Από εκείνη την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι κάτι δε θα πήγαινε καλά. «Γεια, τι κάνεις;» είπες κι αρκούσε. Προσπάθησα ωστόσο. Να σταματήσω να το σκέφτομαι, να το επεξεργάζομαι. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Άρνηση κανονική. Σαν να μου απαγόρευα να μπλεχτώ στη ζωή σου. Δεν ήξερα όμως πόσο πολύ το ήθελα.
Αυτές οι συγκυρίες που δεν αφήνεις να σου συμβούν, που νιώθεις ότι δε θα βγει σε καλό, είναι που τελικά σε τρώνε. Αυτό το μπλέξιμο, το δέσιμο που τυχόν αισθανθείς και δε θα ξέρεις πώς να το αποβάλλεις μετά. Για ένα λεπτό σκέφτηκα ότι πρέπει να το αποφύγω. Δεν ξέρω γιατί έπρεπε. Ίσως γιατί μ’ έπιασα να σε σκέφτομαι, να χάνομαι σε σχέδια, σε μια κίνηση να μην μπορώ να τραβηχτώ λίγο πίσω, αλλά και να σαστίζω με τις ματιές μας και το χαμόγελο στις κουβέντες. Το κατάλαβα όταν πια περίμενα να σε δω. Κι αν περνούσε λίγο η ώρα σε έψαχνα, ενώ ταυτόχρονα έλεγα μέσα μου ότι δε μου το επιτρέπω. Μα γιατί; «Δεν ξέρω», είναι η απάντησή μου.
Φοβόμαστε να μπούμε σ’ αυτό το μονοπάτι και να το ζήσουμε, μην τυχόν και στην πορεία πέσουμε κάτω. Κι εγώ φοβήθηκα. Δίστασα μα δεν έπαψε να τριγυρνάει στο μυαλό μου όσο το έβλεπα να συμβαίνει και να δυναμώνει. Τα βράδια που περάσαμε μ’ ένα ποτό στο χέρι να χορεύουμε και να τραγουδάμε λες και δε θα υπάρξει άλλη τέτοια μέρα. Αυτός ήταν ο φόβος μου. Δεν ήθελα να μην υπάρξει άλλη μια τέτοια μέρα, δεν το δεχόμουν ότι περνούσαν έτσι οι στιγμές κι οι ώρες τόσο γρήγορα.
Περίμενα το κάθε «απόψε» που θα ερχόταν. Και κάθε απόψε γινόταν όλο και πιο έντονο, ερχόμασταν όλο και πιο κοντά. Μέχρι το λεπτό που συνειδητοποίησα ότι δε θα μπορέσω να το αποφύγω. Μέχρι τη στιγμή που σιγουρεύτηκα πια μέσα μου. Δεν ήθελα ν’ αντισταθώ σ’ ό,τι θ’ ακολουθούσε. Σαν να ζεις όσα δεν έχεις ζήσει μέσα σε λίγες μέρες μόνο, σε λίγα βράδια. Από εκεί που δεν το περιμένεις κι αρνείσαι αυτό που συμβαίνει, φτάνεις να θέλεις άλλο τόσο, λίγο παραπάνω από τα πάντα.
Κι έρχεται η στιγμή που τελειώνουν αυτές οι μέρες. Αβέβαιο το τι θα γίνει τώρα. Από το κάθε μέρα και κάθε απόψε, είμαστε στο μακριά κι ίσως κάποτε ελάχιστα κοντά. Εκεί που πιστεύω πως τελείωσε, ξαφνικά βρισκόμαστε, σ’ ένα «απόψε» όπως τότε.
Κι έτσι τα ξεχνάω όλα. Είμαι εκεί, είναι όπως τότε. Δεν αλλάζει τίποτα. Οι ίδιες αντιδράσεις, τα ίδια συναισθήματα, αυτός ο κόμπος που με κάνει να χάνω τα λόγια μου. Περνάει από το μυαλό μου να το σταματήσω, να σου αρνηθώ να έρθω από εκεί. Να βρω μια δικαιολογία για να μη σε δω. Μη μου ζητήσεις να με περιμένεις στο ίδιο σημείο, απόψε. Θα πω πως δε θέλω. Γιατί θα θέλω, όταν θα το θέλεις κι εσύ όσο εγώ. Γιατί φοβάμαι ότι σαν αυτά τα «απόψε» σταματήσουν, θα σταματήσω κι εγώ να έχω έναν λόγο να χαμογελάω.
Μη μου πεις να έρθω από εκεί απόψε, σου είπα.
«Θα έρθω εγώ» απάντησες.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου