Τα τελευταία χρόνια οι κοινωνικοί επιστήμονες έχουν δείξει ενδιαφέρον για την επιστροφή σε πιο ευέλικτες αντιλήψεις περί ετεροφυλοφιλίας. Περιστασιακή έλξη ή η επαφή με το ίδιο φύλο –είτε λόγο άρνησης του σεξουαλικού προσανατολισμού, είτε για ευχαρίστηση– διατηρώντας ας πούμε διανοητικά την ετεροφυλοφιλία, είναι αντικείμενο μελέτης. Τι είναι όμως αυτό το «ας πούμε διανοητικά», σε σχέση, με τον σεξουαλικό προσανατολισμό; Ετεροελαστικότητα ή ετεροευέλικτος; Ή μήπως και τα δύο μαζί, πάνω σε μία μετάφραση που συναντάει τον όρο Heteroflexibility;
Στον 19ου αιώνα ο αμερικάνικος πολιτισμός αναγνώρισε μόνο δύο πιθανούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς: τους ετεροφυλόφιλους και τους ομοφυλόφιλους. Η αμφιφυλοφιλία, η πανσεξουαλικότητα κι άλλοι queer προσανατολισμοί, έχουν διευρύνει πρόσφατα το εύρος των ταυτοτήτων που αναγνωρίζονται σε αυτό που ονομάζουμε κουλτούρα. Παρ’ όλα αυτά, η σύγχρονη κοινωνία, εξακολουθεί να περιμένει απ’ τους ανθρώπους να ‘ναι ετεροφυλόφιλοι- ένα φαινόμενο που ονομάζεται ετεροκανονικότητα. Οτιδήποτε σε αντίθεση μ’ αυτό , ακολουθεί τα γνωστά στερεότυπα. Έλεγχος, σεξουαλικοποίηση και στίγμα.
Πόσο προβλέψιμο είναι όμως, τ’ άτομα με ομοφυλοφιλικές επιθυμίες και συμπεριφορές, να θέλουν να θεωρούνται ετεροφυλόφιλοι, έτσι ώστε ν’ αποφύγουν όλες εκείνες τις αρνητικές συνέπειες που θα τους χαρακτήριζαν ως μη ετεροφυλόφιλους; Από ό,τι φαίνεται αρκετοί. Γιατί πριν τη θέσπιση όλων των παραπάνω, οι ομοφυλοφιλικές και μόνο πράξεις τέθηκαν εκτός. Δεν υπήρξε καμία λέξη για να προσδιορίσει κανείς το άτομο που κάνει μόνο έρωτα με άτομο του ίδιου φύλου.
Και καθώς ο 20ο αιώνας προχωρούσε, ο ιστορικός Clauncey στο βιβλίο του «Gay New York», περιγράφει κάτι που εκ πρώτης άποψης προκαλεί εντύπωση. Οι άνδρες της Νέας Υόρκης, μπορούσαν να’ χουν ερωτικής φύσεως σχέσεις μ’ άλλους άνδρες χωρίς να χάσουν την ταυτότητά τους, αρκεί να ντύνονταν και να ενεργούσαν με αντρικό τρόπο και φυσικά να διατηρούσαν τον ρόλο του άντρα. Κάτι που δεν ίσχυε μ’ εκείνους που ενεργούσαν με θηλυκούς τρόπους, αλλά δε χαρακτηριζόντουσαν ως ομοφυλόφιλοι, αλλά ως «νεράιδες». Εν ολίγοις, όλα αφορούσαν την απόδοση του φύλου, ως προς το φαίνεσθαι κι όχι στην πράξη.
Όμως οι ταυτότητες πήραν τη θέση τους. Και το να βρίσκεσαι ερωτικά με άτομα του ίδιου φύλου έγινε κάτι περισσότερο από μια πράξη: ήταν κάτι που ήταν κάποιος, παρά κάτι που έκανε. Μια ταυτότητα, δηλαδή, πάνω από μια δραστηριότητα. Ή μήπως όχι; Γιατί ήρθε στα χέρια μας μια ερεύνα που έγινε το 2018 και μας δείχνει μια επιστροφή σ’ εκείνες τις ευέλικτες αντιλήψεις για το τι σημαίνει ετεροφυλόφιλος. Μας δείχνει την περιστασιακή έλξη ή και επαφή με το ίδιο φύλο, με σκοπό τη διερεύνηση του σεξουαλικού προσανατολισμού. Κι όχι μόνο αυτό.
Φανέρωσε την τάση αυτών των πράξεων, με την έννοια της άρνησης της έλξης προς το ίδιο φύλο και την εστίαση στην επαφή αποκλειστικά και μόνο για την ευχαρίστηση. Κι αυτό πολλές φορές όταν το αντίθετο φύλο δεν ήταν διαθέσιμο. Η έρευνα κατέληξε όμως σ’ ένα σημαντικό συμπέρασμα. Αντί οι συμμετέχοντες να στραφούν σε μια ομοφυλοφιλική ταυτότητα προτίμησαν ν’ αλλάξουν τον ορισμό της ετεροφυλοφιλίας συμπεριλαμβάνοντας την έλξη στο ίδιο φύλο, διατηρώντας διανοητικά την ετεροφυλοφιλία τους και τα «προνόμιά» τους.
Η ετεροελαστικότητα, ως προσανατολισμός, είναι παρόμοια με τις κατηγορίες 1 και 2 στην κλίμακα Kinsey, όπου 0 αποκλειστικά ετεροφυλόφιλος κι 6 αποκλειστικά ομοφυλόφιλος. Με τους επιστήμονες να χαρακτηρίζουν την ετεροελαστικότητα ως μια πιο απλή λέξη για την αμφιφυλοφιλία. Το όφελος; Η έλλειψη στιγματισμού. Με αντίστοιχες έρευνες να τονίζουν μια κύρια διαφορά μεταξύ αυτών των δύο. Την επαφή χωρίς έλξη. Και τα ηθικά ερωτήματα πολλά και μεγάλα. Επομένως, το ετεροευέλικτο, είναι ο μόνος τρόπος για να περιγράψεις κάποιον που ταυτίζεται ως μη ετεροφυλόφιλος; Όχι φυσικά.
Οι ετικέτες είναι πολλές φορές χρήσιμες για να μάθουν στους ανθρώπους ν΄αγκαλιάζουν τη δική τους ταυτότητα μέσα σε μια κοινότητα υποστήριξης. Και η νεότερη γενιά, έρχεται για ν’ αλλάξει αυτά τα δεδομένα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, σε δημοσκοπήσεις, που οι περισσότεροι νέοι δε νιώθουν άνετα στην άκαμπτη διχοτόμηση της σεξουαλικότητάς τους. Κι αυτό ακόμη δεν το έχουμε κάνει κτήμα μας. Γιατί;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου