Τον περισσότερο χρόνο της μέρας μας τον χωρίζουμε ανάμεσα στη δουλειά, τον ύπνο και τον ελεύθερό μας χρόνο. Η δουλειά όμως, καλύπτει σχεδόν το μισό της μέρας μας, οπότε θα έλεγε κανείς πως αποτελεί βασικό άξονα κοινωνικοποίησης. Οι άνθρωποι με τους οποίους περνάμε τις περισσότερες ώρες μας είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο μαζί μας. Αυτοί, έχουν την τάση να χωρίζονται σε δύο κατηγορίες συναδέλφων: Σ’ αυτούς που γίνονται οικογένεια και σ’ αυτούς που δε θέλεις να ούτε να βλέπεις, αλλά πρέπει ν’ ανεχθείς εν ώρα εργασίας.

Οι πρώτοι, είναι άνθρωποι που από την πρώτη στιγμή μας αγκάλιασαν σαν να μας ήξεραν χρόνια και μας βοηθούσαν να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες μας, να μάθουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τη δουλειά μας, υπήρξαν στήριγμα και πηγή θετικής ενέργειας. Έχουμε ανάγκη το καλό κλίμα στον εργασιακό μας χώρο ώστε να μπορούμε να δώσουμε το καλύτερο του εαυτού μας κι είναι οι άνθρωποι που φορτίζουν με την αύρα τους μια καλή συνεργασία. Αν μάλιστα, καταφέρουν να γίνουν φίλοι μας, τότε γίνονται από τους καλύτερους.

Υπάρχουν, λοιπόν, άνθρωποι που μας έδειξαν το φιλικό τους πρόσωπο, μας εξήγησαν αναλυτικά τι θα πρέπει να κάνουμε, πώς να το κάνουμε κι έσπευσαν να διορθώσουν τα δικά μας λάθη, υπερασπιζόμενοι εμάς με κάθε μέσο. Νιώσαμε άνετα να τους μιλήσουμε για οτιδήποτε μας προβλημάτιζε, μιας κι εκ των πραγμάτων με τους ανθρώπους αυτούς μοιραζόμασταν περισσότερες ώρες της μέρας από όσες περνούσαμε με την πραγματική μας οικογένεια.

Στις σχέσεις αυτές τις συναδελφικές, που μοιάζουν με οικογένεια, υπάρχουν πολλά inside jokes, υπάρχουν πολλές κανονισμένες συναντήσεις εκτός δουλειάς για να δείτε πώς είναι ο καθένας χωρίς την πίεση να βγάλετε εις πέρας την εργασία σας. Είναι αυτοί που θα σου πουν «άσ’ το, θα το κάνω εγώ. Κουράστηκες πολύ σήμερα.» ή «φύγε, θα σε καλύψω εγώ» και το εννοούν. Εκείνοι που κουμπώνουν τα ρεπό με τα δικά σου, για να κάνετε παρέα στο φαγητό και το διάλειμμα.

Στον αντίποδα αυτού του ωραίου κι ευχάριστου κλίματος, υπάρχουν οι συνάδελφοι που δεν είναι σωστοί συνάδελφοι- που λέει κι η Αμαλία. Σου βγάζουν το λάδι και κάθε στιγμή της συναναστροφής σου έρχεσαι ένα βήμα πιο κοντά στην παραίτηση. Εκείνοι που σε κάνουν να ξεκινάς τη μέρα σου σκεπτόμενος «τη χρειάζομαι όντως αυτή τη δουλειά;» γιατί σου το κάνουν διαρκώς δύσκολο να συνυπάρξετε. Έτσι, σηκώνεσαι και πηγαίνεις στη δουλειά με βαριά καρδιά γιατί «πρέπει». Ίσως αυτή η προδιάθεση σου κάνει χειρότερες τις συνθήκες στον χώρο της εργασίας σου, πέραν της συνεργασίας, δημιουργώντας έτσι εκ νέου ένα μίζερο κλίμα.

Δύσκολοι και δύστροποι συνάδελφοι που δε σε υπολογίζουν ως ισότιμο μέλος, ως άτομο που κάνεις την ίδια δουλειά ή παρόμοια με εκείνους. Είναι οι άνθρωποι που δε σε βοηθούν όταν το χρειάζεσαι, που θεωρούν ότι σου κάνουν χάρη που είσαι εκεί, δε σου δίνουν πληροφορίες ώστε να μπορείς να ολοκληρώσεις σωστά την εργασία σου, δε σε υπολογίζουν στις άδειες, σε σχολιάζουν, σε κριτικάρουν όλη την ώρα και σε κάνουν να σκέφτεσαι ότι το ταμείο του ΟΑΕΔ μπορεί και να είναι καλύτερη λύση. Στην τελική, μας εγγυάται κανείς ότι θα βγούμε όλοι στη σύνταξη για να μαζεύουμε σαν τρελοί ένσημα και πτυχία;

Η ζωή μας είναι πολύ μικρή για να την ξοδεύουμε σε επαγγελματικές στέγες που μας αρρωσταίνουν. Εννοείται ότι έχουμε ανάγκη την επαγγελματική μας αποκατάσταση, δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι είναι σημαντικό να βρισκόμαστε σ’ ένα υγιές κι ευχάριστο περιβάλλον ώστε να μπορούμε να δουλέψουμε δίνοντας τον καλύτερό μας εαυτό. Μας χρωστάμε μια δουλειά που δε θα φεύγουμε στο σπίτι μας έξαλλοι, θεωρώντας ότι όσα κάνουμε δεν εκτιμώνται. Μας το χρωστάμε γιατί κανένας μας δεν έφθασε εδώ χωρίς κόπο και προσπάθεια.

Ξόδεψες πολλά χρόνια για να φτάσεις εδώ που είσαι. Δεν είναι, λοιπόν, άδικο ν’ ανέχεσαι συμπεριφορές που δε σου αρμόζουν; Άλλωστε, υπάρχουν κι εκείνα τα φωτεινά παραδείγματα, έτοιμα για ποτάρες και διακοπές και κουμπαριές, αλλά και μίτινγκ τις Δευτέρες. Αυτούς θέλουμε.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου