Οι σκέψεις βαριές. Πολλά περνούν από το μυαλό αυτές τις ώρες τις μικρές ή αλλιώς, τις θολές. Είναι τότε, που το μυαλό αρχίζει και τρέχει σ’ όλα αυτά που είχες κι έχασες, από ένα λάθος βήμα δικό σου ή παραστράτημα κάποιου άλλου. Ή επειδή δεν έμεινε στη ζωή σου, κάτι που ήθελες πολύ. Ή επειδή προσπάθησες και πάλεψες για εκείνους που επιθυμούσες, αλλά κουράστηκες με τη μονόπλευρη μάχη που τόσο, μα τόσο πολύ κόπιασες να κερδίσεις και δεν εκτιμήθηκε. Ή πάλι, εσύ μπορεί να μη σεβάστηκες τον αγώνα κάποιου, ζητώντας περισσότερα από εκείνα που μπορούσε να δώσει.
Είναι αυτό το τέλος ή έχει κι άλλο, όταν χωρίζουν οι άνθρωποι από αδυναμία; Ώρες ατελείωτες συζητήσεων και σκέψεων, μάταιες όλες. Μπορεί να φαίνεται μελοδραματικό ή απλώς ανούσιο, αλλά αυτές οι ώρες μοιάζουν να παίρνουν φεύγοντας και τη ζωή σου ακόμα. Μέσα στο κρύο που επικρατεί στο μυαλό και στην καρδιά όταν αισθάνεσαι ευάλωτος, προσπαθείς να βρεις από κάπου να πιαστείς και θέλεις ο χρόνος σου να οδηγεί σε λύση. Να μη μείνεις κρεμασμένος στο όριο των δυνατοτήτων σου, ζητώντας για βοήθεια που δεν έρχεται. Κραυγάζοντας απελπισμένα, με τις ώρες να τελειώνουν και τις απαντήσεις να μην έρχονται.
Αλλά και πάλι, τα λόγια στο κενό πέφτουν. Χωρίς ανταπόκριση. Γιατί ο άλλος είναι κουρασμένος από το δικό του παρελθόν, κι η φωνή του τραυματίστηκε φωνάζοντας κάποιον άλλον. Κι εσύ, σε όλη αυτή την ιστορία μένεις μόνος, σαν κι εκείνον, χωρίς τη δυνατότητα ποτέ να επικοινωνήσετε. Ανατρέχεις με πανικό στο παρελθόν σου, σε φίλους, γνωστούς, βιβλία, σε ιδέες και υπόνοιες για να βρεις λύση για κάτι που κάποιος κάποτε έχει ζήσει ξανά και ξέρει, προσπαθώντας να διορθώσεις το παρόν σου. Στη μάχη, όμως, που δίνεις να μη ζήσεις τα ίδια, κάνεις το λάθος να μην τα μοιράζεσαι ποτέ με τον άνθρωπο που έχεις πλάι σου. «Πότε επιτέλους θα μάθεις» λες στον εαυτό σου κι εκείνος σχεδόν σε κοροϊδεύει, αφού ξέρει πως ποτέ δε θα συμβεί.
Μπορεί τελικά να βρεθεί λύση; Ναι, μα την αποφεύγεις. Ξέρεις πως δε λύνονται έτσι οι διαφορές όταν οι άνθρωποι φοβούνται να έρθουν κοντά. Πρέπει να τις παλέψεις με πείσμα, με επιμονή και σιγουριά που έχεις χωρίς να στη δίνουν. Όταν κουράζεσαι, όμως, λίγο πριν εγκαταλείψεις, περιμένεις ο άλλος μ’ ένα χάδι να έρθει και να τ’ αλλάξει όλα. Κι αν αναγκάζεσαι να το ζητάς, χάνει το νόημά του. Αν πρέπει να ζητιανέψεις την προσοχή, αν δεν είναι ανάγκη κοινή να κρατηθεί η σχέση, αν η πόρτα ανοίγει συνεχώς και ξανακλείνει, πόσο να τραβήξει;
Νιώθοντας χαμένος, αποφασίζεις τη διέξοδό σου. Τελικά, αυτή είναι η λύση που έψαχνες. Να πας παρακάτω. Να διεκδικήσεις την καινούρια αρχή που, ίσως, ετοιμάζεσαι να φτιάξεις. Να πετάξεις ό,τι σε βαραίνει. Γιατί κι η καρδιά η άτιμη, βαραίνει εύκολα. Κι όταν φοβούνται οι άνθρωποι να δεθούν, ίσως να είναι γιατί δεν το θέλουν. Μπορεί ορισμένοι να λένε πως το τι κάνει ο άλλος είναι δικό του θέμα και το πώς αισθάνεσαι εσύ είναι μόνο δικό σου, αλλά, ανάθεμα, γιατί να είναι τόσο δύσκολος ο συγχρονισμός; Γιατί να αργεί βασανιστικά και μόνο στο χείλος του γκρεμού να βλέπουμε τι πραγματικά αξίζει; Γιατί στον έρωτα είμαστε τόσο τυφλοί και δεν μπορούμε να δούμε πέρα από τη μύτη μας; Κι αν τελικά ο ένας μπορεί κι ο άλλος όχι, πόσο να μείνεις πριν πεις πως τελείωσε ο χρόνος σου;
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου