Πριν λίγες μέρες είχε γενέθλια. Έγινε δύο ετών. Δε θα σας πω ότι δεν κατάλαβα πότε πέρασαν. Το αντίθετο μάλιστα. Μου φάνηκαν σαν 2 αιώνες. Ο χρόνος πέρασε βασανιστικά, αλλά κι απολαυστικά αργά, ταυτόχρονα. Κι αυτό συνέβη λόγω της ανυπομονησίας μου να τη δω να μεγαλώνει. Να τη δω να κάνει καινούργια πράγματα. Να προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί μου. Κάθε μέρα είναι μια έκπληξη. Κάθε μέρα με αργά κι ασταθή βηματάκια, εξερευνά καινούργιες θάλασσες και κατακτά καινούργιους κόσμους. Κι εγώ στέκομαι απέναντι, να τη χαζεύω και να τη βοηθάω όποτε με χρειαστεί.
Δεν ήμουν από τους τύπους που ονειρευόταν να κάνει παιδιά. Δεν το έβρισκα απαραίτητα κακό, αλλά όλο αυτό φάνταζε σαν βουνό μπροστά μου. Ευθύνες, τρέξιμο, έξοδα, μα πάνω απ’ όλα φοβόμουν μην χάσω την ελευθερία μου. Την ανεμελιά μου. Ναι, σε έναν βαθμό μπορώ να πω ότι συνέβη, όμως υπήρξε και το αντίτιμο. Μαζί με τον δικό της κόσμο, ανακαλύπτω κι έναν νέο δικό μου τον οποίο ποτέ δε φανταζόμουν. Κι είναι υπέροχος.
Ναι, μπορεί να γκρινιάζω που με ξυπνάει στις 7.30 το πρωί, που έρχεται στο κρεβάτι μου, τραβάει τα σκεπάσματα και σκαρφαλώνει πάνω μου. Όλ’ αυτά όμως σβήνουν μονομιάς όταν μου χαμογελά, με δείχνει με το δάχτυλο και λέει: «ο μπαμπάς». Εκεί ξεχνάω κάθε κούραση και κάθε νύστα.
Ναι, μπορεί να γκρινιάζω που δε μ’ αφήνει να δουλέψω, που θέλει να της δίνω προσοχή όταν παίζει, να συμμετέχω κι εγώ, όμως με μιας το ξεχνάω. Ο χρόνος δεν έχει καμία σημασία όταν τη βλέπω να έρχεται από την κουζίνα φορτωμένη με ό,τι φρούτο βρει για να έρθει να μου το δείξει, να μου πει “τάτα” (ντομάτα) κι εγώ να την επιβραβεύσω.
Ναι, μπορεί να γκρινιάζω που έχω χαθεί με τους φίλους μου, που δε βγαίνω πια όσο έβγαινα παλιά, όμως κι αυτό περνάει όταν πηγαίνω στο κρεβάτι και τη βλέπω να κοιμάται σαν ένας μικρός άγγελος. Και τότε, πάω και κουρνιάζω δίπλα της και τη χαζεύω μέχρι να με πάρει ο ύπνος, μ’ ένα χαμόγελο μόνιμα καρφωμένο στα χείλη μου, μέχρι να ξημερώσει. Και πάλι απ’ την αρχή.
Ναι, άλλαξα, δεν είμαι πια ο τύπος που ξυπνά στη 1 το μεσημέρι. Που δεν έχει ωράριο, που πίνει όσο αντέχει, που τρώει ό,τι να ‘ναι. Μπήκα στο τριπάκι να προσέχω περισσότερο τον εαυτό μου, γιατί θέλω να είμαι καλά και να ζήσω όσα περισσότερα μπορώ μαζί της. Και δεν έχω μετανιώσει. Άλλαξα σελίδα κι είμαι ευγνώμων που καταφέρνω και διαβάζω αυτό το νέο κεφάλαιο.
Όμως, δε νιώθω ότι είμαι ο γονιός που έφερε στον κόσμο ένα παιδί και γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει αυτό να του δείχνει αιώνια ευγνωμοσύνη, ή να αισθάνεται πως είναι κτήμα του. Εν αντιθέσει, νιώθω ευθύνη κι υποχρέωση απέναντί της. Να σταθώ αντάξιος στην τιμή που μου έκανε να είμαι ο μπαμπάς της. Αυτόν τον ρόλο έχω. Όχι του μπαμπά. Έχω βάλει στην άκρη τους τίτλους. Πατέρας, γιος, κόρη. Δεν υπάρχουν αυτά. Πρέπει να βοηθήσω έναν άνθρωπο να μεγαλώσει. Να σταθεί στα πόδια του. Να ζήσει. Να δημιουργήσει. Να ερωτευτεί. Να γίνει ευτυχισμένος. Αυτός είναι ο στόχος μου.
Μια φίλη μου που δουλεύει στο νηπιαγωγείο αποκαλούσε τα παιδάκια μικρούς ανθρώπους. Θεωρούσα ότι αυτός ο τίτλος ήταν περισσότερο γραφικός παρά κυριολεκτικός και σαφώς, αποτέλεσμα της τριβής της με τα παιδιά. Τώρα κατάλαβα πόσο δίκιο είχε. Τώρα που τη ζώ και τη συναναστρέφομαι κάθε μέρα. Τώρα που η επικοινωνία μας κι η αλληλεπίδραση, μέρα με τη μέρα γίνεται όλο και πιο μεγάλη.
Δεν έχει σημασία που την περνάω ένα μέτρο στο ύψος. Εμείς κοιταζόμαστε ίσα στα μάτια. Δεν έχει σημασία που ξέρει λιγότερες λέξεις από μένα.
Εμείς καταλαβαινόμαστε στο πι και φι. Κι έτσι θα συνεχίσουμε. Όσο κι αν γεράσω, όσο κι αν ψηλώσει.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου