Πιάνουμε συχνά τον εαυτό μας να αμφιβάλλει συνεχώς για όσους έχουμε απέναντί μας. Μια αέναη διαδικασία συνειδητού κι ασυνείδητου ελέγχου, που περιστρέφεται γύρω από το αν όσα ακούμε και βλέπουμε είναι αληθινά, εάν ο τρόπος που βολιδοσκοπούμε την κατάσταση τελικά μάς βγάζει χρεωμένους.

Διόλου ασυνήθιστο το σκηνικό, σχεδόν γνώριμο σε όλους μας. Σε σχέσεις με φίλους, συντρόφους, ακόμα και με άτομα πέραν του στενού κι αγαπημένου μας κύκλου, θα τύχει έστω και μια φορά να γεννηθεί η εξής βασανιστική ερώτηση: «Τώρα εγώ τι να πιστέψω;» Με μια πρώτη ματιά θα πει κανείς πως πρόκειται για μια στάση φυσιολογική, που εκλαμβάνεται πλέον ως συμπεριφορά αφιλτράριστη. Η αλήθεια όμως σίγουρα βρίσκεται κάπου αρκετά μακριά.

Για να το πάρουμε από την αρχή: όσους έχουμε γύρω μας, τους επιλέξαμε γιατί μας προσφέρουν κομμάτια που μας λείπουν, μας δίνουν αγάπη και σιγουριά ότι την αξίζουμε, μας κάνουν λίγο καλύτερους χωρίς να το ζητάμε. Με τη σειρά μας ανταποδίδουμε ο καθένας με μοναδικό και ξεχωριστό τρόπο κι έτσι λέμε πια πως έχουμε «δικούς μας» ανθρώπους. Κάπου εδώ βγαίνει ξανά στην επιφάνεια το αρχικό ερώτημα της αμφιβολίας. Γιατί τελικά είμαστε ανασφαλείς και δύσπιστοι απέναντι σε πράξεις και λόγια ανθρώπων που θεωρούμε κι έχουμε εντάξει στον κύκλο εμπιστοσύνης μας; Φταίνε αυτοί που μας προκαλούν τέτοια συναισθήματα ή εμείς έχουμε γίνει άπληστοι με όσα μάς χαρίζονται;

Κάπου στη μέση οι απαντήσεις, γιατί ως γνωστόν όπου η ευθύνη δεν ισομερίζεται έχουμε ζυγίσει τα πράγματα λάθος. Το σύνηθες είναι, σε καταστάσεις που μας φέρνουν σε δύσκολη θέση, όπου και διστάζουμε για το επόμενό μας βήμα, να βρίσκουμε φταίχτες τους πάντες, μέχρι να γυρίσουμε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη. Το μπαλάκι πάει στον απέναντι, με τη δικαιολογία για σένα έτοιμη και προγραμματισμένη στο κεφάλι σου, να παίξει την κατάλληλη στιγμή ώστε να σ’ απαλλάξει από το βάρος της ευθύνης. Έτοιμη να στρέψει το πρόβλημα προς άλλη κατεύθυνση- αυτή που μας κάνει να εθελοτυφλούμε.

Είναι βάρος να αποδεχτεί κανείς ότι ίσως είναι λάθος, ίσως οι δικές του πράξεις τον φέρνουν σε αμηχανία και σύγκρουση είτε με τον εαυτό του, είτε με τους γύρω του, που στο τέλος άδικα ή όχι, θα δεχτούν τα βέλη. Το πρόβλημα ξεκινά και καταλήγει σε εμάς τους ίδιους, αφού κάθε σκέψη παίρνει τη μορφή που εμείς της επιτρέπουμε. Σε πράγματα απλά, σε παρεξηγήσεις και καβγάδες με φίλους, σε εκδηλώσεις αγάπης ή και σε ηχηρές συγγνώμες  από το ταίρι μας, άθελά μας υψώνεται ένας νοητός τοίχος που φέρει επάνω του τη δυσπιστία μας.  Αιτία του κακού, η δική μας αφανέρωτη στάση.

Και για να γίνουμε πιο σαφείς, στα περισσότερα που μας συμβαίνουν, αν όχι σε όλα, ένα κομμάτι του εαυτού μας μένει πίσω, αμέτοχο στις αντιδράσεις που με τον καιρό μαρτυρούν ποιοι είμαστε κι αφήνουν τη σφραγίδα μας στην εκάστοτε σχέση μας. Φοβόμαστε να πούμε όλα όσα σκεφτόμαστε, γιατί θα φανούμε αδύναμοι, τρέμουμε πολλές φορές να εξομολογηθούμε όλη την αλήθεια, λες και περισσότερη σημασία έχει το τι θα πιστέψουν για εμάς, ακόμα κι αν αυτό δε μας αντιπροσωπεύει. Οι σχέσεις με τους ανθρώπους γίνονται ολοένα και πιο δύσκολες, επειδή δεν τους αφήνουμε άλλο δρόμο, σαν να προδιαγράφουμε την πορεία τους εγκλωβίζοντάς τις σε ένα σενάριο ρηχό , χωρίς αλήθεια μέσα του. Κι αν οι φόβοι μας βγουν αληθινοί, η ευθύνη των άλλων γιατί να βαραίνει τη ζυγαριά πιο πολύ από τη δική μας;

Η λύση είναι μπροστά μας και με μια λέξη θα την πούμε. «Ειλικρίνεια» απέναντι στον εαυτό μας, που με τα λάθη του και τα σωστά του μας φέρνει στο σήμερα. Ειλικρίνεια απέναντι σε αυτούς που μας στέκονται και κάνουν εύκολα όσα εμείς δυσκολεύουμε- ακόμη κι αν σε στιγμές θολούρας αυτό το προνόμιο δεν το βάζουμε στη ζυγαριά. Μόνο εάν απλώσει κανείς στο τραπέζι όλα του τα χαρτιά, έχει τη δυνατότητα να χειριστεί την πραγματικότητα και να κυλήσει με αυτήν, να αγαπήσει περισσότερο, να διστάζει λιγότερο. Ας μην αποφεύγουμε την έκθεση. Τα πηγαία συναισθήματα και οι καθαρές συζητήσεις θα λύσουν τα ερωτηματικά μας και στην επόμενη γωνία θα μας βρουν πιο έτοιμους να τα ξεφορτωθούμε μια ώρα αρχύτερα. Στο κάτω κάτω, πώς θα βρεις το αυθεντικό, εάν πρώτος εσύ δεν το ακολουθήσεις μέσα σου;

 

Συντάκτης: Αλίκη Μουσμούλα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου