Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

 

Αξίζει να προσπαθήσω ή καλύτερα να σε ξεχάσω;

Είναι Κυριακή. Άλλη μια δύσκολη Κυριακή που με βρίσκει ακριβώς στο ίδιο σημείο, εκεί που ήμουν όταν μιλήσαμε τελευταία φορά στο τηλέφωνο. Εκείνη τη μέρα που μου είπες ότι δε θέλεις, αλλά «πρέπει να το αφήσουμε εδώ». Εγώ περίμενα από το πρωί να μιλήσουμε για να δούμε πώς θα κάνουμε τη σχέση μας να πετύχει αφού θα έφευγες σε άλλη πόλη λόγω δουλειάς. Έτσι κι αλλιώς βέβαια βρισκόμασταν σε διαφορετικές πόλεις, αλλά αυτό δε φαινόταν μέχρι τότε να είναι πρόβλημα.

 

 

Μια εβδομάδα νωρίτερα μου είχες πει «θα τα καταφέρουμε μωρό μου». Κι εγώ, αν και φοβόμουν πολύ, το είχα πιστέψει. Γιατί όταν σε άκουσα να το λες ένιωσα πως το πίστευες και πως θα βρίσκαμε έναν τρόπο. Το προηγούμενο βράδυ είχαμε μιλήσει στο τηλέφωνο για καληνύχτα. Κάθε βράδυ το περίμενα αυτό το τηλεφώνημα. Δεν είχα καταλάβει καμία διαφορά την τελευταία φορά. Θυμάσαι πόσο χαρούμενη ήμουν όταν μιλούσαμε; Θυμάσαι που μου έλεγες ότι θέλεις να με κάνεις ευτυχισμένη και ότι είσαι ευτυχισμένος όταν με ακούς να γελάω; Όταν χτύπησε το τηλέφωνο για να μιλήσουμε εκείνη την Κυριακή, μου είπες απλώς να το αφήσουμε εδώ και χρησιμοποίησες όλα τα κλισέ που λένε στους χωρισμούς. Μου είπες ότι θέλεις να κρατήσουμε επαφές χωρίς να βάζουμε ταμπέλες γιατί είσαι ο άνθρωπός μου και είμαι ο άνθρωπός σου. Σου είπα ότι δε θα επικοινωνήσω μαζί σου για να μη σε ενοχλήσω.

Πόσο μεγάλο ψέμα! Μόλις κλείσαμε το τηλέφωνο προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε γίνει. Από «ομάδα» είχαμε γίνει ξαφνικά πρώην. Εκεί που νόμιζα ότι όλα ήταν μια χαρά, με δύο λέξεις σε ένα άβολο τηλεφώνημα τα έληξες όλα. Δέκα μέρες πριν βρεθούμε και πάλι από κοντά. Όσο περνούσε η ώρα και δεν ερχόταν μήνυμά σου στο κινητό, τόσο βυθιζόμουν στη θλίψη. Είχα την ελπίδα ότι θα με έπαιρνες τηλέφωνο να μου πεις πως πριν έλεγες βλακείες και ότι «μπορούμε να τα καταφέρουμε». Τουλάχιστον θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε. Αδυνατούσα  να καταλάβω και να δεχτώ αυτό που είχε γίνει. Απλώς δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω.

Έκλαιγα για πολλούς λόγους. Γιατί δε με κάλυψε η δικαιολογία σου. Καταλαβαίνω και σέβομαι τη φύση της δουλειάς σου, αλλά αν πραγματικά ενδιαφέρεσαι για τον άλλον δεν τον αφήνεις έτσι. Τουλάχιστον κάνεις μια προσπάθεια. Έκλαιγα γιατί δεν προσπάθησα να το συζητήσω μαζί σου εκείνη την ώρα. Και πώς θα το συζητούσα; Δεν μπορούσα καν να το επεξεργαστώ όταν μου το έλεγες. Προσπαθούσα να μην ακούσεις και ότι έκλαιγα σε όλη τη διάρκεια του τηλεφωνήματος. Δεν ήθελα να σε εκβιάσω με τα δάκριά μου. Ξέρω ότι δεν ήθελες να με στεναχωρήσεις. Είχες και δουλειά αμέσως μετά, οπότε δεν ήθελα να σε φορτίσω περισσότερο συναισθηματικά. Φαντάζομαι ότι δε θα ήταν εύκολο και για σένα. Κι έμεινα έτσι. Με την απορία. Με ένα τεράστιο «γιατί;» να με παιδεύει ακόμα και σήμερα. Τέσσερις μήνες μετά τον χωρισμό μας.

Θες να μάθεις πώς πέρασαν αυτοί οι μήνες; Ο πρώτος ήταν ο δυσκολότερος. Ήταν ο μήνας που έπρεπε να αποδεχτώ ότι δε θα έχουμε επαφή. Ειρωνεία. Από εκεί που μιλούσαμε όλη μέρα, ξαφνικά δεν είχαμε επαφή. Το πρώτο βράδυ δεν κοιμήθηκα. Για κάποιο λόγο πίστευα ότι θα μου στείλεις καληνύχτα και όλο κοίταζα το κινητό μου. Αλλά τίποτα. Και το πρωί έπρεπε να κρατηθώ για να μη σου στείλω καλημέρα. Μόνο να ήξερες πόσο κρατήθηκα… Ήταν σαν να μου ζητούσαν να μην αναπνέω. Και το βράδυ που γύρισα στο σπίτι από τη δουλειά πάλι ήθελα να σου στείλω και να σου πω πως επέστρεψα. Αντί γι’ αυτό αποφάσισα να σβήσω όλα τα μηνύματα που είχαμε στείλει, τις κλήσεις και τον αριθμό σου. Από τα social δε σε έσβησα. Αλλά το «γιατί» παρέμεινε.

Άρχισαν να περνούν οι μέρες και να προσαρμόζομαι στα νέα δεδομένα. Απέκτησα νέες συνήθειες και σταμάτησες να μου λείπεις. Σταμάτησα να σε σκέφτομαι μέσα στη μέρα. Καμιά φορά ερχόσουν στο μυαλό μου, αλλά ο πόνος είχε μειωθεί. Κάποιες φορές θύμωνα. Κάποιες φορές η ιστορία μας έμοιαζε με γλυκιά ανάμνηση. Κάποια στιγμή σταμάτησα να είμαι θυμωμένη και βρεθήκαμε στο ίδιο μέρος χωρίς να το ξέρει κανείς από τους δυο μας. Ευτυχώς δεν έτυχε να συναντηθούμε. Εγώ το ανακάλυψα από ένα story σου.

Κάποια φάση νόμιζα ότι μου πέρασε όλο αυτό. Νόμιζα ότι σε ξεπέρασα. Ξαφνικά χρειάστηκε να επικοινωνήσω μαζί σου. Σου έστειλα μήνυμα χωρίς δεύτερη σκέψη όταν έμαθα για ένα σοβαρό συμβάν. Δεν το μετάνιωσα που σου έστειλα. Ανησύχησα πολύ για σένα και ήθελα να βεβαιωθώ ότι είσαι καλά. Χωρίσαμε αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δε νοιάζομαι. Ήσουν τυπικός. Όπως κι εγώ άλλωστε. Ήθελα να είσαι τυπικός, αλλά όταν αυτό έγινε στην πράξη δε μου άρεσε. Είχα καταλάβει ότι μου λείπεις και ήθελα να σου το γράψω. Αλλά δεν το έκανα. Γιατί είμαι δειλή.

Για για να με χώρισες κάποιο λόγο θα ‘χες. Αυτό το «γιατί» που νόμιζα ότι είχε φύγει, ξαφνικά γύρισε ακόμα μεγαλύτερο. Να φωνάζει πιο δυνατά. Κι εγώ σε σκέφτομαι και πάλι και παλεύω με τη σκέψη αν αξίζει να προσπαθήσω ή αν είναι καλύτερα να σε ξεχάσω…