Γράφει η Α.Α.

 

Είναι αυτά που σε άφησα να δεις και να καταλάβεις, αλλά είναι και τα άλλα που κράτησα που ίσως δε θα μάθεις ποτέ. Ένα ευχάριστο διάλειμμα σε μια ζωή με καφέ σκέτο, σουβλάκια κοτόπουλο και ταινίες των εννιά. Αυτά ήταν η συνάντησή μας. Ένα διάλειμμα γεμάτο αισθήματα, αγγίγματα, ανάσες, μουσική, ηρεμία και γαλήνη, τρυφερές αγκαλιές και νύχτες πανέμορφης ρουτίνας.

Όλα τα είχε η συνάντησή μας. Εκδηλώθηκαν όσα άξιζε να συμβούν, σαν να έψαχναν χώρο για να ξεπροβάλουν ανάμεσά μας. Δύο άνθρωποι διαφορετικοί και συγχρόνως τόσο ίδιοι. Δύο σώματα, μα ένα τελικά. Δυο ζευγάρια πόδια και χέρια που μπλέχτηκαν κουβάρι, γιατί έτσι έμοιαζε η θέση τους σωστότερη. Ανάσες κοφτές, τέλεια συγχρονισμένες, να δηλώνουν πόσο καλά κάναμε εμείς οι δύο όταν ήρθαμε κοντά.

 

 

Δύο που έγιναν ένα ξανά και ξανά. Δύο κορμιά που αναζητούσαν την ένταση και την αλήθεια τους καιρό τώρα, που προσπαθούσαν να χορτάσουν την πείνα τους πίσω από λόγια ανούσια και κάπως φτωχικά, αγγίγματα στο κενό, παιχνιδίσματα του μυαλού που προσπαθούσε να συνθέσει εικόνες στηριζόμενες στη φαντασία και να τις κάνει να αποκτήσουν υπόσταση, σε όσα ο νους έπλαθε στην προσπάθειά του ν’ αγγίξει αυτό που τόσο πολύ ήθελε.

Χρώματα. Όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου σε πέντε στιγμές βγαλμένες από ασπρόμαυρη ταινία. Αρώματα. Δικά μου και δικά σου, να μπλέκονται και να συνθέτουν κάτι νέο και κάπως ξεχωριστό. Μια ευωδιά που είχε πάνω τη σφραγίδα μας και που χαράχτηκε σαν αρχικά εφήβων σε κορμό, μέσα στα κεφάλια μας. Μια μυρωδιά που θα θύμιζε για πάντα ό,τι ζήσαμε. Γεύσεις. Γλυκόπικρες θα έλεγα, σαν να έμπλεξες σοκολάτα γάλακτος με σιρόπι για τον βήχα. Γεύσεις πρωτόγνωρες, που μέχρι χθες απεχθανόμουν και γι’ αυτό απέφευγα. Όμως μαζί σου όλα έγιναν γλύκα, ανάγκη το να γευτώ όλα αυτά τα νέα κομμάτια των αισθήσεων που έκαναν εμφάνιση μαζί με εσένα.

Μουσική. Τραγούδια αγάπης που μας συντρόφευαν τις νύχτες που δε θέλαμε να αφεθούμε στην απόλυτη ησυχία, τραγούδια που εξυμνούσαν ό,τι ζήσαμε, που σιγοτραγουδήσαμε ενώ ήταν μπλεγμένα τα χέρια μας σε άτσαλες (μα κι ατσαλάκωτες) αγκαλιές, τραγούδια που μας συντρόφευαν από παλιότερα κι απέκτησαν τώρα κάπως αλλιώτικο νόημα, αλλά και άλλα, που ακούσαμε μαζί για πρώτη φορά και στους στίχους τους βρήκαμε κάτι από εμάς, από την ιστορία μας και την πραγματικότητά μας.

Ηρεμία. Από εκείνη που σου γεννά πάντα ένα άλλο πρόσωπο και μοιάζει επικίνδυνα εύθραυστη μα ταυτόχρονα ακλόνητη. Ηρεμία που ερχόταν με το άγγιγμα, ενός κορμιού άγνωστου στην αρχή, που όμως μέσα σε λίγα λεπτά έγινε οικείο και σχεδόν αναγκαίο. Ήταν κι εκείνες οι σιωπές μας, που φώναζαν πόσο όμορφο ήταν αυτό που ζούσαμε, πόσο ανάγκη το είχαμε, πόσο καιρό το περιμέναμε, το λαχταρούσαμε, πόση δύναμη αντλήσαμε από αυτή μας την έκθεση, ο ένας μπροστά στον άλλον.

Ακόμα κι αν δεν υπάρξει συνέχεια σε όλο αυτό, η πληρότητα μιας ιστορίας σχεδόν ανολοκλήρωτης είναι υπεραρκετή για να προσφέρει αντοχή για όλα όσα έρχονται. Οι στιγμές που περάσαμε μαζί, μου είναι αρκετές για ν’ αντέξω τις άδειες ημέρες και νύχτες που ακολουθούν.

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη