Στάθηκα άνθρωπος τυχερός που γεννήθηκα στα χέρια σου. Μου χάρισες πολύτιμες στιγμές χαράς και μου δίδαξες άγραφους κανόνες κι αξίες από τις οποίες απαγκιστρώθηκα και μ’ αυτές πορεύτηκα στη ζωή μου. Μου έδωσες συμβουλές που ποτέ δεν ξέχασα, υπάρχουν μέχρι και σήμερα ζωντανές μέσα μου. Μου έμαθες πώς να αμύνομαι και να προσέχω τον εαυτό μου. Με δίδαξες να μην είμαι αφελής, να έχω τις κεραίες μου πάντα ενεργές, όσο κι αν εμπιστεύομαι τους ανθρώπους γύρω μου.

Ένιωσα ασφάλεια στα χέρια σου, μια ασφάλεια που όσα χρόνια κι αν περάσουν δε χάνεται έτσι εύκολα. Κρατώντας το χέρι σου, όντας παιδί ακόμη, κατάφερα να διώξω τους μπαμπούλες που κρύβονταν κάτω από το κρεβάτι μου. Κι ας μεγάλωσα, δε φεύγεις από πλάι μου στις βόλτες μας. Ακόμα κι αν ο χρόνος σε αγγίζει και νιώθεις το σώμα σου να γερνά, για μένα παραμένεις ένας άνθρωπος δυνατός, ένας προστάτης. Κάποιος που μπορεί να τα βάλει με όλο τον κόσμο και πάλι να χριστεί νικητής.

Παρ’ ότι ο τίτλος του πατέρα ήταν ακόμη φρέσκος για σένα, δε στηρίχτηκες ποτέ σε βιβλία για να με μεγαλώσεις. Επιπλέον, έκανες το πιο σωστό πράγμα που θα μπορούσε να κάνει ένας γονιός. Μου χάρισες άφθονη αγάπη- ποτέ με το σταγονόμετρο. Περισσότερη ίσως, από ό,τι θα λάβω ποτέ από άλλον άνθρωπο. Θέλω να ξέρεις πως κάθε μέρα θα ζω για να σου την επιστρέφω από λίγο.

Κι ας είσαι παραδοσιακός, γνωρίζεις πως οι εποχές αλλάζουν και πάντα προσαρμόζεσαι τέλεια, σχεδόν, στα νέα δεδομένα. Συμβαδίζεις μαζί μου σε αυτή τη νέα εποχή κι ας μη συμφωνείς πάντα. Κρύβεις μια ανησυχία για τις αποφάσεις μου, αλλά δεν προσπαθείς να με μεταπείσεις γι’ αυτές. Με αφήνεις να κάνω λάθη, όπως τότε που ήμουν παιδί και ξέρω πως ακόμα κι αν πέσω, θα είσαι εκεί να με κρατήσεις με τα κουρασμένα σου, πλέον, χέρια. Θέλω να ξέρεις πως με έχεις ήδη αποτρέψει από το κάνω τα μεγαλύτερα λάθη στη ζωή μου, κάποιο ξημέρωμα που με συμβούλεψες, κι ας ήσουν εξαντλημένος από τη δουλειά.

Φοβόσουν από πάντα το άγνωστο. Έτρεμες μη μου συμβεί κάτι κακό. Μα σταδιακά, βρήκες τη δύναμη να με αφήσεις να πετάξω ξεδιπλώνοντας αργά τον σπάγκο, κόβοντάς τον στο τέλος εντελώς, για να μπορέσω να φύγω από τη φωλιά μου. Πάντα όμως, μου υπενθυμίζεις πως ό,τι κι αν συμβεί, το σπίτι μου θα είναι πάντα εκεί να με περιμένει. Πρέπει όμως να σου ομολογήσω, ότι μερικές φορές αποφεύγω να σ’ αναζητήσω, γιατί δε θέλω να προσθέσω ακόμα ένα βάρος στην ήδη κουρασμένη σκέψη σου.

Είδα τους φόβους σου, που όσο κι αν προσπάθησες να τους κρύψεις απ’ όλους τόσα χρόνια, προκειμένου να φανείς δυνατός, εγώ τους αναγνώρισα. Έβαλα στόχο ζωής να τους εξαλείψω. Ίσως να μην καταφέρνω να ενισχύω πάντα την πανοπλία σου ενάντια σ’ αυτούς, μα δε θα σταματήσω να προσπαθώ να είσαι ασφαλής, μέρες, που κι εσύ ανθρώπινα λυγίζεις. Τις είδα τις ρωγμές κι ας προσπαθούσες πάντα να τις κρύβεις. Σε είδα να υποφέρεις και να πέφτεις στο έδαφος όταν ένιωθες πως το βάρος είναι πια ασήκωτο. Σε είδα, πατέρα, να κλαις σαν μωρό παιδί, κρυφά, να μη σε δούνε. Μα δε χρειάζεται, άλλωστε, κι οι ήρωες άτρωτοι δεν είναι.

Θέλω απλώς να σου πω, πως είναι εντάξει αν κουράστηκες μπαμπά μου. Το ίδιο βιώνω κι εγώ. Με εξαντλεί ο φόβος να μη χάσω τα άτομα που αγαπάω. Μα να θυμάσαι πως κι οι δυνατοί μπορούν να λυγίζουν και να παραδίδουν τα σκήπτρα κάπου-κάπου. Κι οι ήρωες μπορούν να βγάλουν την κάπα τους και να την κρεμάσουν για λίγο στο ντουλάπι. Είναι εντάξει ν’ ακουμπήσεις για λίγο στον ώμο κάποιου άλλου. Γιατί τώρα, είμαι εγώ εδώ.

Σκέφτομαι καμιά φορά, αν θα μπορέσω ποτέ να χωρέσω μέσα μου τόση ανιδιοτέλεια. Κι έτσι καθώς σ’ έβλεπα να θυσιάζεις τόσα, πλέον νιώθω πως πρέπει να πετύχω όλους μου τους στόχους για σένα. Κι αν είναι ενοχή ή ανάγκη δεν ξέρω. Ξέρω πως θέλω. Κι έτσι, κλείνοντας, να ξέρεις πως μέσα μου δεν έπεσες ποτέ. Γιατί, τελικά, αν σε παρατηρούσε κανείς από μακριά, να σε βλέπει ολάκερο, θα έβλεπε πως πέρα απ’ τις ρωγμές σου, πάντα τα κατάφερνες να τρέχεις προς τον ήλιο.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Γεωργία Κανδηλανάπτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου