Το ξυπνητήρι ήχησε. Βούρτσισε τα δόντια σου και βάλε στον σκύλο σου πρωινό- τις αγαπημένες του κροκέτες. Άνοιξε τηλεόραση μέχρι να γίνει ο καφές. Σε λίγο θα το κινητό σου θα πάρει φωτιά από ειδοποιήσεις σε mail και messenger. Διάλεξε ανάμεσα σ’ ένα σωρό ρούχα, την ίδια μαύρη φούτερ. Τρέξε να ποτίσεις τα λουλούδια που μαράθηκαν απ’ τον πολύ αέρα και βάλε μετά τα παπούτσια σου. Μην ξεχάσεις τους λογαριασμούς από το γραμματοκιβώτιο και ξεκίνα για το σχολείο, μη χάσουν την πρώτη ώρα τα παιδιά απ’ το μάθημα και καταλήξουν σαν εσένα. Κι ύστερα, αργοπορημένα για τη δουλειά. Πάλι γκρίνια, πάλι πονοκέφαλος κι ένα μούδιασμα στον αυχένα, για τις απαιτήσεις της ημέρας. Πάλι φανάρι κι αναμονή στο κόκκινο. Όλα στο κόκκινο! Πάλι θ’ αργήσεις. Πάντα αργείς!

Ένα πιεσμένο χαμόγελο που προσπαθεί να διώξει τα στραβά γύρω σου και μια ξερή «καλημέρα» από τους συναδέλφους σου, έρχονται να δώσουν ώθηση στον καυτό καφέ που σου σερβίρουν κάθε πρωί. «Γιατί σ’ εμένα;» θ’ αναρρωτηθείς αλλά μη διανοηθείς να υπεραναλύσεις σκέψεις. Ώρα για δουλειά. Ώρα για ανούσιες επικοινωνιακές δεξιότητες με σκοπό το χτίσιμο ενός καλού προφίλ σε συναδέλφους. Μια προγραμματισμένη έξοδος, σου τρυπάει τα σωθικά και σε κάνει να φωνάξεις βοήθεια απεγνωσμένα. Μια στήλη με ραντεβού που πρέπει να υλοποιηθούν πριν τη λήξη της βάρδιας, μοιάζει μ’ έναν βάλτο που σε ρουφάει ολοένα και περισσότερο στον πάτο του Αυτόν τον γνώριμα σκοτεινό πάτο.

Άντε να πάρεις το βήμα σου, να φτάσεις στο σπίτι. Σε περιμένουν οι λογαριασμοί! Το ήμισυ του μισθού σου είναι εκεί και σε φωνάζει «ξόδεψέ με». Ένα οργισμένο ξέσπασμα στο φαγητό είναι μια προσωρινή ανακούφιση για όλα εκείνα που σε πιέζουν. Για όλους εκείνους που σε πιέζουν. Για όλους εκείνους που έχουν ανοιχτή τη χούφτα τους και ζητούν το χέρι σου, τον λόγο σου, την ενέργειά σου, το είναι σου, τη ζωή σου. Δε θα χορτάσουν αν δε σε πιουν. Δε θα χορτάσουν αν δε σ’ εξαφανίσουν. «Στο μυαλό είναι ο στόχος, το νου σου.»

Απόγευμα κι οι αναπάντητες κλήσεις δε σ’ αφήνουν να ευχαριστηθείς τον ύπνο σου. Έναν ύπνο που εδώ και καιρό έχεις επιθυμήσει να συναντήσεις. Κανείς όμως δεν τον σέβεται. Κανείς δε σε σέβεται. Όλ’ αλλάζουν κι όλα χειροτερεύουν. Το στόμα σου ξηρό- ζητάς απεγνωσμένα νερό. Έξω έχει χαρά θεού και μέσα το σπίτι σου είναι παγωμένο. Θέλεις αέρα καθαρό γιατί δεν μπορείς ν’ αναπνεύσεις. Οι φωνές των παιδιών σου μοιάζουν με νύχια που γαντζώνονται πάνω σου και σου ξηλώνουν το δέρμα. Τα γαβγίσματα του σκύλου σου καταστρέφουν το μινιμαλιστικό σου εσωτερικό κόσμο.

