Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».
Γράφει η Γεωργία Π.
Θέλω να ξέρεις όσα νιώθω. Θέλω να τα διαβάσεις και να τα κατανοήσεις όσο πιο πολύ μπορείς. Ήρθες στη ζωή μου την πιο κατάλληλα ακατάλληλη στιγμή. Ήρθες τη στιγμή που έσπασα κι έπαψα πια να πιστεύω στην αλήθεια γύρω μου, στην αθωότητα που έχουν οι στιγμές και κυρίως στην αγνότητα των ανθρώπων. Σε σένα είδα κομμάτια του εαυτού μου ντυμένα με ελπίδα, πως ίσως υπάρχει ακόμα ένα καλύτερο αύριο.
Ήρθες σε μια άσχημη φάση. Που φιλία κι έρωτας για μένα δεν είχαν την ίδια αξία που τους έδινα όταν ήμουν μικρή. Μα, αλήθεια, μέρα με τη μέρα μου μαθαίνεις πως η ωριμότητα δεν κρύβεται σε έναν αριθμό -κι ας σου ρίχνω μερικά χρονάκια. Δεν κρύβεται στις σπουδές κι όσα αποκτάς μεγαλώνοντας. Κρύβεται, όμως, σ’ αυτό το μαγικό κράμα που έχει η ψυχική κατασκευή κάθε ανθρώπου. Κι εσύ έχεις γίνει για μένα μια μικρή αναγκαιότητα στην καθημερινότητά μου. Έχεις γίνει οικογένεια.
Μου μαθαίνεις μέσα απ’ το βλέμμα σου, που κρύβει μια πονηριά και μια αθωότητα, πως παρ’ όλο που ζούμε σε μια χαώδη κοινωνία, παρά το κακό και τα ζόρια, μπορούμε ακόμα να χαμογελάμε. Κι ας βρίσκουμε στο διάβα μας ανθρώπους διψασμένους γι’ αυτή τη λάμψη που εσύ ακόμα έχεις στα μάτια. Που θέλουν κι αυτοί να την νιώσουν. Και κάθε που μπορούν, απλώνουν το χέρι τους να αρπάξουν λίγη απ’ αυτή. Και ξέρω πως κάποτε κι εσύ έσπασες και λύγισες, μα είσαι ακόμη εδώ κι ονειρεύεσαι. Κι αυτό κανείς δε θα στο πάρει.
Με έκανες να γελάω και να τρέμουν οι πατούσες μου από τις τόσες γκάφες που αβίαστα έκανες γιατί δε σε ένοιαζε μια τέλεια περσόνα. Μου φτιάχνεις τη μέρα και μου μαθαίνεις ξανά απ’ την αρχή την ομορφιά που κρύβει η απλότητα. Γιατί οι ανάσες που τόσο χρειαζόμαστε είναι αυτές που παίρνουμε όταν περνάμε καλά. Όταν νιώθουμε να μας αγαπάνε και να μας νοιάζονται.
Περάσαμε πολλά. Κι εγώ, αλλά κι εσύ. Μα κάπως, κάποιος, κάπου, αποφάσισε να μας φέρει μαζί σ’ αυτό το χάος. Και δεν έχω να σου υποσχεθώ πολλά, αφού έμαθα πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ούτε ο χρόνος, μα ούτε το αύριο. Θα σου υποσχεθώ πως θα είμαι απλά ένα μικρό βήμα πίσω από σένα σε ό,τι κι αν κάνεις να σε προσέχω. Ίσως να είμαστε, όπως είπες κι εσύ, η εξιλέωση σε για ό,τι περάσαμε μέχρι στιγμής στη ζωή μας. Ίσως να είμαστε απλά δυο ψυχές που ήθελαν να νιώσουν ο εαυτός τους. Ο τσακισμένος, κουρασμένος εαυτός τους που δίψασε να πάρει μια ανάσα. Που μεταξύ μας, ανάμεσα σε σένα και μένα δε χρειάζονται φυγές και μάσκες. Χωρίς πολλά-πολλά. Χωρίς εξηγήσεις.