Το πότε, το πώς και -κυρίως- το ποιος θα πρωτοπεί το «σ’ αγαπάω» σε μια ερωτική σχέση είναι ζητήματα που αφενός είναι εντελώς υποκειμενικά και αφετέρου δεν απασχολούν στον ίδιο βαθμό τον κάθε άνθρωπο. Άλλος έχει ανάγκη να το ακούει κάθε πρωί, σε άλλον το βγάζεις με το τσιγκέλι και τον παράλλο δεν τον ενδιαφέρει να το ακούσει καν, αρκεί να το νιώθει και να το επιβεβαιώνει μέσα από τις πράξεις του συντρόφου του, γενικά οι διαστάσεις του θέματος είναι πολλές, με άπειρες διακλαδώσεις μεταξύ τους. Όλοι οι «κανόνες» ωστόσο καταρρίπτονται εν ριπή οφθαλμού, εκτός από έναν: τα «σ’ αγαπάω» είναι βαριές λέξεις και καλό είναι και να χρησιμοποιούνται με μέτρο ώστε να μη χάνουν την αξία τους και -φυσικά- όχι μόνο να λέγονται, αλλά και να εννοούνται.
Ούτε ιδανικός τρόπος υπάρχει, ούτε ιδανικός τόπος. Αυτό που έχει σημασία είναι η αλήθεια πίσω από τις λέξεις και η ανάγκη του καθενός μας είτε να τις εκφράσει είτε να τις ακούσει. Ωστόσο, υπάρχουν φορές που το «σ΄ αγαπάω» καλό θα είναι να αποφεύγεται να λέγεται, αλλά και να πιστεύεται από όποιον το ακούει. Όχι απαραίτητα γιατί δεν είναι αλήθεια, αλλά διότι τη δεδομένη στιγμή μπορεί να εξυπηρετεί άλλους σκοπούς, πιο ιδιοτελείς, ή να εκφραστεί σε στιγμές πολύ έντονης συναισθηματικής φόρτισης όπου τα συναισθήματα γενικότερα μεγεθύνονται και μεγαλοποιούνται. Κάτωθι, λοιπόν, οι στιγμές κατά τις οποίες καλό θα ήταν να κρατήσουμε επιφυλάξεις εάν ειπωθούν οι πολυπόθητες δύο λέξεις.
1. Η στιγμή του καβγά
Το να ειπωθεί κατά τη διάρκεια ενός καβγά ένα μεγαλοπρεπές «σ’ αγαπώ» είναι κάτι που θα έπρεπε να ποινικοποιηθεί· γνώμη μου πάντα. Ότι αποτελεί επιχείρημα, ας πούμε; Ότι πρέπει να ξεχάσουμε επιτόπου το λόγο που αρπαχτήκαμε ή την πατάτα που διαπράχθηκε, να σφιχταγκαλιαστούμε και να κατευθυνθούμε ανέμελοι και αγαπημένοι προς το ηλιοβασίλεμα; Ναι, μπορεί να συμβεί κι αυτό, ακριβώς επειδή αγαπιόμαστε, αλλά το να χρησιμοποιούνται τα συγκεκριμένα λόγια για να καλμάρει ο άλλος, είναι κομματάκι ύπουλο και κατά πάσα πιθανότητα θα φέρει και αντίθετα αποτελέσματα.
2. Η στιγμή της ερωτικής πράξης
Ναι, δε διαφωνώ -πολύ- είναι ρομαντικό να ακουστεί κατά τη διάρκεια του κρεβατιού το «σ’ αγαπάω», είναι όμως και ιδιαίτερα ύποπτο να ακουστεί για πρώτη φορά σε μια τέτοια στιγμή, ή να λέγεται μόνο σε τέτοιες στιγμές. Κατά πάσα πιθανότητα κάτι άλλο υπονοείται, ίσως κάτι του στιλ «σε ποθώ», «σε θέλω» και λοιπά, πάντως μη δένουμε κόμπο την αγάπη του άλλου επειδή κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης του ήρθε να μας κάνει ερωτική εξομολόγηση. Ας ζητηθεί καλού κακού μια επιβεβαίωση μετά, για παράδειγμα την ώρα του τσιγάρου, για να είμαστε και σίγουροι ότι θυμάται ότι το ‘πε, όχι τίποτα άλλο.
3. Η στιγμή του χωρισμού
Στατιστικά οι άνθρωποι χωρίζουν γιατί δεν αγαπιούνται πια, γιατί δεν αγαπήθηκαν ποτέ ή γιατί ο ένας από τους δύο σταμάτησε να αγαπάει. Όχι πως δεν υπάρχουν ζευγάρια που οδηγούνται στο χωρισμό παρόλο που αγαπιούνται ακόμα, όμως το να λέμε «σ’ αγαπάω» ή -ακόμα χειρότερα- «μα εγώ σ’ αγαπάω!» κατά τη στιγμή του χωρισμού μόνο πιο δύσκολα κάνει τα πράγματα. Κανένας δε θα μείνει δίπλα μας επειδή εμείς και μόνο αγαπάμε, ξεκάθαρο αυτό, για να μη σχολιάσουμε τώρα και τα κίνητρα από πίσω τα οποία μόνο από ανιδιοτέλεια δε χαρακτηρίζονται, έτσι; Ομοίως, δεν πρέπει να χρυσώνουμε σε κανέναν το χάπι τη στιγμή που έχουμε αποφασίσει να φύγουμε και του το ανακοινώνουμε. Τέλος, κανένα «σ’ αγαπώ» από μόνο του δε θα δώσει άφεση αμαρτιών, ούτε θα λύσει μαγικά τα προβλήματα. Από τη στιγμή που έχει αποφασιστεί η λήξη, το «σ΄ αγαπώ» δε θα κάνει τα πράγματα πιο εύκολα, ούτε πιο ανώδυνα, ούτε κανένας θα μπει στη διαδικασία να αναθεωρήσεις τις αποφάσεις του. Ας ποινικοποιηθεί κι αυτό, μαζί με το άλλο του καβγά, να βρούμε την υγειά μας.
4. Η στιγμή της χάρης
«Έλα κάνε μου το χατίρι, σε μένα που σ’ αγαπάω» και συνοδεύεται και με ένα φιλί, κανένα άλλο γλυκόλογο και τέτοια κινηματογραφικά. Εντάξει ίσως φαίνεται χαριτωμένο, ωστόσο το να ζητάμε χατίρια που ο άλλος δε δείχνει και πολύ πρόθυμος να μας τα κάνει, θέτοντας ως επιχείρημα την αγάπη που του έχουμε είναι ανώριμο, επιπόλαιο και θυμίζει πιτσιρίκια που τσιρίζουν στη μαμά τους «δε σ’ αγαπάω πια» επειδή δεν τους αγόρασε και τρίτο παγωτό. Δηλαδή αν δε σου κάνω το χατίρι δε θα με αγαπάς ή σημαίνει ότι εγώ δε σ’ αγαπώ; Για όνομα, δηλαδή, να υπάρχει κι ένα μέτρο.
5. Η στιγμή του «εσύ με αγαπάς;»
Καταρχάς, όπως λέει και ο φίλος μας ο Μενέλαος Λουντέμης «Αγαπώ θα πει εγώ αγαπώ. Το τι κάνει ο άλλος είναι δική του δουλειά». Συνεπώς το να εκφράζουμε την αγάπη μας περιμένοντας την άμεση λεκτική ανταπόδοση του αγαπημένου μας προσώπου, εκβιάζοντάς τη μάλιστα με την ερώτηση κόλαφο «εσύ με αγαπάς;» δεν είναι ιδιαίτερα κομψό. Είναι αρκετά πιθανό ο άλλος να μας απαντήσει καταφατικά για να μη μας κακοκαρδίσει, για να γλιτώσει τη μουρμούρα και να μας καθησυχάσει τις ανασφάλειες χωρίς να έχει καταλάβει και ιδιαίτερα σε τι συμφωνεί. Εάν το αισθάνεται, θα το ομολογήσει αυθόρμητα όποτε ο ίδιος νιώσει έτοιμος, εάν πάλι δεν το αισθάνεται και το πει για να το πει, χάνεται αυτόματα η ειλικρίνεια και η ελευθερία μέσα στην όποια σχέση.
Σε καμία των περιπτώσεων δεν υπονοείται ότι όποιος λέει «σ’ αγαπάω» κατά τη διάρκεια των παραπάνω στιγμών είναι ψεύτης, χειριστικός, συναισθηματικός εκβιαστής και οποιοδήποτε άλλο κομψό και παρεμφερές επίθετο. Είναι, όμως, στιγμές που είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα μπαίνει μπροστά και υπερτερεί το συναίσθημα, που είτε κατακλύζει εμάς, είτε θέλουμε να ξυπνήσουμε στον άλλον. Άσε που, μεταξύ μας τώρα, δεν είναι και λίγοι εκείνοι που έχουν το «σ’ αγαπώ» ψωμοτύρι και το εκσφενδονίζουν αδιακρίτως, το νιώθουν δεν το νιώθουν, διαφορά καμία. Και σε τελική ανάλυση, καλό είναι να είμαστε υποψιασμένοι. Και σε ακόμα πιο τελική ανάλυση, στο τέλος της ημέρας πάντα αποδεικνύεται αν πράξαμε σωστά που δεν το κατάπιαμε αμάσητο ή εάν -ευτυχώς- διαψευστήκαμε.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη