Τον βλέπεις κάθε μέρα και τον έχεις ερωτευτεί. Το ξέρεις πολύ καλά, γιατί τα συμπτώματα είναι πάνω κι από ξεκάθαρα. Μόνο στη σκέψη του τα χείλια σου τραβιούνται στην άκρη, χωρίς να μπορείς να κάνεις τίποτα γι αυτό, και τα μάγουλά σου φλογίζονται. Νιώθεις την κάθε σύσπαση που κάνει η καρδιά σου και το στομάχι σου δένεται σα διπλός ναυτικός κόμπος. Για τα γόνατα δεν το συζητάω καν. Κάτι ανάμεσα σε κλακέτες και πεντοζάλη.
Τα ίδια και στην απέναντι πλευρά. Κάθε φορά που τη συναντάς ή που ακούς να μιλάν γι αυτήν αφαιρείσαι. Μυρίζεις το άρωμά της στη μέση του δρόμου και βλέπεις το πρόσωπό της στο τζάμι του αυτοκινήτου. Όταν περνάς τις διαβάσεις νομίζεις –κι ελπίζεις– ότι τη συναντάς, ενώ ταυτόχρονα εύχεσαι να μη συμβεί κάτι τέτοιο γιατί το σαρδάμ το έχεις σιγουράκι. Την έχεις δαγκώσει γερά τη λαμαρίνα και δε σώζει τίποτα.
Το ερώτημα σε κάθε περίπτωση παραμένει ένα. Του το λες; Της αποκαλύπτεις ότι σου έχει πάρει τον ύπνο και τον ξύπνιο; Κι αν βρίσκεται ήδη σε σχέση; Κι αν δε σε θέλει; Και πώς θα βρεις το κουράγιο ν’ αποφασίσεις αν θα κάνεις το μεγάλο βήμα και θα εκμυστηρευτείς αυτό το χάος συναισθημάτων που βγάζει εκτός λειτουργίας το κέντρο λόγου, τους πνεύμονες και κάθε ικανότητα επικοινωνίας με το περιβάλλον; Όλοι μας ανεξαιρέτως έχουμε βρεθεί στην αμήχανη θέση να ψάχνουμε και να ερμηνεύουμε σημάδια. Όλοι έχουμε πετάξει ένα μικρό πυροτέχνημα για να δούμε αντιδράσεις, για ν’ αποφασίσουμε αν θα ρίξουμε τελικά τη βόμβα.
Τα δημοσιεύματα του τύπου «δέκα σίγουρα σημάδια για να καταλάβεις ότι σε θέλει» δίνουν και παίρνουν σε περιοδικά και ιστοσελίδες που απευθύνονται σε ένα ηλικιακό κοινό που κυμαίνεται από την εφηβεία μέχρι τη μέση ηλικία. Κι όσο κι αν οι ειδήμονες των εν λόγω δημοσιευμάτων δεν έχουν να πουν και τίποτα φοβερό, συνεχίζουμε να τους διαβάζουμε, ελπίζοντας ότι σε μια από τις άπειρες αυτές σελίδες θα βρούμε την απάντηση στο πρόβλημα του φόβου μας να εκδηλωθούμε.
Για μένα, δεν υπάρχουν «δέκα συν ένας τρόποι να σε ερωτευτεί», εκτός κι αν μιλάμε για μαγικά φίλτρα στο Hogwarts, ούτε «πενήντα δυο συν τέσσερα σημάδια που σημαίνουν ότι πεθαίνει για σένα». Ο τρόπος είναι ένας. Το φλερτ. Μ’ αυτό θα ρίξεις το μικρό σου πυροτέχνημα και, ανάλογα με τις αντιδράσεις, θ’ αποφασίσεις τι θα κάνεις από εδώ και στο εξής.
Ωστόσο, θα υποκύψω κι εγώ στον πειρασμό να δώσω ένα τόσο δα μικρό σημαδάκι, καθόλου κρυφό είναι η αλήθεια και πανεύκολο να το τσεκάρεις όταν, κατόπιν εορτής, θ’ αναλύεις τη συνάντηση καρέ-καρέ με την παρέα σου. Κι είναι εύκολο να το αντιληφθείς, ακόμα κι όταν γύρω από το κεφάλι σου πετάει ένα σμάρι μέλισσες και μέσα σου παίζει όχι μόνο ταμπούρλο, αλλά ολόκληρη η φιλαρμονική.
Όσο κι αν χάνεσαι σε συννεφάκια και θάλασσες όταν σκέφτεσαι τα μάτια του προσώπου που σ’ ενδιαφέρει, όσο κι αν στις δυο-τρεις μετρημένες φορές που τόλμησες να κοιτάξεις εκεί μέσα έμαθες κάθε λεπτομέρεια των χρωμάτων τους πριν χαθείς σ’ άλλες σκέψεις, εδώ τα μάτια δεν παίζουν και τόσο μεγάλο ρόλο. Όχι στο παιχνίδι του φλερτ. Τα μάτια είναι γι’ άλλες στιγμές κι ανήκουν στις εξομολογήσεις και τα πιο βαθιά συναισθήματα.
Το παιχνίδι παίζεται στα χείλια και με τα χίλια! Και όχι, δεν εννοώ να κοιτάς τον άλλον στα χείλια για να καταλάβεις τι σου λέει, επειδή είναι των αδυνάτων αδύνατον να συγκεντρωθείς για να ακούσεις τα λόγια του. Εννοώ ότι εκεί που μιλάτε οι δυο σας κι εσύ είσαι ο ορισμός της ευτυχίας, ενώ ταυτόχρονα προσπαθείς να κρατήσεις το πιο σοβαρό «σε προσέχω απρόσκοπτα» ύφος που μπορείς να πετύχεις, κατεβάζει το βλέμμα του κι εστιάζει στα χείλη σου. Εννοώ ότι, ενώ την έχεις πετύχει μόνη της στο διάδρομο της σχολής και ψάχνεις ένα πρόσχημα για να πάτε για καφέ, σε κοιτάει πρώτα στα μάτια και μετά στο στόμα.
Μην το ψάχνεις άλλο, λοιπόν. Η γλώσσα του σώματος ήταν απολύτως σαφής. Μπορείς να πάρεις βαθειά ανάσα και να την διακόψεις μ’ ένα «Ξέρεις κάτι; Θέλω να σου μιλήσω». Μπορείς να του προτείνεις να πάτε για καφέ εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Πάρε την απόφαση να το πεις όσο τ’ αυτιά σου βουίζουν και το κεφάλι σου είναι ελαφρύ σαν αερόστατο. Κι άσε τα υπόλοιπα να γίνουν μόνα τους.
Μεταξύ μας, στη φάση του φλερτ, στη φάση που φοβάσαι να εκδηλωθείς για να μη τον χάσεις αν πει όχι, στη φάση που φοβάσαι ότι θα πληγωθείς αν σου πει όχι, το ΟΚ για να προχωρήσεις ένα βήμα ακόμα θα στο δώσει αυτή η σίγουρη και αποφασισμένη ματιά στα χείλη. Γιατί όταν τα κοιτάς ν’ ανοιγοκλείνουν αρμονικά και βελουδένια, ξέρεις ακριβώς τι θες εκείνη τη στιγμή. Εκεί παίζεται το παιχνίδι. Η εποχή των ματιών θα έρθει πιο μετά, σε σταθερό έδαφος και σε σίγουρο μέρος.
Επιμέλεια κειμένου Νεφέλης Αρδίττη: Ελευθερία Παπασάββα.