Γράφει η Α.
Απόψε θα ‘θελα να ρθεις και να μου πεις δε σε θέλω. Να βρεις το θάρρος και την τόλμη να το ξεστομίσεις. Να υποστηρίξεις την απόφασή σου και τα θέλω σου κι όχι να μείνεις σε λόγια, αλλά να τα κάνεις και πράξεις. Να βγεις από τη ζωή μου μια και καλή και να μη μου δώσεις ποτέ ξανά περιθώριο να μπω στη δική σου. Μόνο τότε θα πάψω να σε γυρεύω, μόνο τότε θα σταματήσω να παλεύω, κι ας χάνω ήδη τη μία μάχη μετά την άλλη. Κι ας έχει ήδη γίνει η καρδιά μου ένα μωσαϊκό, από τα συνεχή κομμάτια που αυτοσχέδια και πρόχειρα κολλάω σε κάθε της ράγισμα.
Μακάρι να ήξερες πόση λύτρωση θα έφερνε κάτι τέτοιο μέσα μου. Πόσο θα με βοηθούσε να βάλω ένα τέλος. Γιατί το χρειάζομαι. Όλοι μας το χρειαζόμαστε. Χωρίς τέλος οι ιστορίες μένουν ημιτελείς. Κι όταν κάτι μένει ημιτελές αυτόματα αυτό σημαίνει πως έπεται μια κάποια συνέχεια. Και μαθηματικά υπάρχουν αμέτρητες πιθανότητες και σενάρια γι’ αυτή τη συνέχεια. Δίνει χώρο στις σελίδες του ημερολογίου μου να γραφτούν κι άλλα. Δίνει χώρο στο μυαλό μου να φτιάξει ιστορίες και στρατηγικές. Δίνει δύναμη στην ψυχή και την καρδιά μου να ανασκουμπωθούν, να μαζέψουν τα κομμάτια τους για ακόμη μια φορά και να δώσουν ξανά αυτή την «τελευταία μάχη» που όσο σίγουρο είναι ότι θα τη χάσουν και πάλι, άλλο τόσο σίγουρο είναι πως δε θα ‘ναι η τελευταία.
Πες το μου, λοιπόν. Αν δε μου έχεις κάνει τη «χάρη» να ανταποκριθείς στα αισθήματά μου, αλλά παρ’ όλα αυτά νοιάζεσαι όπως λες, κάνε μου τη χάρη να πάρεις το βάρος στους ώμους σου και να θέσεις εσύ το τέλος. Μην το αφήνεις κι αυτό σε μένα. Εγώ έχω ήδη το βάρος του ανεκπλήρωτου έρωτα, της καψούρας, της απόρριψης, έχω ήδη το βάρος του πόνου, της απογοήτευσης, της ελπίδας. Δεν έχω τον χρόνο να ασχοληθώ και μ’ αυτό. Και να σου πω την αλήθεια μου, το θεωρώ άδικο να το κάνω κι αυτό εγώ. Αναγνώρισέ μου το ελαφρυντικό του χαζού ερωτευμένου που δε βλέπει καθαρά, που επιμένει, που ελπίζει, που ονειρεύεται, που εθελοτυφλεί. Έχεις πραγματικά ερωτευτεί ποτέ σου; Αν ναι, τότε θα ξέρεις πολύ καλά για τι πράγμα μιλάω.
Έχεις αντίληψη, ξέρεις πώς νιώθω για εσένα. Στο έχω πει ήδη ξεκάθαρα. Στο έχω δείξει έμμεσα και με πολλούς τρόπους. Δεν καταλαβαίνω, λοιπόν, γιατί μένεις ακόμη. Γιατί με γυρεύεις, γιατί δείχνεις σημάδια νοιαξίματος, ενδιαφέροντος κι αγάπης; Αφού δε θες. Δε με θες. Τι είναι αυτό που σε κρατά στην τελική; Το εγώ σου; Αυτό είναι; Τρέφεται από τη δική μου συναισθηματική εξαθλίωση και δε θέλει να χάσει το σιγουράκι του; Ή πιστεύεις στ’ αλήθεια ότι είμαστε φίλοι; Σοβαρά τώρα; Ποιος εθελοτυφλεί σ’ αυτή την περίπτωση, εγώ ή εσύ; Ποιος αρνείται να δει την πραγματικότητα; Δεν ήμουν ποτέ φίλη σου, φίλους έχεις άλλωστε πολλούς και καλούς. Από μένα τι ψάχνεις ακριβώς;
Πιστεύεις ότι μπορώ μετά από όσα σου εξομολογήθηκα να παραμείνω απλώς φίλη σου; Για εξήγησέ μου πώς το φαντάζεσαι αυτό. Τι θεωρείς ότι είναι τα συναισθήματα και τα ερεθίσματα που λαμβάνουν το σώμα και το μυαλό μου και ζωντανεύουν μνήμες και θέλω; Τίποτα ρούχα που μπορώ να επιλέξω τι θα βάλω κάθε πρωί αναλόγως της όρεξης; Λες κι είναι απλώς το «συνολάκι του ερωτευμένου» που θα βγάλω από πάνω μου και θα το πετάξω για να μην το ξαναδώ στα μάτια μου μιας και δε μου κάθεται καλά, ενώ θα κρατήσω αυτό που μου ταιριάζει, «το συνολάκι του φιλικού»; Έτσι νομίζεις γεννιούνται και πεθαίνουν τα συναισθήματα;
Το να πεις ότι εγώ είμαι αυτή που καίγεται κι άρα είναι δική μου η ευθύνη που δε φεύγω, δε σε αφήνει άμοιρο ευθυνών. Μην κατηγορείς έναν χτυπημένο και πονεμένο που δεν μπορεί να κινηθεί. Γιατί μέσα μου έτσι αισθάνομαι. Αδύναμη να κάνω εκείνο το βήμα που ξέρω πως χρειάζομαι, ανίκανη να γυρίσω το κεφάλι και να πορευθώ προς την αντίθετη κατεύθυνση. Μου το λένε οι φίλοι, μάλλιασαν οι άνθρωποι να μου δείχνουν τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσω. Έλα όμως που τα πόδια δεν κινούνται. Και δεν ξέρω και πώς να τα κάνω να κινηθούν. Άρα μια λύση μας μένει -που είναι και η πιο ανώδυνη- να γυρίσεις εσύ το κεφάλι και να φύγεις.
Τι σου στοιχίζει να το κάνεις αυτό; Πόσο δύσκολο είναι; Γιατί να σου είναι δύσκολο άλλωστε, αφού δεν ενδιαφέρεσαι. Τι κόστος θα έχει αν το πράξεις; Θα χάσεις εμένα; Ωραία με χάνεις. Από τι όμως; Τι σου ήμουν, τι σου είμαι; Πώς με βλέπεις; Διότι αν πεις από φίλη, ας μην επαναλαμβανόμαστε, φίλη δεν ήμουνα ποτέ κι αν ψάξεις βαθιά μέσα σου θα το δεις κι εσύ. Άρα καταλήγουμε να μιλάμε για μια πράξη εύκολη για εσένα που θα έβγαζε εμένα από την ήδη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκομαι και θα έδινε ένα τέλος σ’ αυτό που βιώνω τον τελευταίο χρόνο.
Γιατί αν δεν το κάνεις, με καταδικάζεις, εν γνώση σου, σ’ ένα εφιαλτικό loop. Έναν αέναο κύκλο κι αγώνα, από τον οποίο κάποια φάση ίσως καταφέρω να βγω, αλλά δεν ξέρω ούτε το πότε ούτε το πόσο αλώβητη θα είμαι. Κι αυτό γιατί τόλμησα να σε ερωτευτώ, τόλμησα να σε αγαπήσω. Ναι, είναι αγάπη, μην παραξενεύεσαι. Μπορεί να λες πως δε με βλέπεις ερωτικά, αλλά το ουσιαστικό μεταξύ μας δέσιμο και την ένταση δεν μπορείς να την αρνηθείς. Γι’ αυτό σου λέω, αν έστω και λίγο νοιάζεσαι για εμένα, αν έστω όλα αυτά που μοιραστήκαμε σημαίνουν κάτι για σένα, απόψε θα ‘θελα να ‘ρθεις και να μου πεις δε σε θέλω, και φεύγοντας να κλείσεις την πόρτα πίσω σου, να την κλειδώσεις και να πετάξεις το κλειδί μια για πάντα.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