Το βράδυ σε σκέπασε πριν κοιμηθείς και το πρωί σού έφερε καφέ για να ξυπνήσεις. Κάπου προς το μεσημεράκι σού θύμισε το τηλεφώνημα που είχες να κάνεις αφού ήξερε πως σίγουρα το είχες ξεχάσει. Την ημέρα που γύρισες χάλια από τη δουλειά, κανόνισε να πάτε για περπάτημα που σε χαλαρώνει κι ας ήταν πτώμα. Σε αγκάλιασε σφιχτά, σε φίλησε στο μέτωπο και σου χάιδεψε τα μαλλιά. Όμως δε σου ‘πε «σ’ αγαπώ» κι εσύ αναρωτιέσαι. Μήπως δε σ’ αγαπάει; Μήπως δε νιώθει σιγουριά για όσα αισθάνεται; Μήπως αποφεύγει κάτι που εσύ ήδη νιώθεις;
Δε λένε όλοι οι άνθρωποι «σ’ αγαπώ». Τουλάχιστον όχι με λόγια. Όχι με λέξεις γραμμένες σε χαρτί ή σε μια οθόνη ούτε με φωνή τρυφερή το βράδυ. Δε θα σου κάνουν κομπλιμέντα μα θα δεις το χαμόγελό τους μεγαλύτερο από το δικό σου σε κάθε σου επιτυχία. Δε θα σε αποκαλέσουν με υποκοριστικά τρυφερά ούτε θα σε παρομοιάσουν με κάτι αξιαγάπητο. Το πιο πιθανό είναι να σου «κολλήσουν» παρατσούκλι χειρότερο κι από εκείνο που θα μπορούσαν να σκεφτούν οι κολλητοί σου. Δε θα σου φέρουν λουλούδια μα ένα γλαστράκι δυόσμο για να εξασκηθείς στα mojito. Δε θα σχολιάσουν τι φοράς όταν ντύνεσαι όμορφα, μα όταν κάνεις λάθος συνδυασμούς στα ρούχα θα σου προτείνουν χωρίς δεύτερη σκέψη να αλλάξεις. Δε θα σου στείλουν σεντόνια μηνυμάτων όταν είστε μακριά μα όταν σε δουν θα σε σφίξουν τόσο δυνατά που νομίζεις πως θα σπάσεις.
Όλοι θέλουν να νιώθουν πως τους αγαπούν, οι περισσότεροι λυγίζουν στο άκουσμα της λέξης. Είναι υπέροχο να ξέρεις πως κάποιος σε αγαπά και σου το λέει. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που όσο δυνατά κι αν αγαπούν, δεν πρόκειται να το εκφράσουν με λέξεις. Τον λόγο τον ξέρουν οι ίδιοι. Σε καμία περίπτωση δεν το κάνουν επειδή θέλουν να κρατήσουν κρυφά τα συναισθήματά τους. Το πιο πιθανό είναι πως θεωρούν τη λέξη «σ’ αγαπώ» περιττή. Γιατί το «σ’ αγαπώ» είναι κατάσταση, δεν είναι ένα απλό ρήμα. Και καμία ανάγκη δεν έχει κανείς να την ακούει όταν κάθε πράξη του άλλου δηλώνει κάτι παραπάνω από αγάπη.
Είναι εγωιστικό να θέλεις να ακούσεις «σ’ αγαπώ» όταν το αντιλαμβάνεσαι καθημερινά μέσα από πράξεις. Το «σ’ αγαπώ» δεν το ακούς, το βλέπεις. Αν νιώσεις προβληματισμένος που το ταίρι δε σου λέει «σ’ αγαπώ» αλλά στο δείχνει με κάθε του κίνηση, ο προβληματισμός θα πρέπει να στραφεί στην ανασφάλειά σου. Είναι σαν να βλέπεις κάποιον να μαγειρεύει και να θέλεις να ακούσεις πως σε λίγο θα ετοιμάσει φαγητό. Κατάλαβες; Το «σ’ αγαπώ» σε κάποιες περιπτώσεις είναι περιττό.
Το ότι εσύ νιώθεις την ανάγκη να το λες, σημαίνει πως οι πράξεις σου δεν είναι αρκετές; Κι αν είσαι σε μια σχέση που έπειτα από κάθε λέξη λέτε «σ’ αγαπώ» σημαίνει πως δεν το αποδεικνύετε έμπρακτα; Η απάντηση είναι και πάλι «όχι». Καθένας εκφράζεται όπως επιθυμεί. Το ποιες λέξεις θα χρησιμοποιήσεις για να δείξεις τι αισθάνεσαι είναι ξεκάθαρα υποκειμενικό θέμα. Σκέψου όμως πόση βαρύτητα έχει μια λέξη που τη χρησιμοποιείς πιο συχνά κι από την ανάσα σου. Πόσες φορές θα πεις «σ’ αγαπώ» με το στόμα και πόσες με την καρδιά. Δεν είναι ότι δεν το εννοείς όσες φορές το λες όμως δε νιώθεις πάντα την ανάγκη να το πεις, έχει γίνει συνήθεια. Κι αυτό είναι πασιφανές και στο ταίρι, ξέρει ότι το λες επειδή το έχεις βάλεις στη λεκτική σου ρουτίνα. Άρα ποιο το νόημα να χρησιμοποιείς μια τόσο βαριά λέξη σε ελαφριές καταστάσεις;
Μήπως τελικά όσοι δε λένε «σ΄ αγαπώ» αγαπούν πιο δυνατά; Μήπως έχουμε μάθει να κάνουμε κατάχρηση των λέξεων και έχουμε υποβαθμίσει τη σημασία τους; Μήπως όσοι δε λένε «σ΄ αγαπώ» έχουν αντιληφθεί λίγο καλύτερα το νόημα της λέξης; Ίσως ναι, μπορεί και όχι. Το μόνο σίγουρο είναι πως το «σ΄ αγαπώ» δεν αποτελεί απαραίτητο στοιχείο σε μια σχέση. Τουλάχιστον όχι λεκτικά.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.