Σούρουπο, με δυο φίλους να κορνάρουν στον δρόμο γιατί είδαν το φως του σπιτιού σου ανοιχτό. Τηλέφωνα που δε σηκώνεις και μια φωνή ν’ ακούγεται στον τηλεφωνητή: «Είσαι πάνω; Λέμε ν’ ανέβουμε για έναν καφέ.» Κρίση πανικού! Ο δεύτερος όροφος σου φαίνεται ρετιρέ ουρανοξύστη. Θέλεις να βγεις έξω στον δρόμο και να τρέξεις. Να τρέξεις μακριά απ’ όλα αυτά που σου κλονίζουν τον εγκέφαλο. Σε καλούν να είσαι αυτό που ποτέ δεν ήθελες να είσαι.

Φαγητό! Πάλι ξέσπασμα στο φαγητό. Ένα κρασί κι ένα ποτήρι με καλό φωτισμό και τσιγάρα. Πολλά τσιγάρα. Κάθε ανείπωτη κραυγή κι ένα τσιγάρο δρόμος, προς όλα εκείνα που κάποτε έλεγες πως θα τρέξεις να βρεις. Ένας αλγόριθμος που υιοθέτησες για να επιβιώσεις. Μια ρουτίνα που μοιάζει με κουρτίνα μεταξύ του εαυτού σου και του έξω κόσμου. Ένα παράπονο που συσσωρεύεται και ξεσπά στο στήθος σου. Μια δόση τρέλας που καταλήγει σε γέλια απόγνωσης, μπας και σωθεί η κατάσταση γύρω σου. Μια ησυχία που δε μοιάζει με καμία άλλη στο παρελθόν, με μια έπαρση πως ο κόσμος τώρα που κοιμάται, τώρα είναι ομορφότερος. Ένα ταλαιπωρημένο μοτίβο σχέσεων, που μετράνε τις απουσίες σου, σε συνδυασμό με τα ελαττώματά σου- που πρέπει να διορθώσεις. Ένα βιβλίο σκονισμένο που θυμίζει όλα όσα άφησες να φύγουν μέσα από τα χέρια σου. Όλα όσα δε διεκδίκησες.

Μαζί με τον ύπνο τον νυχτερινό, να σου κι οι Ερινύες! Ενοχές γι’ αχαριστία κι εγωισμό και τρυπήματα στο στέρνο για να συνέλθεις. Ένα σωρό αγαθά γύρω σου κι εσύ αδυνατείς να τα εκτιμήσεις. Τι δρόμους και χαμένα όνειρα σκέφτεσαι; Γύρνα και δες γύρω σου, όλα δικά σου. Ενοχές για τα μυστικά απ’ τους ανθρώπους σου ανήκουν πια στο παρελθόν. Συνέχισε να κρύβεις την αλήθεια σου και κανείς δε θα ξέρει ότι ο κόσμος σου είναι ψεύτικος.  Όλα διορθώνονται όσο κρατάς τη θέση σου. Μη σπαταλάς τον χρόνο σου σε σκέψεις γι’ αλλαγές και βελτιώσεις. Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός. Ο χρόνος θα φέρει στα πράγματα μια ισορροπία. Μην αναλώνεσαι στον εαυτούλη σου. Τόσοι και τόσοι πέρασαν από τούτο τον πλανήτη και κανείς δεν άλλαξε τα πράγματα. Θα το κάνεις εσύ;

Χαράματα. Κάνε πως κοιμάσαι τώρα γιατί σε λίγο θα ‘ρθει η ώρα που θα πρέπει τη μάσκα σου να βάλεις. Ωραία τα λέμε, αλλά οι λογαριασμοί τρέχουν και απ’ το φροντιστήριο του παιδιού σου, ήρθε μήνυμα πως είναι η τελευταία φορά που ανέχονται καθυστέρηση στα μηνιαία δίδακτρα. Καθησύχασε το πείσμα σου και πέσε κοιμήσου. Δε σώθηκε ο κόσμος άμα ξυπνήσει ενός η συνείδηση. Δε σώθηκε ο κόσμος με την ευτυχία του ενός. Ας τρέξουν δυο τρεις στην πρώτη γραμμή και βλέπουμε. Εσύ μπροστά; Πάλι εσύ μπροστά;

Πέσε κοιμήσου, το ξυπνητήρι ήχησε!

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

 

Συντάκτης: Ιωάννης Σαββίδης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου