Είναι συναίσθημα. Ακατανίκητη επιθυμία κι έννοια χωρίς απόλυτο ορισμό. Είναι ένταση και πάθος, μαρτύριο κι ελευθερία. Ανάγκη και οξυγόνο. Δάκρυα και κραυγές. Ανεξήγητος, παθιασμένος, αμοιβαίος και χωρίς ανταπόκριση. Αλλά είναι μοναδικός. Είναι ο έρωτας.
Επιστήμονες κι ερευνητές, ψυχολόγοι, συγγραφείς και φιλόσοφοι προσπάθησαν να τον ορίσουν, να τον αναλύσουν, να σπάσουν τη σύνθεσή του, που κάθε φορά μεταλλάσσεται και γίνεται μοναδική για τον καθένα μας. Είναι ο έρωτας κι όλα τα γιατί που τον περιβάλουν. Γιατί μας τρελαίνει, γιατί μας καταρρακώνει, γιατί μας εξουσιάζει, αλλά το πιο σημαντικό από όλα, γιατί ερωτευόμαστε. Γιατί τον κυνηγάμε, τον προκαλούμε, τον αποζητάμε και στο τέλος τον διώχνουμε επειδή δεν τον αντέχουμε. Κι ίσως είναι η μόνη μορφή συναισθήματος που από την αρχή του κόσμου, μελετήθηκε κι απασχόλησε σε όλες του τις εκφάνσεις.
Ο έρωτας είναι ιδέα, υποστήριξε ο Πλάτωνας. Ερωτευόμαστε μια ιδέα γεμάτη ένταση και πάθος αλλά ως εκεί. Είναι η ηθική που δεν έχει σχέση με την ηδονή. Κι ως ιδέα, παραμένει αναλλοίωτη κι ως ηδονή γίνεται φθαρτή, αποκτά υπόσταση και χάνεται. Ερωτευόμαστε γιατί θέλουμε να αναπτύξουμε το πνεύμα μας, να γεμίσουμε τη μνήμη μας με εικόνες, στιγμές, ιδέες. Και το αντικείμενο του έρωτά μας, δεν είναι απαραίτητο να μας αγγίξει καν για να του δοθούμε. Ερωτευόμαστε γιατί αγαπάμε το ηθικό και φυσικό κάλλος. Ερωτευόμαστε γιατί αγαπάμε το όμορφο. Κι αυτός ο Πλατωνικός έρωτας μπορεί να μας τσακίσει. Μπορεί να μένει θαμμένος για πάντα μέσα στο μυαλό μας. Μπορεί να γεννηθεί και να πεθάνει ως μια ιδέα που ποτέ δε θα εκπληρωθεί ως πράξη. Κι ίσως να είναι η χειρότερη μορφή αυτή ενός ανεκπλήρωτου έρωτα. Ίσως για τον Πλάτωνα ερωτευόμαστε τελικά, για να ανακαλύψουμε το μυαλό και την ψυχή μας και να οδηγηθούμε στη δική μας πλήρωση.
Κι αν για τον Πλάτωνα ο έρωτας έχει πνευματική υπόσταση από τη γέννησή του, για τον Σωκράτη δια στόματος της Διοτίμας, ο έρωτας είναι ασάφεια. Είναι ακραία κατάσταση που σε οδηγεί από την πληρότητα στη στέρηση. Επιθυμεί συνεχώς, δεν είναι αθάνατος, αποκτά και χάνει. Σύμφωνα με τις θεωρίες του φιλόσοφου, ερωτευόμαστε από την επιθυμία μας να αποκτήσουμε αυτά που στερούμαστε. Ακόμα κι αν τα αποκτήσουμε, θα συνεχίσουμε να ερωτευόμαστε απλώς και μόνο για την ύπαρξή μας. Ο έρωτας ξεκινά με τη σαρκική έλξη και καταλήγει στην αναγνώριση των ψυχικών χαρισμάτων. Ο συνδυασμός της σαρκικής έλξης με την ομορφιά της ψυχής οδηγούν στην ομορφιά. Στην απόλυτη ομορφιά που μόνο όντας ερωτευμένος θα καταφέρεις να δεις. Κι ίσως αυτή να είναι και η πραγματική μας δυσκολία στην αναζήτηση του έρωτα. Να καταφέρουμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της ομορφιάς του.
«Μπορεί να ζει η ψυχή έρωτα μισό; Έρωτα ανολοκλήρωτο; Σπαράζει η καρδιά στις μισές ανάσες. Της λείπει ο αέρας της αγάπης» έγραψε ο Επίκουρος δηλώνοντας τη θέση του για το έρωτα. Κατά τον Επίκουρο, για να ερωτευθούμε και να νιώσουμε τη χαρά του έρωτα, πρέπει να ελέγξουμε τον πόθο μας, ζώντας με γνώμονα τις αρετές από τις οποίες πρέπει να πηγάζουν όλες οι αποφάσεις μας. Παγίδα είναι ο έρωτας για τον φιλόσοφο, καθώς παγιδεύει τον εραστή μέσα σε συναισθηματικές καταστάσεις. Μια επαναλαμβανόμενη ιστορία που η ερωτική πράξη οδηγεί στην κατάπτωση. «Δεν ξέρω τι πρέπει να σκεφθώ ως αγαθό, όταν παραμερίσω τις απολαύσεις της γεύσης, του έρωτα, της ακοής ακόμη και τις ευχάριστες κινήσεις που προκαλούνται από τη θέα μιας μορφής και όποια ακόμη αισθήματα ηδονής γεννιόνται σε ολόκληρο τον άνθρωπο με οποιοδήποτε αισθητήριο όργανο». (Επίκουρος, Περί τέλους)
«Ερωτευόμαστε περισσότερο τον ίδιο τον πόθο από το αντικείμενό του.» Για τον Φρίντριχ Νίτσε, έναν από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους, ερωτευόμαστε το αντικείμενο του πόθου μας. Κι είναι ένας έρωτας εμμονικός. Ερωτευόμαστε χωρίς λογική, ακραία κι αυτοκαταστροφικά. Είναι η ανάγκη μας να ζήσουμε το απόλυτο, τρελό για τους άλλους, αλλά παθιασμένο έρωτα. Η μοναδικότητα που δίνουμε στο πρόσωπο αυτού που ερωτευόμαστε μας οδηγεί σε ακρότητες. Όλα κινούνται γύρω από το στοιχείο του έρωτά μας. Για τον Νίτσε ερωτευόμαστε, σημαίνει θέλουμε να αγαπιόμαστε μόνο εμείς, να κυριαρχούμε και να βασιλεύουμε μέσα σε μια άλλη ψυχή. Και μπορεί αυτή η εξουσία να μην ταυτίζεται με την έννοια της αγάπης αλλά είναι ένας απόλυτος έρωτας.
Η επιθυμία για ζωή οδηγεί τον Ελβετό φιλόσοφο Ζαν Ζακ Ρουσσώ να προσεγγίζει την αιτία του έρωτα ως καθαρότητα του ενός απέναντι στον άλλο, που προκύπτει από την απουσία του φαίνεσθαι στη ερωτική σχέση. Για τον Ρουσσώ ο έρωτας είναι απομόνωση, είναι ένας δρόμος πάθους. Έτσι, ακόμη και οι σύζυγοι κατά τον φιλόσοφο δεν πρέπει να στηρίζουν τη συζυγική τους ζωή στα πρότυπα μια κοινωνικής αποδοχής αλλά στις ελεύθερες επιλογές που προκύπτουν από το ερωτικό στοιχείο.
«Στην αγάπη, ένα κι ένα κάνουν ένα» είπε ο σπουδαίος Γάλλος φιλόσοφος Ζαν Πωλ Σαρτρ. Η απόλυτη ελευθερία του έρωτα. Τα πρόσωπα χάνουν την ελευθερία τους, συντρίβονται και χάνονται ο ένας μέσα στον άλλον. Ένα και ένα κάνουν ένα. Δυο ατομικότητες που εξαφανίζονται στον έρωτα κι αποκτούν μια υπόσταση. Στον έρωτα, υποστηρίζει ο Σαρτρ, ο άλλος σου κλέβει, σου ρουφάει όλο το είναι. Μπαίνει στη ζωή σου κι ελέγχει την ύπαρξή σου. Περιορίζει τις ελευθερίες σου καταφέρνοντας να οικειοποιηθεί αυτή καθαυτή την ίδια την ύπαρξη σου.
Κι αν για τον Σαρτρ, στην αγάπη ένα και ένα κάνουν ένα, για τον μεγάλο έρωτα της ζωής του, τη Σιμόν Ντε Μποβουάρ ο έρωτας συμβαίνει μια φορά στη ζωή των ανθρώπων ή ίσως και ποτέ. Η συγγραφέας έζησε μεγάλους αμφιλεγόμενους έρωτες που θεοποίησε μέσα από επιστολές και κείμενά της. «Σε λατρεύω με όλο μου το κορμί και την ψυχή. Είσαι το πεπρωμένο μου, η αιωνιότητά μου, η ζωή μου». Πηγή ζωής ο έρωτας κι όχι θανάσιμος κίνδυνος, όπως υποστήριζε. Και μέσα στην αντιφατικότητα των φεμινιστικών της ιδεών, απόλυτα ελεύθερη και παραδομένη σε έρωτες, τους ζούσε με όλο της το είναι.
Ο έρωτας είναι μυστήριο. Είναι δύναμη, κατά ομολογία όλων. Δόσιμο ψυχής και σώματος. Ανάγκη να λατρεύουμε και να λατρευόμαστε, χωρίς αντίσταση. Ευχή και κατάρα να τον ζήσουμε. Ποιος από μας λοιπόν μπορεί να του αντισταθεί;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου