Ανθρώπινες σχέσεις και χωρισμός. Ένα μεγάλο κεφάλαιο από μόνο του, χωρίς τα παρακλάδια που μπορεί να προκύψουν, καθώς συζητάμε κι αναλύουμε το θέμα. Ο πόνος και ο φόβος είναι εκείνα που μεγαλοποιούν τις καταστάσεις στην περίπτωση του τέλους μιας σχέσης. Ατελείωτες φορές έχει απασχολήσει αυτό το θέμα και το πώς είναι δύσκολο να αφήσεις να φύγει ένα άτομο, με το οποίο έχεις μοιραστεί τα πιο απόμακρα κομμάτια του εαυτού σου κι «αναγκάζεσαι» να ζήσεις με αυτή την απόσταση και το κενό μέσα σου, μετά την απώλειά του.
Το πιο δύσκολο, ίσως, κομμάτι του χωρισμού, που σπάνια έως και ποτέ του δίνουμε σημασία, είναι το γιατί δεν έρχεται τόσο εύκολα η αποδοχή του. Συνήθως ξεπετάμε την απάντηση στο ερώτημα αυτό μιλώντας περί συναισθημάτων, συνήθειας, πληγωμένου εγωισμού κι έξω απ΄την πόρτα. Όταν έρχεται εκείνη η ώρα δεν επιτρέπουμε στους εαυτούς μας να συνειδητοποιήσουν το γεγονός στο βαθμό που θα έπρεπε. Μένουμε λοιπόν στην επιφάνεια, διαλέγοντας να πούμε ότι εντάξει, χωρίσαμε, θα ζήσουμε το πακέτο του πόνου -που κάποια στιγμή θα υποχωρήσει- και θα προχωρήσουμε.
Καθώς περνούν οι μέρες, αρχίζουμε και αντιλαμβανόμαστε τι ακριβώς συμβαίνει. Μας λείπουν αυτά που εν τέλει μπορεί και να μας οδήγησαν στον ίδιο τον χωρισμό. Αυτά, που τελικά, μας απομάκρυναν. Είναι σαν τα παιχνίδια που μας έκαναν οι γονείς μας για να μας δώσουν ηθικά διδάγματα, που θα μας βοηθούσαν να καταλάβουμε τι ακριβώς γίνεται στον κόσμο. Κάθε φορά που μας στερούσαν δυνατότητα πρόσβασης σε κάτι, είτε μας άρεσε είτε όχι, είχαμε μια ενόχληση, γιατί δεν είχαμε πια το δικαίωμα της επιλογής. Έτσι και στον χωρισμό, αυτό που ενοχλεί, είναι ότι δεν έχεις πια επιλογή, θεωρητικά πάντα, να γυρίσεις, γιατί η σχέση έχει πια τελειώσει.
Μέχρι να επέλθει σαφώς η συνειδητοποίηση, θα περάσει αρκετός καιρός. Εκεί είναι και το θέμα, στην αναβλητικότητα που συμβαίνει κατά την περίοδο ενός χωρισμού. Το ίδιο μας το κεφάλι αναβάλει ό,τι δεν του αρέσει, ό,τι δε συμφωνεί με τις απόψεις του ή ό,τι πονά το μυαλό του, την καρδιά του, το σώμα του. Όταν λέμε πως όλα είναι στο μυαλό, ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Όλα είναι μια απόφαση, την οποία εμείς δε λέμε να πάρουμε γιατί δεν είναι εύκολη, είναι αμήχανη, είναι άβολη. Σε κλάσματα δευτερολέπτου μπορούμε να αλλάξουμε γνώμη ή να ξεμπλοκάρουμε το μυαλό μας από μια κατάσταση που έχει κολλήσει, όμως επιλέγουμε να μην το κάνουμε. Κάπως έτσι λειτουργεί και η απόφασή της αποδοχής του χωρισμού. Κι η αναβλητικότητα που τη διέπει, δε μας επιτρέπει να προχωρήσουμε.
Γιατί εδώ που τα λέμε, ο εγωισμός μας βρίσκεται το ταβάνι (ή και πάνω από το ταβάνι) και δε λέει να κατέβει, μέχρι να συμβεί κάτι σαν σοκ που θα μας αναγκάσει να κόψουμε την αναβλητικότητά μας αυτή. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, η αντίδρασή μας θα είναι πάντα η ίδια. Η άρνηση, μέχρι να μη μας παίρνει να το αρνηθούμε άλλο. Μπορεί να μη θέλουμε να δείξουμε πως είμαστε σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, αλλά δε σημαίνει πως με αυτόν τον τρόπο πάμε παρακάτω. Το “fake it till you make it” εδώ δεν έχει καμία βάση, αντιθέτως απομακρυνόμαστε από τον στόχο μας που είναι η αποδοχή του γεγονότος.
Όλα είναι μέσα στη ζωή. Δεν είναι όλα εύκολα, βέβαια. Κάποια πονάνε, κάποια άλλα όχι, αλλά δεν είναι και τίμιο προς εμάς να μην μπορούμε να πάμε παρακάτω, επειδή έχει κι αύριο μέρα να ξημερώσει. Σε τέτοιες καταστάσεις είναι καλό να κερδίζουμε χρόνο κι όχι να τον χάνουμε άσκοπα. Στο τέλος, ό,τι μας κάνει καλό και μας βοηθά να προχωρήσουμε παρακάτω, είναι κι αυτό που πρέπει να επιλέξουμε. Σήμερα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου