υπάρχει στον κόσμο, για οποιαδήποτε έννοια, σκοπό, στόχο, άνθρωπο, αξία, συναίσθημα υπάρχει κάποιο μέτρο σύγκρισης. Είναι στη φύση του ανθρώπου να συγκρίνει και να ανταγωνίζεται. Συγκρίνεις καταστάσεις, πρόσωπα, ιστορίες για να μπορέσεις να καταλάβεις αν είσαι καλύτερα ή χειρότερα από κάποια άλλη περίοδο της ζωής σου, αν έχεις κάνει καλύτερη επιλογή σε σχέση με μια προηγούμενη, αν διάλεξες το «καλύτερο από», «πιο όμορφο από», «πιο εντυπωσιακό από», «ωραιότερο από».
Συνειδητά ή υποσυνείδητα ψάχνεις απαντήσεις και καλώς ή κακώς μόνο η σύγκριση μπορεί να σε κάνει να αποκτήσεις μια εικόνα αυτού που ψάχνεις. Η σύγκριση υπάρχει λοιπόν σαν εργαλείο για να αποτιμήσεις ποσοτικά ή ποιοτικά κάποια μεγέθη. Η κρίση είναι ένα στοιχείο που επηρεάζεται από το συναίσθημα και πολλές φορές τείνει να μεροληπτεί. Σκέψου λοιπόν να μπεις στη διαδικασία να συγκρίνεις ανθρώπους που έζησες μαζί τους, καταστάσεις σε διαφορετικές συνθήκες και προσπαθώντας μέσω αυτής της διαδικασίας να λάβεις μια απόφαση για το μέλλον σου.
Ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου είναι η επιλογή σου μια δεδομένη χρονική στιγμή υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν στη ζωή σου εκείνη τη στιγμή. Καλή ή κακή επιλογή, συνήθως αυτό το κρίνεις όταν βγαίνεις από την κατάσταση και τη σχέση που βρίσκεσαι κάνοντας τον απολογισμό σου- αφού περάσει και λίγο ο χρόνος και μπορείς να έχεις μια κάποια αντικειμενικότητα. Είναι σχεδόν αδύνατον όμως, να χωρέσεις τις απίστευτα πολλές αποχρώσεις μιας προσωπικότητας στο τσουβάλι της σύγκρισης. Πάντα κάτι θα ξεχνάς, αδικώντας το άτομο που συγκρίνεις.
Προφανώς και θέλεις το καλύτερο για σένα κι υποσυνείδητα πάντα κατατάσσεις και βάζεις σε κάποιες διακριτές θέσεις ανθρώπους που ερωτεύτηκες, που σε έκαναν να νιώσεις αναπάντεχα δυνατά ή έζησες έντονες εμπειρίες κοντά τους. Τέτοιοι άνθρωποι όμως, ειδικά αν έφυγαν από τη ζωή σου κι αποτελούν παρελθόν, σού έδωσαν ίσως έναν αρκετά καλό λόγο να μη θέλεις να συγκρίνεις κάποιον άλλον μαζί τους.
Γιατί ο άνθρωπος που αυτή τη στιγμή είναι δίπλα σου και σού ζεσταίνει το χέρι, όσο καλός κι αν ήταν κάποιος άλλος, είναι διαφορετικά καλός. Αυτός που πίνεις το καφέ σου μαζί του, τόν φιλάς το βράδυ πεταχτά πριν το Play στην ταινία, που σε γυρνάει μια σβούρα μες στο σπίτι γιατί σάς ήρθε να χορέψετε, είναι ελκυστικός. Περισσότερο ή λιγότερο, κανείς δεν μπορεί να πει. Είναι σαν να προσπαθείς να λύσεις μια εξίσωση στο χέρι με είκοσι παραμέτρους, που η κάθε μια παίρνει και καμιά δεκαριά μεταβλητές. Αδύνατον. Και γιατί να θέλεις να τη λύσεις;
Το μοναδικό μέτρο σύγκρισης που θα έπρεπε να έχεις για να δεις αν καλύπτεσαι συναισθηματικά είναι το να συγκρίνεις τις δικές σου σταθερές. Εσένα σε σχέση με εσένα. Είναι το μόνο μέγεθος που μπορεί να είναι αξιόπιστο έτσι ώστε η διαδικασία να φτάσει σε αποτέλεσμα. Καθώς είσαι σε θέση να βάλεις σε μια σειρά όλα εκείνα που μοιάζουν τόσο, ή διαφέρουν τόσο, που είναι τελικά συγκρίσιμα. Σαν μια διαδικασία αυτοπαρατήρησης που σε οδηγεί σε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα σου. Είναι απλό. Θυμάσαι πώς έπραττες-ήσουν-ένιωθες, σε σχέση με το πώς πράττεις-είσαι-νιώθεις τώρα.
Αυτή θα έπρεπε να είναι και η μοναδική σύγκριση για να δεις την πραγματική πρόοδο εντός σου και να αξιολογήσεις τη σχέση σου χωρίς να τη βαθμολογήσεις με «διαγωγή κοσμιοτάτη». Γιατί μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου πάντα είναι αυτή που είναι πιο κοντά στο κέντρο σου, που είναι πιο συνειδητή, άρα αγαπάει και πληρέστερα. Γιατί ο καλύτερος εαυτός σου γνωρίζει τι σημαίνει αδικία και πώς αισθάνονται όσοι αδικούνται ή όσοι αδικούν. Γιατί η σύγκριση είναι πάντα λάθος όταν πάει να βγάλει νικητή και χαμένο. Αξίζει μόνο, όταν μάς βοηθάει να καταλάβουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια την απόσταση και την κατεύθυνση αυτής, που έχουμε διανύσει. Αξίζει μόνο όταν είναι ο Βορράς μας για να μη χαθούμε κάνοντας κύκλους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου