Φήμες. Πόσο γρήγορα ταξιδεύουν από στόμα σε στόμα. Από ένα σχόλιο για εκείνη την κοπέλα στη δουλεία που κάθεται μόνη της μέχρι την οικογένεια που ήρθε πρόσφατα στην οικοδομή απέναντι ή ένα γνωστό ζευγάρι της πόλης που ακούσαμε να μαλώνουν στο δρόμο. Όπως φαίνεται, οι φήμες, ιδιαίτερα οι αρνητικής φύσεως, εξιτάρουν το ανθρώπινο μυαλό σε βαθμό που να θέλει να τις μοιραστεί με γνωστούς κι αγνώστους χωρίς να διστάσει να σκεφτεί «μήπως αυτό που αναπαράγω είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας ή ορίων;».
Δεδομένου του τρόπου ζωής μας και των σόσιαλ μίντια, η ταχύτητα μιας ψευδούς είδησης ή δυσφήμησης είναι αστραπιαία. Μπορεί σήμερα να μιλήσουμε με δύο φίλους μας για ένα περιστατικό κι αύριο το πρωί να το ξέρει όλη η πόλη. Κι αυτό είναι τρομακτικό σε ένα βαθμό, κυρίως για την αμεσότητα και το μέγεθος των συνεπειών του. Κι άντε, σε μια μικροκλίμακα όντως είναι σε ένα βαθμό αναπόφευκτο το να αναμεταδίδονται ανακρίβειες με τη λογική του σπασμένου τηλεφώνου, όμως όταν φτάνουν στο βαθμό του ανεξέλεγκτου σε μεγάλο εύρος, αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματα. Ο βαθμός επιρροής αλλά και η θέση μας, πρέπει να μας βάζουν σε σκέψη πριν μιλήσουμε για πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις ιδίως όταν συνοδεύονται από την άγνοια του τι επιπτώσεις θα φέρει η διάδοση μιας φήμης στη ζωή κάποιου.
Το να έρχεται το άτομο σε θέση υπεράσπισης του εαυτού του έναντι μιας ψευδούς είδησης που έχει αρνητικό χαρακτήρα, φέρνει αντιπαραθέσεις, τσακωμούς, κλονισμό εμπιστοσύνης, μπορεί ακόμη να προκαλέσει κατάθλιψη σε κάποιον που νιώθει ανίκανος να διαχειριστεί τις επιπτώσεις της, ή να τις αντιμετωπίσει με λάθος τρόπο, βλάπτοντας περισσότερο την ψυχολογία του. Η κακοποίηση μπορεί να έχει τη μορφή της αναπαραγωγής μιας φήμης ως δυσφήμηση μέσα σε ένα σχολείο, τον χώρο εργασίας μας, τη γειτονιά ή ακόμη και σ’ όλο τον κόσμο γι’ ανθρώπους που είναι ευρέως γνωστοί κι ασκούν επιρροή. Αν αναρωτιόμασταν μια στιγμή πόσο κακό μπορούν να δημιουργήσουν δύο λόγια, τα οποία δεν έχουν κανέναν θετικό και παραγωγικό αντίκτυπο, θα είχαμε μάλλον αποτρέψει πολλά αρνητικά δρώμενα από το να συμβούν.
Γιατί άραγε να βρίσκουμε ενδιαφέρον σε μια φήμη αντί να σκεφτούμε ότι η κοπέλα που κάθεται μόνη της, για παράδειγμα, μπορεί να αντιμετωπίζει προσωπικές μάχες κι εμείς με αυτό που κάνουμε θα την επιβαρύνουμε χίλιες φορές παραπάνω. Γιατί η ενσυναίσθηση είναι πιο βαρετή από το κουτσομπολιό; Είναι λες κι έχουμε αποποιηθεί την ευθύνη που έχει η αναμετάδοση, εφόσον δεν είμαστε η πηγή. Το να βγάζεις δηλαδή μια φήμη είναι εκείνο που κατακρίνεται, το να τη μεταφέρεις όμως σαν το φύλλο ο αέρας, είναι οκ και φυσιολογικό, θεωρώντας πως εφόσον εσύ είσαι ο κούριερ κι όχι ο παρασκευαστής δε φέρεις και καμία ευθύνη για τις συνέπειες.
Κι ως έναν βαθμό, είναι λογικό πως η ανθρώπινη φύση μας, μάς ωθεί στο να ασχολούμαστε με τις ζωές των άλλων. Είτε να τις ζηλεύουμε, είτε να παίρνουμε έμπνευση από αυτές είτε να τις σχολιάζουμε για να αισθανθούμε εμείς λίγο καλύτερα. Καλό θα ήταν, όμως, να μην ανακατευόμαστε με τα πίτουρα όπως λέει και μια παροιμία γιατί θα μας φάνε τελικά κι εμάς οι κότες. Ας κοιτάμε να είμαστε καλά εμείς και να αφήσουμε και τους άλλους στην ησυχία τους. Λίγο πιο πρακτικό αυτό, σωστά;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου