Η ταμπέλα του δεδομένου: τέσσερις λέξεις, μια κατάσταση που πολύ δύσκολα μπορεί να λήξει· θέλει να αφιερώσεις πολύ χρόνο κάνοντας διαγράμματα ροής με τα βήματα για να ξεμπλέξεις το μυαλό σου. Μια φάση σαν να βρίσκεσαι σ’ ένα μπαρ με δυνατή μουσική, τόσο που να βουίζουν τα αυτιά σου και πολύχρωμα φώτα ν’ αναβοσβήνουν τριγύρω σου, να σε παρακινούν να κουνήσεις το κορμί σου, να κάνεις χίλιες σβούρες, μήπως και φύγει η ένταση. Το μυαλό σου επικεντρωμένο στην αγκαλιά, στο φιλί, στην κάθε σας προσωπική στιγμή. Με κλειστά τα μάτια, μένεις στην απόλαυση του ποτού, της παρέας, της μουσικής. Το μυαλό σου, όμως, ταξιδεύει στα «μονοπάτια» που μπορεί να εξερευνά εκείνη την ώρα, όσο εσύ τα πίνεις.
Να το ονομάσουμε καψούρα; Να το ονομάσουμε «θα σε περιμένω για πάντα και θ’ αντισταθώ σε κάθε νέα γνωριμία» ή «θα είμαι εδώ, είσαι δεν είσαι μαζί μου» ή «μόνο να επιστρέφεις κι εγώ θα περιμένω»; Τι σου ταιριάζει καλύτερα; Ή μάλλον, ποιο από αυτά σου προσθέτει λίγο παραπάνω αίγλη στη συνθήκη αυτή του μονόπλευρου ερωτά σου;
Συνέπεια αυτής την καψούρας, εκείνης που είσαι σε μια μόνιμη διαθεσιμότητας, αρκεί να επιστρέφει, είναι μια σκοτεινή σφαίρα που είσαι κλεισμέν@ με μοναδικό συμπαίκτη τον ίδιο τον εαυτό σου. Μόνο εφόσον ξαναγυρίσει, ξενερώσει με το νέο πρόσωπο ή σε θυμηθεί, αυτή η πορτούλα της σφαίρας ανοίγει για να ξανανιώσεις, να χαρίσεις μια φρέσκια επιβεβαίωση. Και στο τέλος; Αν μείνει, είναι όλα καλά. Μέχρι να ξαναφύγει.
Είσαι συνένοχος σε όλα όσα ζείτε. Ζεις ακόμα και τις σχέσεις που κάνει παράλληλα με σένα, στις οποίες δεν είσαι συμπρωταγωνιστ@, αλλά τις παρατηρείς από μακριά με κιάλια. Κι αν αυτή η κατάσταση βαθιά μέσα σου σε πληγώνει, σου προσφέρει ένα αίσθημα «είμαι ακόμα εδώ» που παραδόξως σε κάνει να αισθάνεσαι καλά. Σαν μια μυστική συμφωνία με τον διάολο πως πάντα θα γυρνάτε ο ένας στον άλλον. Μόνο που εσύ, δε φεύγεις ποτέ.
Ακόμα κι ένα τηλέφωνο ή μια αποστολή ενός δώρου ή ένα μήνυμα σε γιορτή ή γενέθλια, δίνει ένα two points, αλλά δε συμπληρώνει το παζλ. Ακόμα κι ένα μήνυμα του στυλ «καθώς ψαχούλευα τις φωτογραφίες του κινητού, έπεσα σε μια φωτογραφία από τότε, πόσο όμορφα ήταν» ή «κοιτούσα το αρχείο των στόρι κι εμφάνισε κατάσταση από πριν μερικούς μήνες, που ήμασταν σε πάρτι και βγάλαμε εκείνη τη χάλια κουνημένη φωτογραφία», αρκεί για ν’ ανταποκριθείς κι ας ξέρεις ότι είναι λίγο. Κι έπειτα, επειδή η απάντηση μπορεί να μη σε καλύψει, για να βάλεις στη μέση μια στάλα του εγωισμού σου, πετάς τη φράση «τι θυμήθηκες τώρα!». Μα κι εσύ δεν το ξέχασες ποτέ.
Πόσες παρόμοιες καταστάσεις μπορείς να σκεφτείς; Πόσες φορές που έφυγε κι ήταν αλλού κι εσύ έμεινες από επιλογή να περιμένεις; Πόσο ακόμη θα μένεις στον έρωτα που απλώς έχει επιλέξει να μη σου επιστρέφεται; Είναι τόσο απλό ν’ αφήνεσαι στη ζωή και την τυχαιότητα, τόσο απίστευτα μη πολύπλοκο να κάνει ο χρόνος τη δουλειά του. Μια κίνηση δεξιά ή αριστερά, μπορεί να μας δώσει άλλα ερεθίσματα, μπορεί να κρύβει εκπλήξεις, απλώς εμείς φοβόμαστε να ρισκάρουμε για το «μην τυχόν και ξαναγυρίσει». Φοβόμαστε μη γνωρίσουμε το διαφορετικό και μας σπάσει τα όρια, μας δημιουργήσει νέα που δεν ξέραμε ότι μπορούσαμε να πλαστουργήσουμε ή και μας προσθέσει νέους κρίκους δεσμών.
Μήπως πρώτα εμείς να κάνουμε το μυαλό μας κομμάτια του παζλ και να το ανάσυνθέσουμε; Χωρίς κόλλα, όμως. Η καινούργια κόλλα θα είναι αυτή των νέων εμπειριών μας. Κι ό,τι είναι να φύγει, ή όποιος, να πάει στο καλό. Δε θα πάψουμε να ζούμε για να περιμένουμε. Δε μας βγαίνουν οι αριθμοί.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου