Θυμάστε τότε που ήμασταν παιδιά, πώς κοκκινίζαμε μόλις μαρτυρούσαμε σε κάποιον φίλο μας, στους γονείς ή τ’ αδέλφια μας ότι αγαπάμε κάποιον; Τότε, που ακόμα δεν ξέραμε καλά-καλά να γράψουμε το «σ’αγαπώ» σε μια λευκή κόλα, αλλά ξέραμε πώς θα το εκφωνήσουμε σ’ εκείνον που αγαπάμε, απλώς ξεστομίζοντάς το; Δίχως προλόγους, δίχως μεγάλες αναλύσεις στο μυαλό μας. «Θέλεις να τα φτιάξουμε;» ήταν η ερώτηση που συνόδευε την ερωτική μας κατάθεση ψυχής, κι από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα κρατούσαμε το χέρι του μεγάλου μας έρωτα ή μια μεγάλη απογοήτευση. Όλη η διαδικασία της εξομολόγησης διαρκούσε μονάχα μερικά λεπτά. Τόσα, όσα χρειάζονται για να κρατηθεί η ουσία.
Στο βίντεο του Φισφή, έχουμε την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε μερικά από εκείνα τα αυθόρμητα συναισθήματα που μας προκαλούσε η αγάπη σε τόσο νεαρή ηλικία, τότε, που δεν υπήρχαν δισταγμοί, φόβοι ούτε πολυπλοκότητες. Αν μας ρωτούσε ο Φισφής ως ενήλικες τι είναι η αγάπη, ίσως να προσπαθούσαμε να περιγράψουμε αυτό το συναίσθημα με πολλά λόγια, με γκριμάτσες, χειρονομίες κι αναστεναγμούς. Μάλιστα, ίσως αδυνατούσαμε κιόλας να βρούμε τον τρόπο να το περιγράψουμε. Κι όμως, για ένα παιδί, η απάντηση είναι πολύ απλή. Για ένα παιδί, η αγάπη μπορεί να είναι η φιλία ή ο γάμος. «Τι πρέπει να κάνεις για κάποιον που αγαπάς», είναι μια από τις πολλές ερωτήσεις που διατυπώνονται προς τα παιδιά. Η απάντηση είναι και σ’ αυτή την περίπτωση αυτονόητη στα μάτια τα δικά τους. Αρκεί μονάχα να το πεις, να τον αγκαλιάσεις και να τον φιλήσεις.
Μέσα από αρκετές ακόμη ενδιαφέρουσες ερωτήσεις, που γίνονται προς τα παιδιά, από το πόσο διαρκεί ένας έρωτας μέχρι και το πόσο καιρό χρειάζεται για να τον ξεπεράσεις μετά τον χωρισμό, διακρίνεται ένας αυθορμητισμός και μια αθωότητα μέσα από τις ντόμπρες απαντήσεις που δίνονται στον Φισφή. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι απαντήσεις προκαλούν γέλιο, όπως η κρίση πανικού, που φαίνεται να είναι η απάντηση που δίνει ένα παιδί για το τι συμβαίνει όταν είναι κανείς ερωτευμένος, ενώ σε άλλες περιπτώσεις φαίνεται πως τα παιδιά έχουν υιοθετήσει απόψεις ενηλίκων για κάποια θέματα του έρωτα. Ερωτηθείς για τον καλύτερο τρόπο να ξεπεράσεις κάποιον, ένα παιδί απάντησε τρία μπουκάλια βότκα. Σίγουρα, δε θα είχε πρόσβαση σ’ αυτά τα μπουκάλια με τη βότκα, αλλά η άποψη αυτή ίσως ειπώθηκε σε κάποια συζήτηση ενηλίκων, όπου έτυχε να παρευρίσκεται.
Καταλαβαίνουμε πως τα παιδιά είναι μια προσομοίωση (ή εικόνα;) των ενηλίκων, με τη διαφορά ότι οι απαντήσεις τους διακρίνονται από ειλικρίνεια, δεν προσπαθούν να τις πλασάρουν με όμορφο τρόπο. Εκφωνούνται απευθείας όπως υπάρχουν στο μυαλό τους, αφιλτράριστες, κρύβοντας μεγάλη δόση αλήθειας, τόσο μεγάλη, που καμιά φορά μπορεί να μας σοκάρει. Κάτι που εμείς ως ενήλικες ξεχνάμε στην πορεία πώς να κάνουμε. Ξεχνάμε πώς να είμαστε αυθόρμητοι. Χάνουμε αυτή την αφοπλιστική ειλικρίνεια που μας διακατέχει σε τόσο νεαρή ηλικία, και κρυβόμαστε πίσω από τα συναισθήματά μας, προβάλλοντας κάτι πιο χαλαρό κι αδιάφορο προς το άτομο που μας ενδιαφέρει. Πασχίζουμε να βρούμε τρόπους να κρυφτούμε από τον άλλον, και περιμένουμε να υποθέσει μόνος του τα συναισθήματα που τρέφουμε για το πρόσωπό του. Ενώ, θα μπορούσαμε να γλυτώσουμε πολύ κόπο και χρόνο, απλώς λέγοντάς το.
Γιατί όμως διστάζουμε ν’ αποκαλυφτούμε; Σε κάποιες περιπτώσεις, δυσκολευόμαστε να βρούμε τα σωστά λόγια ή θεωρούμε πως ίσως η στιγμή δεν είναι η πλέον κατάλληλη. Σίγουρα, τις περισσότερες φορές, φοβόμαστε την απόρριψη, καθώς περνάμε μεγάλο μέρος του χρόνου μας σκεπτόμενοι αν ο άλλος νιώθει ή θέλει τα ίδια με εμάς και τι θα συμβεί αν τα αισθήματα δεν είναι αμοιβαία. Πιστεύουμε πως η αγάπη μας κάνει ευάλωτους στον πόνο, κι επιλέγουμε να μην την επιδιώκουμε. Ή ίσως μετά την πρώτη μας ερωτική απογοήτευση, αποφασίσαμε πως ο έρωτας δεν είναι για εμάς και γι’ αυτό τον αποφεύγουμε. Ακόμα κι αν τα βέλη του τελικά μας πετύχουν, προσπαθούμε να μη μορφάσουμε, μην τυχόν και προδοθούμε.
Αναρωτιέμαι γιατί περιπλέκουμε τόσο πολύ τα πράγματα στην ερωτική μας ζωή, γιατί δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να φωνάξουμε «σ’ αγαπώ». Πόσο δύσκολο είναι να πιάσουμε το χέρι του άλλου, όπως τότε που ήμασταν παιδιά και να τον ρωτήσουμε αν θέλει να πορευτούμε μαζί. Οι πράξεις, που συνοδεύουν την αγάπη που νιώθουμε, ενώ μπορούν να είναι ξεκάθαρες και γεμάτες νόημα, περιορίζονται σ’ εγωιστικά παιχνίδια πολλές φορές και διλήμματα.
Το πώς βιώνει κανείς την αγάπη, σίγουρα διαφέρει σε κάθε περίσταση. Υπάρχει, όμως, μια βασική διαφορά που έχουμε ως ενήλικες σε σύγκριση με τα παιδιά. Ως ενήλικες, μπορούμε ν’ αντιληφθούμε τη βαρύτητα αυτού του συναισθήματος που τρέφουμε για κάποιον και να αναγνωρίσουμε πότε αυτό το συναίσθημα είναι εφήμερο και πότε αληθινό. Έχουμε περισσότερες ελευθερίες για να πειραματιστούμε και να δοκιμάσουμε τα όρια της αγάπης, εκείνης που αντέχει ανεξαρτήτως συνθηκών. Της διαχρονικής αγάπης, που έρχεται και μένει, ανεξάρτητα από τον πόνο του χωρισμού που τείνει να μεσολαβεί.
Η αγάπη για μένα, από αυτές που αξίζει τουλάχιστον να θυμάσαι, είναι η αγάπη που παρά τα χρόνια που κυλάνε, δεν παύει να υφίσταται. Κι αυτό, δε συνεπάγεται με το ν’ αγαπάς κάποιον ερωτικά μονάχα, αλλά με το ν’ αγαπάς κάποιον ολοκληρωτικά ως άνθρωπο για όσα σου δίδαξε, για την εξέλιξη που σε βοήθησε να έχεις. Όταν αγαπάς κάποιον αυθόρμητα, αβίαστα, μ’ έναν καθαρό τρόπο, ανεξάρτητα από το αν υπήρξε πόνος στον επίλογο, τότε ναι, αυτό είναι κι η πραγματική αγάπη. Μια αγάπη που συνεχίζει να αιωρείται, ακόμα κι όταν οι επαφές μεταξύ των ανθρώπων που αγαπήθηκαν δεν επιβίωσαν, τελικά, στον χρόνο.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου