Έτσι είναι οι άνθρωποι, θα μου πεις, το έχει η φύση τους από μικρά παιδιά. Βλέπουν ένα παιχνίδι και ξαφνικά το θέλουν τόσο πολύ που κοιμούνται και ξυπνάνε με την έγνοια του. Το χρειάζονται πάση θυσία και θα κάνουν τα πάντα για να το αποκτήσουν· θα το ζητήσουν απ’ τη μαμά και τον μπαμπά, θα γράψουν γράμμα στον Άγιο Βασίλη να του αφηγηθούν τον πόνο τους, θα πούνε κάλαντα, θα φέρουν τον κόσμο ανάποδα για λίγο έξτρα χαρτζιλίκι μέχρι να το κάνουν δικό τους.
Κι όταν το κάνουν δικό τους, θα το περιφέρουν εδώ κι εκεί με καμάρι, θα κοιμούνται μαζί του και θα ξυπνάνε γεμάτα όρεξη για παιχνίδι. Για ένα-δυο μήνες. Γιατί μετά το παιχνίδι χάνει τη λάμψη του, γίνεται μέρος της καθημερινότητάς τους, δεν τους κινεί πια το ενδιαφέρον, το βαριούνται. Πρόσεξε όμως· αυτό ισχύει μέχρι να το χάσουν.
Περνάνε τα χρόνια και ξεδιάντροπα κάνουμε το ίδιο με τους ανθρώπους μας. Όπως κάνεις κι εσύ μ’ εκείνη. Λες δεν έχεις χρόνο, λες πιέζεσαι, λες σε κουράζει. Κι όλα αυτά που κάποτε σου μοιάζανε χαριτωμένα, τώρα σε ενοχλούν. Έλα λοιπόν να σου πω μερικούς σίγουρους τρόπους για να τη χάσεις, μη σου έρθει και ξαφνικό. Γιατί θα τη χάσεις, αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Θα τη χάσεις αν της λες πως είναι όμορφη μα δεν την κάνεις να αισθάνεται έτσι. Αν την κάνεις να ζηλεύει τις άλλες γυναίκες αντί να κάνεις τις άλλες γυναίκες να ζηλεύουν αυτή. Αν τα κομπλιμέντα σου είναι χειριστικά για να ζητιανεύει την επιβεβαίωσή σου κι όχι για να νιώθει δυνατή, αν η αφοσίωσή σου σε αυτήν εξαρτάται απ’ τις ευκαιρίες που σου παρουσιάζονται. Θα τη χάσεις γιατί γίνεσαι σαν όλους τους άλλους, που λένε πολλά και κάνουν ελάχιστα, γιατί είσαι προβλέψιμος.
Αφού αυτό θέλεις, να φύγει, συνέχισε, είσαι σε πολύ καλό δρόμο. Μην προσπαθείς να νιώσεις τις σιωπές της, να καταλάβεις τι την πείραξε, παράτα τα στο πρώτο «τίποτα» που θα σου απαντήσει όταν τη ρωτήσεις τι έχει. Πρόσβαλε τη νοημοσύνη της με ηλίθια ψέματα και φθηνές δικαιολογίες που προστατεύουν εσένα κι εκθέτουν αυτήν, κάνε την να νιώθει ανεπαρκής στο πλάι σου ενώ μέσα σου ξέρεις πως τη δική σου ανεπάρκεια θάβεις, έτσι άτσαλα όπως κάνουν τα σκυλιά με το κόκκαλό τους.
Κορόιδεψε τα όνειρά της, κάνε τη να νιώθει ηλίθια που κάποια μέρα θέλει να παρατήσει τη βαρετή δουλειά της για να κατακτήσει τη δημοσιογραφία, το τραγούδι ή το φεγγάρι. Δεν έχει σημασία ο τρόπος, έτσι κι αλλιώς εσύ ξέρεις να την κάνεις να αισθάνεται μία απ’ τις πολλές, δεν περιμένεις εμένα να σου πω πώς. Συνέχισε να είσαι και να μην είσαι εκεί, να θέλεις και να μη θέλεις να είσαστε μαζί, να κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις πόσο εύκολο είναι να την κάνεις να χαμογελάσει με μια βόλτα, ένα μήνυμα, ένα ρουφηχτό φιλί στη μέση του δρόμου.
Ή απλά φέρσου σαν άνθρωπος, μίλα ξεκάθαρα κι άσε τη να επιλέξει τη φυγή της. Αν δε σου είναι ευτυχία να τη βλέπεις να κοιμάται στον ώμο σου, αν όταν μπαίνει σε ένα μαγαζί δε θέλεις να την αρπάξεις απ’ τη μέση για να δει όλος ο κόσμος πως είναι δικιά σου, αν δεν είναι το φάρμακό σου σε μέρες άρρωστες, μην την κρατάς εγωιστικά εκεί, γιατί κάποιος άλλος εκεί έξω ίσως πέθαινε να είναι στη θέση σου.
Ίσως της αξίζει κάποιος που θα την κάνει ευτυχισμένη καθημερινά, όχι όποτε δεν ξυπνάει στραβά. Τσαλάκωσέ την λοιπόν μια και καλή αντί να την τσαλακώνεις κάθε μέρα, δε βλέπω να σου είναι δα και τόσο δύσκολο.
Μην την αναγκάζεις να ζητιανεύει την προσοχή σου, γιατί εκείνη ξέρει πως τίποτα αξιόλογο δε φωνάζει «κοίτα με»· γι’ αυτό μην αναγκάζεις την ψυχή της να παραπαίει και να ματαιοπονεί για το μισό σου ενδιαφέρον. Ξέρω πως δεν είναι δουλειά σου να της λύσεις τα προβλήματα ούτε εκείνη νομίζω να σου ζήτησε κάτι τέτοιο. Δεν είναι δουλειά σου να της μαντάρεις την καρδιά, να της αποδείξεις πως δεν είσαι σαν τους άλλους, να την ξεκλειδώσεις· μεγάλο κορίτσι είναι, θα τα καταφέρει και μόνη της.
Δουλειά σου όμως φίλε μου είναι να αγαπάς τον τρόπο που πετάνε τα μαλλιά της, να μη λακίζεις στην πρώτη δυσκολία, να την κοιτάζεις ασυναίσθητα την ώρα της ταινίας στο σινεμά, να είναι για σένα η ομορφότερη γυναίκα στον κόσμο ακόμα κι αν υπάρχουν ένα εκατομμύριο άλλες.
Κι αν σου είναι τόσο δύσκολο να είσαι σκληρός απέναντί της, τότε κάνε έναν κόπο να τη νιώσεις. Να την κάνεις να αισθανθεί άξια ν’ αγαπηθεί, γιατί πολλοί προσπάθησαν και τα παράτησαν στη μέση. Αυτό έχει ανάγκη, να νιώσει πως δεν είναι αυτή το πρόβλημα, να αισθανθεί πως αξίζει τη βαβούρα. Να την αγαπήσεις απ’ την αρχή, γιατί αν σταματήσει εκείνη να σε αγαπάει τίποτα δε θα είναι όπως παλιά· δε θα σε ψάξει, δε θα σε παρακαλέσει, δε θα παραλογίζεται, δε θα σε ζηλεύει.
Θα φροντίσει να σου λείψει ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούσε να αυγατίσει το λίγο σου για να το κάνει πολύ και θα το κάνει τόσο γρήγορα που δε θα πάρεις χαμπάρι από πού σου ήρθε. Και ξέρεις, η σφαλιάρα που δεν περιμένεις, πονάει πάντα περισσότερο.
Επιμέλεια Κειμένου Φρόσως Μαγκαφοπούλου: Πωλίνα Πανέρη