Οι αλλαγές στη ζωή μας είναι πολλές, τα προβλήματα ακόμα περισσότερα. Μετακομίσεις, χωρισμοί, προσωπικά αδιέξοδα, εσωτερικές μάχες, άγχη. Όλα γύρω μας είναι ένα συνεχές χούλα χουπ που χοροπηδάει κι αλλάζει ύψη ασταμάτητα στα πόδια μας.

Κάπως πρέπει να ξεσπάσεις. Λογικό ακούγεται. Θα βγεις για ψώνια, θα μπεκρουλιάσεις ως το πρωί, θ’ αλλάξεις χρώμα στα μαλλιά, θα ξεσηκώσεις το σπίτι απ’ τα μπετά για ένα ολικό ρεκτιφιέ. Χίλια-δυο ξεσπάσματα βρίσκει το πανούργο κεφάλι μας για να νιώσουμε την αλλαγή. Μπορεί εσύ, όπως κι εγώ ή πολλοί άλλοι, να προτιμούν μια άλλη αλλαγή. Λίγο πιο μόνιμη. Το τατουάζ για παράδειγμα.

Πολλοί θα βρεθούν να κατακρίνουν αυτό το ανεξίτηλο ξέσπασμα ή την ανακουφιστική αλλαγή -διάλεξε εσύ πώς θα το πεις. Θα γίνεις ο άμυαλος, ανεγκέφαλος νέος ή μη, που μονιμοποιεί στο κορμί και τη ζωή του κάτι βεβιασμένο και παρορμητικό. Θα γίνεις το δακτυλοδεικτούμενο θύμα του μελανιού και της μόδας.

Όμως στ’ αλήθεια, δε σ’ ενδιαφέρει καθόλου. Σε νοιάζει πως πια, είσαι ένα με την επιλογή σου. Ίσως αυτό είναι και κάτι να σου θυμίζει πάντα, πως ζεις με τις επιλογές σου. Άλλες τις κουβαλάς, άλλες τις φορτώνεις σ’ άλλους κι άλλες τις φοράς. Όπως το τατουάζ στην προκειμένη.

Πολυφορεμένη συνήθεια ή όχι έχει, πάντως σίγουρα ένα κομμάτι από ‘σένα. Ένα κομμάτι απογοήτευσης και πόνου από έναν χαμό, έναν χωρισμό, μια απώλεια που βίωσες. Άλλο έχει ένα σημάδι χαράς, αγάπης, έρωτα, φιλίας, ολοκλήρωσης. Κάποια άλλα δε μοστράρουν μονογράμματα και καρτούν, αλλά χαράζουν με χρώμα πάνω στο δέρμα σου, εσένα. Τον ίδιο σου τον εαυτό. Κάτι που σ’ έκανε δυνατό, που σε λύτρωσε, που σ’ έσωσε, σ’ ωρίμασε ή κι ίσως σε δοκίμασε.

Έγινε μετά από σκέψη; Μήπως χωρίς δεύτερη σκέψη; Η σημασία του είναι η ίδια. Ζωγράφισες το σώμα σου με τις αποχρώσεις της ζωής σου. Αποτύπωσες μια ανάμνηση λίγο πιο ζωντανή από φωτογραφία σε άλμπουμ. Μια ανάμνηση που τη φοράς κάθε μέρα, την κουβαλάς ό,τι καιρό κι αν κάνει. Σε ζεσταίνει και σε δροσίζει ενίοτε, γιατί το μόνο που δε δανείστηκε απ’ τα χούγια της ανάμνησης, είναι τη νοσταλγία. Αφού δεν είναι παρελθόν. Είναι κάθε μέρα το παρόν σου.

Αυτό το μόνιμο σημάδι έχει μουλιάσει απ’ τα δάκρυα σου, έχει ανατριχιάσει από συγκίνηση, έχει τρανταχτεί απ’ τα γέλια. Ό,τι ζεις, το ζει κι αυτό. Αφού είναι το ίδιο σου το δέρμα πια. Να τ’ αγαπάς. Όπως αγαπάς όλες τις επιλογές σου. Σωστές και λάθος. Από ‘σένα γεννήθηκε εξάλλου. Από μια ανάγκη εξωτερίκευσης, κραυγαλέας ευτυχίας, αφόρητου πόνου. Είτε γεννήθηκε στο μυαλό, είτε το τάισε η καρδιά, τον λόγο τον έχεις μόνο εσύ. Ο δημιουργός του, ο φορέας του, η μαριονέτα του.

Κανείς δεν είναι αρμόδιος να κρίνει το δικό σου κορμί. Τις χρωματιστές του εκδοχές. Τις σκιάσεις του, τα περιγράμματά του. Κανένα τατουάζ δεν έκανε ανθρώπους να πεινάσουν ή να πολεμήσουν. Η μεγαλύτερη ζημιά της ανθρωπότητας σίγουρα δε δημιουργήθηκε από πιστόλι που έχυνε μελάνι, αλλά απ’ το άλλο που ξερνάει σφαίρες.

Πέρα απ’ τις επιλογές σου που πρέπει να χαϊδεύεις, ν’ αγκαλιάζεις πού και πού και τις ζωγραφιές σου. Ξέρεις, πολλοί στιγματίζονται γιατί δεν αγαπούν το κορμί τους και προσπαθούν να του φτιάξουν κάδρα και περιτυλίγματα από φαντεζί βαλσαμωμένες παραστάσεις. Μην τους κρίνεις, προσπαθούν τουλάχιστον ν’ αυτό-αγαπηθούν. Μάχονται, ψάχνουν τρόπους να είναι πιο προσιτό το έξω τους στον ίδιο τους τον εαυτό. Να τους σέβεσαι αντί να τους δείχνεις αυτούς. Δεν πληγώνουν ανθρώπους επειδή δεν αγαπούν την πάρτη τους. Πληγώνουν μόνο κάτι στοιβάδες δέρματος, που ακόμα κι αυτές είναι δικές τους.

Τέχνη, δερματοστιξία, ξέσπασμα, ικανοποίηση, δήλωση, επανάσταση· σίγουρα κάτι είναι. Μπορεί να είναι κι υπνοβασία μέσα στο κοπάδι των όλων. Είναι σίγουρα τρόπος σκέψης ή τρόπος ζωής. Είναι συχνά λόγος κριτικής, αλλά όχι πάντα λογικής κρίσης. Λογικές ή παράλογες δεν είναι ούτε γενικές αλήθειες και βασικοί θεσμοί, πλέον. Δε θα μπορούσε λοιπόν να είναι κάτι που αφορά το PH σου. Η αντικειμενικότητα για κάτι που αναπνέει απ’ το δέρμα σου και τα βιώματά σου, είναι πλήρως υποκειμενική.

Ό,τι χάραξες είσαι εσύ. Το ζωγράφισες, το φαντάστηκες, το έζησες, τ’ ονειρεύτηκες, το λαχτάρησες. Σου έσκισε το δέρμα, στο κοκκίνισε και στο τέλος έγινε ένα μ’ αυτό. Τόσο που πια δεν το παρατηρείς, συνήθισες. Είναι εσύ.

Σαν να υπήρχες ανέκαθεν βουτηγμένος στο μελάνι. Όπως μικρός με τους μαρκαδόρους και τις τέμπερες. Περίεργα πήγαινε -έλα είναι αυτά τα παιδικά ένστικτα τελικά. Σε στιγματίζουν –κυριολεκτικά– όσο κι αν νομίζεις πως μεγάλωσες. Ανάγκη για να ζωγραφίσεις έχεις, ανάγκη για δραπέτευση. Ανάγκη να εκφραστείς και να σ’ αγαπήσεις.

Πολλοί ρίχνουν μια ματιά πάνω στο τατουάζ τους και γεμίζουν θάρρος και κουράγιο. Κανέναν δε βλάπτει αυτό, όπως καταλαβαίνεις. Ούτε καν η βελόνα που το γέννησε δεν έβλαψε κάποιον. Εξάλλου, μια βελόνα που σκορπάει χρωματιστά συναισθήματα, είναι αστείο να τη φοβάσαι.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μένιας Ντελαβέγκα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μένια Ντελαβέγκα