Τελειώνετε. Αρχίζει το μυαλό και ξεθολώνει, παίρνει στροφές. Τι κάνατε; Γύρω σας το χάος. Νιώθεις βρώμικος, δε θέλεις να είσαι χωρίς ρούχα- τα ψάχνεις να καλυφτείς. Τα μάτια χαμηλωμένα· πώς να κοιταχτούν άλλωστε; Κι ο θυμός πια είναι λύπη και ντροπή. Μαζί με την μπλούζα από το πάτωμα μαζεύεις και μια ενοχή. Κι άλλη μία. Δε θα έπρεπε να είναι έτσι. Κι αν δεν το ξέρεις, δες γιατί:

 

Είναι σαν το συναισθηματικό φαγητό

Τρως επειδή δε νιώθεις καλά και δε νιώθεις καλά επειδή έφαγες. Κι όλο το σκηνικό δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο μέσα στον οποίο ρέεις εσύ και ό,τι βαφτίζεις λόγο για να έρθεις σε επαφή. Τό σώμα σου μπερδεύεται γιατί ναι μεν ζητάει κάτι φυσιολογικό -όπως το φαγητό- όμως το μυαλό σου το ζητάει με τελείως λάθος αναλογίες ποσότητας-timing αιτίας. Άρα το κορμί ζητάει να ικανοποιηθεί κι οδηγείται από μια μορφή έλξης την οποία ταυτόχρονα το μυαλό βαφτίζει λάθος και ντροπιαστική φέρνοντας κάθε φορά που συμβαίνει την αίσθηση της ένοχης απόλαυσης που όμως ταυτόχρονα αισθάνεσαι πως χρειάζεσαι. Όμως δεν ισχύει. Γιατί όπως μπορείς να μάθεις να τρως πατάτες τηγανητές χωρίς να σιχαίνεσαι μετά τον εαυτό σου, έτσι ταυτόχρονα μπορείς να εκπαιδευτείς έτσι ώστε να αισθάνεσαι απόλαυση χωρίς αγωνία για το τι κρύβεται πίσω από αυτή για την αυτοεικόνα σου.

 

Κάνει τις λέξεις να φαίνονται μικρές ενώ δεν είναι

Είναι μια λύση εύκολη γρήγορη και ηδονική που όμως δεν είναι λύση. Γιατί είναι σαν να λες «δεν έχω καθαρά ρούχα να βάλω ας χτενίσω τα μαλλιά μου». Ανακατευθύνεις την ανάγκη σου για ανθρώπινη επαφή και ταυτόχρονα ενός τύπου Α’ ξεκαθάρισμα, δίνοντας σκυτάλη στο σώμα (σου), το οποίο δρα μεν αλλά ενστικτωδώς δε. Κι όσο κι αν λογιζόμαστε για ζώα δε ζούμε με τους νόμους της ζούγκλας, οπότε χρειάζεται και λίγη συνεννόηση το πράγμα. Μπορεί μπροστά στον πόθο να μοιάζουν οι λέξεις κορδελάκια, μα είναι εκείνες που θα σε φτάσουν στην άκρη του νήματος των συναισθημάτων σου εν αντιθέσει με έναν πολύ δυνατό -και κατ’ τα τ’ άλλα χρήσιμο- οργασμό. Κι είναι και το προφανές-κρυμμένο άλλο. Η οργή εκφρασμένη με λέξεις, είναι πραγματικά πολυδιάστατη και μπορεί να δηλώνει κι άλλα πράγματα πλην του ορισμού της. Μπορεί να είναι ένα μείγμα απογοήτευσης, κρυφών προσδοκιών, ανεκπλήρωτων αναγκών, κόμπλεξ κατωτερότητας ή κι ανωτερότητας και δώσε και δεν τελειώνει η λίστα. Αν λοιπόν τη συνθήκη αυτή που είναι μια φορά επίπονη ως προς τη λεκτική έκφρασή της, πάμε και τη σωματοποιήσουμε, το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον ανησυχητικό. Για δυο λόγους. Ο ένας είναι ότι εκτονώνεται αντί να αποδομηθεί και να βρεθεί η λογική του βάση. Και δεύτερον….

 

Μήπως είναι -και- κακοποίηση τελικά;

