Στο πλαίσιο μιας ψυχολογικής άσκησης ή κι ενός απλού challenge που μπορούμε να βάλουμε στον εαυτό μας για πλάκα, έχουμε τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε πολλά πράγματα για τον εαυτό μας, τη σχέση μας με αυτόν, αλλά και για τους γύρω μας. Το να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας είναι σπάνια μια εύκολη διαδικασία. Είναι, όμως, κι αυτές οι περίοδοι που μπλοκάρουμε τελείως κι όχι μόνο δεν μπορούμε να εκφραστούμε, αλλά δεν μπορούμε καν να συνειδητοποιήσουμε και να ονομάσουμε όσα νιώθουμε.

Αυτό το μπλοκάρισμα μπορεί να οφείλεται σε κάποιο δυνατό σοκ που βιώσαμε, σε περιόδους υπερβολικά υψηλού στρες ή και λόγω κάποιου συγκεκριμένου ψυχολογικού ζητήματός μας. Αφορά κάθε είδους συναίσθημα που δεν μπορεί να εκτονωθεί, ώστε να ανακουφιστούμε, όμως αν ξεκινούσαμε μια προσπάθεια απ’ τα πιο βατά αισθήματα, τα οποία δε μας προξενούν εύκολα ενοχή, ντροπή ή «ταπείνωση», τι θα άλλαζε; Αν εκφράζαμε την αγάπη μας κάθε μέρα, ως ένα απ’ τα πιο αγνά αισθήματα, τι θα κερδίζαμε;

Βιώνοντάς το προσωπικά για λίγο περισσότερο από ένα μήνα, η διαδικασία ξεκίνησε σαν ένα παιχνίδι μεταξύ φίλων, κατά το οποίο σχεδόν με κάθε μήνυμα καλημέρας, κολλούσε κι ένα «σ’ αγαπώ». Η αδημονία και το άγχος μέχρι να έρθει ανταποδοτική απάντηση είναι η πρώτη παρατήρηση. Προχωρώντας, αρχίζει η αποστολή ξεκάρφωτων σχετικών μηνυμάτων σε οποιονδήποτε γνωστό. Οι απαντήσεις που λαμβάνει κανείς, πέραν της ερώτησης του τι σε έπιασε, πιθανότατα θα είναι πολύ ευρηματικές, πράγμα που δείχνει πόση αμηχανία υπάρχει και στις δύο πλευρές. Οι συγκεκριμένες συζητήσεις συνεχίζονται είτε με μια τυπική συνομιλία, ή εκμυστηρευόμενοι οι άνθρωποι που συνομιλείς τις στιγμές που αγάπησαν και με ποιους τρόπους προδόθηκαν.

Παίρνοντας λίγο πιο σοβαρά τα πράγματα, ξεκινάς να κατευθύνεις πιο στοχευμένα τις λέξεις αυτές. Αρχίζεις, λοιπόν, να εκφράζεις την αγάπη σου σε οικογενειακά πρόσωπα ή κοντινούς ανθρώπους που σπάνια έως ποτέ εκφράζεστε λεκτικά. Σε κάποιες περιπτώσεις, νιώθεις εσύ πολύ άβολα που ξεκίνησες έτσι τη συζήτηση, ενώ σε άλλες αναγκάζεσαι ν’ αλλάξεις εσπευσμένα το θέμα συζήτησης, επειδή αισθάνεται περίεργα ο συνομιλητής. Αυτό που θα κάνει τη μεγάλη διαφορά είναι η κατά πρόσωπο με πρόσωπο προσέγγισή κι όχι τόσο μέσω γραπτών, αφού από κοντά δεν υπάρχει χρόνος σκέψης για την αντίδραση κι αν υπάρξει, γίνεται εμφανές.

Έπειτα, ξεκινάς να λες «σ’ αγαπώ» σε ανθρώπους που το ξεστομίζεις αβίαστα. Εκεί η ανταπόδοση έχει μια πιο θετική επίδραση απ’ αυτήν της ικανοποίησης του εγωισμού, κι η αδιαφορία προξενεί λίγη ταραχή κι όχι ντροπή.

Όταν πλέον έχεις μιλήσει σχεδόν σε κάθε άνθρωπο που σου πέρασε απ’ το μυαλό, αρχίζουν τα δύσκολα. Σου έρχεται η φαεινή ιδέα να κοιταχτείς στον καθρέφτη και να πεις «Σ’ αγαπώ». Μπορεί να διστάσεις, καθώς σου φαίνεται περίεργο, ή να γελάσεις, επειδή σου μοιάζει γελοίο, ή να χαμογελάσεις με ευχαρίστηση που μπορείς να το κάνεις αυτό χωρίς δεύτερες σκέψεις. Εκεί καταλαβαίνεις ότι η μέγιστη σημασία της όλης διαδικασίας και του μπλοκαρίσματος που αισθάνεται στην έκφραση βρίσκεται στο τι αισθάνεσαι για τον εαυτό σου. Αρχίζεις να σκέφτεσαι πόσο αυστηρός ή κατανοητικός είσαι μ’ εσένα, αν σε συγχωρείς, αν έχεις υπερβολικές απαιτήσεις και πολλά άλλα παρεμφερή. Έτσι, θα συνειδητοποιήσεις είτε πόσο χαμένος και χαωμένος είσαι, είτε σε πόσο καλή πορεία βαδίζεις. Όπου και να βρίσκεσαι, μόνο καλύτερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα, διότι πλέον βλέπεις τον δρόμο.

Κι αφού πέρασες την απόλυτη δοκιμασία και πλησιάζει προς το τέλος του το όλο εγχείρημα, έρχεται η ώρα να βρεις το θάρρος σου και να επικοινωνήσεις την τρυφερότητά σου στους ανθρώπους που απ’ την αρχή έθεσες ως υποψήφιους συμμετέχοντες του μικρού σου πειράματος, αλλά κάτι φοβήθηκες.  Πάντα λίγο πριν το τέλος, σκέφτεσαι «ή τώρα ή ποτέ» κι αφού μπόρεσες να το ξεστομίσεις σε γνωστούς, αγνώστους, ταμίες, ντελιβεράδες ‒και δε συμμαζεύεται‒, χωρίς να το εννοείς, αξίζει να το πεις σε κάποιον που το αισθάνεσαι. Εκείνη τη στιγμή επιβεβαιώνεις στον εαυτό σου τον λόγο που φοβήθηκες, ή διαψεύδεις τον εαυτό σου που ενίοτε γίνεται δειλός. Το μαγικό είναι ότι δε θέλεις πια να φοβάσαι να εκφραστείς, ούτε θέλεις να συνδέεις με κανέναν τρόπο το αίσθημα της αγάπης μ’ αυτό του φόβου.

Το «σ’ αγαπώ» αποκτά μια διαφορετική σημασία σε κάποιες περιπτώσεις. Το χρησιμοποιούμε όταν κάποιος μας προξενεί πολύ γέλιο ή αντικαθιστάμε το «ευχαριστώ» μ’ αυτό. Τελικά, δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να το λέμε συνεχώς με μια στρεβλή έννοια, αλλά με την πραγματική του και σε όποιον ειλικρινά το νιώθουμε και βγαίνει απ’ την ψυχή μας. Το τελικό συμπέρασμα αυτού του «παιχνιδιού» που παίξαμε είναι το παραπάνω, όπως κι ότι θα μας έκανε πολύ καλό να μην το είχαμε για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ως ένα παιχνιδάκι, αλλά ως αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας. Είναι μια ενέργεια που βελτιώνει πολύ γρήγορα την ψυχολογία μας, είτε οι λέξεις μας απευθύνονται στον καθρέφτη, είτε στην οικογένειά μας, είτε σε φίλους μας, είτε στο ταίρι μας. Υπάρχουν τόσα αρνητικά συναισθήματα που μας αγγίζουν καθημερινά, ώστε γίνεται σχεδόν απαραίτητο να θυμόμαστε ότι υπάρχει κι αγάπη γύρω μας.

Προσωπικά, το πρώτο πράγμα που με δυσκόλεψε περισσότερο ήταν να μη δικαιολογηθώ για κάμποσα απ’ τα σ’ αγαπώ που πέταξα από δω κι από κει, ιδιαίτερα όταν δε λάμβανα την απάντηση που ήθελα. Το δεύτερο δυσκολότερο ήταν να εκφραστώ σ’ έναν άνθρωπο που επίσης δυσκολεύεται να εκφραστεί σ’ εμένα, ενώ το τελευταίο και μεγαλύτερο παλούκι ήταν να καταπιεστώ περισσότερο και να εξακολουθήσω να μη μιλάω από εγωισμό σ’ έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, ενώ πάντοτε αγαπούσα. Το παράδοξο ήταν ότι κάποιος μου είπε απροσδόκητα ότι μ’ αγαπάει, δικαιολογώντας τον εαυτό του, όπως ακριβώς έκανα κι εγώ με πολλούς άλλους. Το αξιοσημείωτο είναι πως δεν ανταπέδωσα ακριβώς, αλλά είπα γενικά πως έχω κι εγώ θετικά συναισθήματα για εκείνον, καθώς έτσι αισθανόμουν. Μ’ αυτόν τον τρόπο, μου δόθηκε κι η ευκαιρία να μπω στη θέση μεγάλης μερίδας ατόμων που έφερα σε δύσκολη θέση, άθελά μου. Άλλωστε, γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο που λέμε αυτές τις δύο λέξεις.

Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι η παρατήρηση της συμπεριφοράς των άλλων κατά την εκδήλωση της αγάπης, παρ’ ότι αυτή μας τραβά έντονα την προσοχή. Το ιδανικό είναι να κατανοήσουμε τη δική μας συμπεριφορά, το τι περιμένουμε απ’ τους άλλους ανθρώπους και για ποιον λόγο. Το ωραιότερο είναι ότι ξυπνώντας κάθε πρωί έχεις έναν πολύ ωραίο σκοπό να εκπληρώσεις μέχρι να τελειώσει η μέρα κι έπειτα, όλα τα καλά προκύπτουν. Μπορείς να ανακουφιστείς, να απαγκιστρωθείς από ανούσιες καταστάσεις, να δεις τι σου φταίει ή κι έστω να σπάσεις την καθημερινή σου ρουτίνα. Ακόμη και μια άσχημη διαπίστωση να γίνει, κερδίζεις κάτι που σίγουρα χρειαζόσουν, ώστε να ξεκαθαρίσει κάπως το τοπίο. Ενώ αν δεν αλλάξει θεωρητικά τίποτα για ‘σένα, τι πιο ωφέλιμο απ’ το να αποκεντρωθούμε απ’ τα νεύρα και τον θυμό που μας προκαλούν οι γρήγοροι ρυθμοί μας;

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ελένη Βαλαβάνη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου