Συναίνεση. Μια λέξη που στις μέρες μας ακούγεται περισσότερο από ποτέ. Μια συνθήκη που φαίνεται να αγνοείται περισσότερο από ποτέ. Καλά. Ίσως όχι περισσότερο από ποτέ αλλά σίγουρα περισσότερο από όσο θα ήταν αποδεκτό σε μια κοινωνία σύγχρονη, πολιτισμένη, με σεβασμό στην ανθρώπινη φύση και αδιαπραγμάτευτη εκτίμηση στις επιλογές του καθενός. Στη θεωρία. Γιατί η απόσταση απ’ την πράξη φαίνεται να είναι μεγάλη, σε κάποια θέματα δε μάλλον χαοτική. Η χωρίς συναίνεση επαφή σίγουρα διώκεται νομικά. Κι αυτό είναι κάτι που δεν επιδέχεται άλλη ερμηνεία, προσέγγιση, ανάλυση. Όταν ένας από τους συμμετέχοντες πει τη μαγική λέξη «όχι», οποιαδήποτε προσπάθεια για επαφή πρέπει να διακόπτεται. Σε αντίθετη περίπτωση πρόκειται για εκμετάλλευση και δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για αυτό. Ως εδώ τα πράγματα είναι σχετικά γνωστά. Είπαμε, στη θεωρία, ναι. Γιατί η πράξη κάπως μας δυσκολεύει.

Τι συμβαίνει με τη λήψη μέτρων προφύλαξης κατά την επαφή; Θεωρητικά αποτελεί κι αυτή αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων. Η λέξη συναίνεση έχει τη θέση της και εδώ. Υπάρχουν, ωστόσο, πολλές περιπτώσεις που ο παρτενέρ μπορεί να προσπαθήσει να μη χρησιμοποιήσει προφυλάξεις ,να φορέσει αργότερα ή όσο γίνεται λιγότερο. Το ποσοστό που συναντάται αυτό το φαινόμενο στη βιβλιογραφία είναι συντριπτικό, καθώς 87% των γυναικών φαίνεται να έχουν εκτεθεί σε αυτό σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2019 και αφορούσε σε πολιτείες της Αμερικής. Κι αν τα μέτρα προφύλαξης αφαιρεθούν από τον έναν κατά τη διάρκεια της πράξης χωρίς να ενημερωθεί ο παρτενέρ; Τότε μιλάμε για άνευ συναίνεσης αφαίρεση και πρόκειται μια κίνηση σοβαρή σε πολλά επίπεδα.

Καταρχάς, με τον τρόπο αυτό ο/η σύντροφος εκείνου που αφαίρεσε το σκουφάκι εκτίθεται σε μεταδιδόμενα νοσήματα που μπορεί να έχει ο παρτενέρ, καθώς χάνεται η προστασία. Ο πρώτος και βασικός κανόνας μιας ασφαλούς επαφής, λοιπόν, αναιρείται και ακόμα χειρότερα, αυτό δε συμβαίνει με κοινή απόφαση του ζευγαριού, αλλά με επιλογή του ενός, την ώρα της πράξης, χωρίς να ενημερώσει τον άλλο. Θα μου πείτε γίνεται ο άλλος να μην καταλάβει ότι κάτι βγήκε; Θα απαντήσω μονολεκτικά και κατηγορηματικά: «ναι». Υπάρχουν στιγμές κατά τη διάρκεια της επαφής που δεν επικρατεί η λογική. Υπάρχουν στάσεις που δεν επιτρέπουν την οπτική επαφή, ώστε να αντιλαμβάνεσαι όλα τα συμβάντα. Κάποιες φορές υπάρχει τόση υγρασία και ένταση που μπορεί να μην επιτρέψουν να γίνει αντιληπτή η αφαίρεση. Υπάρχουν αυτοί και πολλοί άλλοι λόγοι, αλλά χωρίς φλυαρίες και αναλύσεις, ναι! Μπορεί να αφαιρεθούν τα μέτρα προφύλαξης χωρίς να γίνει αντιληπτό. Πολύ περισσότερο, δε, αν εκείνος που το αφαιρεί δε θέλει κιόλας να γίνει αντιληπτό!

 

 

Με μια τέτοια κίνηση, βέβαια, εκτός από τον κίνδυνο έκθεσης σε μεταδιδόμενα νοσήματα που υπάρχει σε όλα τα ζευγάρια, στα ετεροφυλόφιλα προφανώς αφήνει και πιθανότητες εγκυμοσύνης. Ανεπιθύμητης εκ των συνθηκών, αφού ενέχει δόλο και δεν αποτελεί κοινή απόφαση και επιλογή. Ένα στρες παραπάνω μέχρι την επόμενη έμμηνο ρύση, ένα σοκ για τον οργανισμό και την ψυχολογία. Και ας μη μιλήσουμε για την απευκταία περίπτωση που η εγκυμοσύνη προκύπτει και όλες τις συνέπειες που θα υποστεί η γυναίκα που βρέθηκε στη συγκεκριμένη κατάσταση. Το πολύ σημαντικό σε αυτό άλλωστε είναι ο κίνδυνος να επωμιστεί εκείνη τις ευθύνες, τις περαιτέρω κινήσεις και το βάρος των επιλογών μόνη της. Τόσο εκείνη όσο και κάθε άνθρωπος που έπεσε θύμα μιας τέτοιας πράξης. Είναι η ψυχολογική επιβάρυνση και η ανασφάλεια απέναντι στον παρτενέρ που κάνουν ακόμα χειρότερη την ίδια την πράξη. Ένας άνθρωπος που δε σεβάστηκε μια συμφωνία. Ένα άτομο που κορόιδεψε για να επωφεληθεί, αδιαφορώντας για τα συναισθήματα του απέναντι. Ένα τέτοιο πρόσωπο δεν μπορεί να αποτελεί κάποιον στον οποίο μπορεί να βασιστεί κανείς.

Μετά από ένα τέτοιο περιστατικό, η πληγή που ανοίγεται είναι μεγάλη, κανείς δεν είναι προετοιμασμένος και η δυσάρεστη ανατροπή επιδρά τόσο στην παρούσα φάση-σχέση όσο και σε επόμενες. Τα θύματα δυσκολεύονται να αφεθούν και να εμπιστευτούν, φοβούνται ότι μπορεί να ξανασυμβεί και παρουσιάζουν συμπεριφορές που παρατηρούνται σε άτομα που έχουν υποστεί εκμετάλλευση. Το τραύμα που αφήνει είναι δύσκολο να ξεπεραστεί, όπως επίσης και το στίγμα που ακολουθεί την παραδοχή του. Γιατί και η δήλωση ότι κάποιος έπεσε θύμα μιας τέτοιας συμπεριφοράς αποτελούσε -και συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό να αποτελεί- ταμπού. Η ενοχική συμπεριφορά προσώπων που ενοχοποιούν τους εαυτούς τους που δεν το κατάλαβαν, αλλά και η καχυποψία που ακολουθεί τη δήλωση, ενισχύουν μια τέτοια αντιμετώπιση. Η έλλειψη, άλλωστε, νομικού πλαισίου είναι υπέρ των ατόμων που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν τη συγκεκριμένη τεχνική. Ακόμα σε χώρες, όπως το ΗΒ, η Νέα Ζηλανδία και η Γερμανία, στις οποίες η χωρίς συναίνεση αφαίρεση των μέτρων προφύλαξης θεωρείται παρενόχληση, η καταγραφή των κρουσμάτων δε φαίνεται καν να πλησιάζει τον αριθμό των πραγματικών περιστατικών.

Μόλις φέτος, η Καλιφόρνια έγινε η πρώτη από τις ΗΠΑ στην οποία η αφαίρεση των μέτρων προφύλαξης χωρίς τη συναίνεση του παρτενέρ θεωρείται παράνομη. Απόφαση σταθμός σε μια ιστορία με μεγάλες διαστάσεις που κρύβεται πίσω από φόβο και κυρίως την εντύπωση που έχουν τα θύματα ότι «συνέβη μόνο σε μένα γιατί εγώ φταίω». Εντύπωση που είναι συχνή και ακόμα συχνότερα ακολουθούμενη από την κατακόρυφη πτώση αυτοπεποίθησης. Η εισηγήτρια την ποινικοποίησης, Cristina Garcia σχολίασε «I’m proud that California is the first in the nation, but I’m challenging other state legislators to follow and to follow quickly. One down, 49 to go» (είμαι περήφανη που η Καλιφόρνια ήταν η πρώτη αλλά προκαλώ τους νομοθέτες και στις άλλες πολιτείες να ακολουθήσουν. 1 ξεκίνησε μένουν ακόμα 49). Με τις δηλώσεις και τη στάση της θέλησε να δείξει τον δρόμο όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο να σταματήσει να κλείνει τα μάτια σε ένα φαινόμενο που συμβαίνει συστηματικά.

Σύμφωνα με μελέτη του 2019, σε άντρες ηλικίας 21- 30 ετών στην περιοχή του ΒΔ Ειρηνικού Ωκεανού, το 10% των συμμετεχόντων το έχει κάνει κατά μέσο όρο 3,6 φορές. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία, όμως, εκτός από το γεγονός καθαυτό, είναι και η συσχέτιση της αφαίρεσης των μέτρων προφύλαξης χωρίς συναίνεση με μεγαλύτερη επιθετικότητα απέναντι στους παρτενέρ.  Φαίνεται, δηλαδή, ότι τα άτομα που αφαιρούν τις προφυλάξεις έχουν και αυξημένη πιθανότητα να  μη φέρονται με τρυφερότητα τους συντρόφους τους. Πληροφορία που δεν πρέπει να αγνοηθεί, καθώς συχνά μια τέτοια πράξη συνοδεύεται από αισθήματα υποτίμησης της αξίας του παρτενέρ που μπορεί με τη σειρά τους να συνοδεύονται κι από άλλες πράξεις εκμετάλλευσης εις βάρους του.

Όσα «ξέρω τι κάνω» ή «έλα θα έχει πλάκα» ή «δοκίμασέ το, θα είναι αξέχαστο» κι αν ακουστούν, η αφαίρεση των μέτρων προφύλαξης, όπως και κάθε τι στην επαφή, μπορεί να γίνει μόνο αν και εφόσον οι συμμετέχοντες έχουν από κοινού συμφωνήσει. Οτιδήποτε άλλο αναιρεί την έννοια της συναίνεσης. Η ενημέρωση, η ένταξη της διαπαιδαγώγησης στην καθημερινότητα των παιδιών από μικρή ηλικία αλλά και η άρση των ταμπού που συνοδεύουν κάθε ομολογία και μπλοκάρουν την επόμενη, είναι κάποιοι από τους τρόπους για να περιοριστεί αυτό το φαινόμενο. Η βάση, όμως, είναι και παραμένει ο σεβασμός του παρτενέρ και η άνευ όρων αποδοχή του δεδομένου ότι η αυτοδιάθεση του σώματος είναι αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός και πρέπει να γίνεται σεβαστό αδιαπραγμάτευτα και έμπρακτα.

Συντάκτης: Ελένη Καραχανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.