Παρά την αφελή άποψη πως πέφτοντας στο κρεβάτι με κάποιον που έχεις οργή απέναντί του, εκτονώνεις τον θυμό σου και μπορείς να πετύχεις και μια καυτή συνουσία, δεν είναι τρόπος διαχείρισης θυμού και κρίσεων. Η ψυχανάλυση είναι, ο διαλογισμός επίσης. Όταν το κάνεις νιώθοντας θυμό, αηδία, νεύρα αυτό που καταφέρνεις είναι να κακοποιείς πρώτα και κύρια το σώμα σου και το μυαλό σου. Καθώς βρίσκονται σε άμυνα διότι αισθάνονται όλα τα παραπάνω, ενεργοποιούν το mode επιβίωσης, όχι όμως στη μορφή της διατήρησης της ζωής (με την έννοια ότι δε στέλνουμε αίμα παρά μόνο στην καρδιά και οι παλμοί πέφτουν στους πενήντα). Αντιθέτως εκκρίνεται τεράστια ποσότητα αδρεναλίνης, άρα νιώθεις ότι κάνεις κάτι σαν εξτρίμ σπορτ, όμως ταυτόχρονα υπολειτουργεί το κομμάτι που είναι υπεύθυνο για τη λήψη αποφάσεων συνειδητών. Με δυο λόγια γίνεσαι ζώο απέναντι σ’ ένα άλλο ζώο. Άρα εκείνη τη στιγμή μάχεσαι, αμύνεσαι, νιώθεις ότι καταπατάσαι και καταπατείς υπό το πρίσμα της κάβλας, οπότε κι όλα επιτρέπονται. Δεν επιτρέπονται όμως κι αυτή η μαλακία πρέπει να σταματήσει να λέγεται και να υφίσταται γενικώς. Φυσικά και δεν επιτρέπονται όλα και το ότι υπάρχει συναίνεση δε σημαίνει ότι εκείνη τη στιγμή καταλαβαίνεις τι κάνεις. Κι αυτό φαίνεται μετά. Όταν σηκωθείς από το πάτωμα, την καρέκλα ή το κρεβάτι και ψάχνεις όπως όπως να φύγεις. Όταν αντί να νιώθεις ανακούφιση νιώθεις αηδία. Όταν δεν μπορείς να κοιτάξεις τον άλλο, πόσο μάλλον να θες να τον φιλήσεις. Τότε δεν έχεις ευχαριστήσει το σώμα σου, το έχεις κακοποιήσει. Και στο δείχνει με κάθε τρόπο.

 

Έχει ως βάση τον ανταγωνισμό- καλλιεργεί την ανισότητα

Πολλές φορές παίρνει το κρεβάτι μια μορφή ανταγωνιστική. Υπάρχουν συχνά ρόλοι που υποδεικνύουν σχέσεις μεταξύ τους μη ισότιμες με βάση το φύλο, το φετίχ, τη διάθεση. Σχεδόν πάντα όμως αυτό αφορά σε ένα συνειδητό παιχνίδι μεταξύ των μελών κι αρχίζει και τελειώνει στο στρώμα -ή το τραπέζι ή το πάτωμα ή την καρέκλα-. Διαφορικά υπάρχει μια συνθήκη κακοποίησης. Έτσι και ένα κρεβάτι που έχει μυρωδιά εκδίκησης ή κρυφό θυμό κι οργή, έχει εξαρχής έναν χαρακτήρα του ποιος θα κερδίσει τη διαμάχη αυτή, σε μια σαρκική μεταφορά της. Ένα ψυχολογικό παιχνίδι που μοιάζει λόγω διασκεδαστικό κι όχι τόσο επικίνδυνο, κι εκεί είναι που κρύβεται κι όλη η προβληματική του φύση. Ότι είναι εξαιρετικά μεθυστικό ταυτόχρονα, πράγμα που καλλιεργεί μια ανοχή σε προβληματικές εκφάνσεις του ερωτισμού. Γιατί ένα κομμάτι σου εθίζεται στο να κερδίζεις την παρτίδα με τον τρόπο αυτό.

 

Αν δε σε νοιάζει ο άλλος ποτέ δεν είναι (τόσο) καλό

Πόδια μπλεγμένα, χέρια που να αγγίζουν τα κατακόκκινα μάγουλα, τρυφερά αγγίγματα με πίεση τόση- όση, ανεβοκατεβάσματα και οδηγίες εκατέρωθεν, σήματα που διαβάζονται γιατί εκτός από τα σώματα συνδέονται και τα μυαλά. Σε αφορά να περάσει ο άλλος καλά κι αυτό κάνει εσένα να περνάς καλύτερα, να ανάβεις περισσότερο. Καμία σχέση δεν έχει αυτό με τον έρωτα, έχει όμως άμεση σχέση με την ομαδικότητα. Και στο χέιτ δεν υπάρχει ομαδικότητα, δεν υπάρχει ανάγκη να περάσει ο άλλος καλά, θέλεις να λάβεις ικανοποίηση αποκλειστικά εσύ κι αν γίνεται να ρουφήξεις την ενέργειά του για να ανακτήσεις τις δυνάμεις και το έδαφος που έχασες μέχρι να φτάσετε στο σημείο αυτό. Κι αν δε σε νοιάζει το σώμα που ακουμπάς, τα χείλη που φιλάς, αν δεν κοιτάς με προσοχή τις υφές και τις καμπύλες του και δεν αποκωδικοποιείς τα σημεία της ηδονής μέχρι τον οργασμό του, αν δεν υπάρχει κιναισθησία στο σώμα σου για να μπορεί να εφάπτεται στο δικό του ολόκληρο, τότε πώς να τολμήσεις να πεις ότι πλησιάζει έστω αυτή τη μορφή της επαφής; Ποιος άραγε κουτός άνθρωπος κι αφελής θα μπορούσε να βγει να πει και να στηρίξει πως όταν ξαπλώνεις με έναν άνθρωπο και δε σε ενδιαφέρει πώς θα περάσει, σημαίνει πως εσύ περνάς καλύτερα; Κι αν έχεις ζήσει το άλλο, εκείνο που κάθε κραυγή που βγάζει ο παρτενέρ σου από απόλαυση σε κάνει να υγραίνεσαι και λίγο περισσότερο, τότε τίποτα διαφορετικό δε σε αφορά. Γιατί μοιάζει μικρό και είναι.

 

Απλώς μην το κάνεις. Δεν είναι αθώο. Δεν είναι εκτόνωση. Δεν είναι ερωτισμός. Αν δεν το βλέπεις, κακώς. Αν δεν το βλέπει, φύγε.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου