Ανά καιρούς έχουμε διαβάσει, γράψει και συζητήσει την αξία ενός καλού εκπαιδευτικού κι έχουμε προβεί σε σχόλια για το ποιο είναι το προφίλ του. Παράλληλα, ανακαλέσαμε στη μνήμη μας εκείνους τους εκπαιδευτικούς που μας σημάδεψαν, άλλοτε με θετικό κι άλλοτε με αρνητικό τρόπο. Σ’ αυτό το άρθρο, ωστόσο, δε θα ασχοληθούμε με το τι κάνει έναν καθηγητή αξέχαστο, αλλά με το τι μπορεί να μείνει αξέχαστο στον ίδιο/ στην ίδια στην πορεία της καριέρας του. Κι όταν μιλάμε για «αξέχαστες εμπειρίες» αναφερόμαστε σε μια πραγματικότητα που πολλοί συνάδελφοι αντιμετωπίζουν και που αποτελεί σοβαρό λόγο για ν’ αναρωτηθούμε κατά πόσο έχουμε καταφέρει να εκπαιδεύσουμε σωστά τα παιδιά μας.
Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκε η παραίτηση μιας φιλικά προσκείμενης σε μένα εκπαιδευτικού, αξιόλογης συναδέλφου, εξαιρετικής στη δουλειά της, που μετά λύπης ακολουθήθηκε από την είδηση δεύτερου εκπαιδευτικού που υπέβαλε την παραίτησή του με επιστολή του, στην οποία αναλύει τον εκφοβισμό που δέχτηκε σε σχολείο ΕΠΑΛ στο οποίο προσπαθούσε να διδάξει. Ορισμένα αποσπάσματα της επιστολής, όπως αυτή αναρτήθηκε στο in.gr αναφέρουν:
«Τη Δευτέρα 10/10/22 πήγα στο ΕΠΑΛ για το 1ο μου μάθημα. Από τη πρώτη στιγμή δε χρειάζεται ιδιαίτερη παρατηρητικότητα ή εμπειρία για να καταλάβει κάποιος πως η κυριαρχία των μαθητών είναι απόλυτη και αρνητική. Είναι φανερό από τη περικυκλωμένη με επιδεικτικά καπνίζοντες μαθητές αίθουσα καθηγητών. Το κάπνισμα είναι ελεύθερο σε όλο το προαύλιο χώρο ενώ κάποιοι καπνίζουν και μέσα στις τάξεις.»
…
«Μαθητές περιφέρονται παντού όλες τις ώρες και μπαινοβγαίνουν στο σχολείο μιας και η πόρτα δε κλείνει ποτέ. Την ώρα του μαθήματος μπορεί να ακουστούν έντονες συντονισμένες κραυγές και να γίνει κάποιο φιλικό «ντου» από μερίδα μαθητών σε κάποιο άλλο τμήμα. Ο τρόπος επικοινωνίας τόσο μεταξύ των μαθητών αλλά και όσο και απέναντι στους καθηγητές μπορεί στη καλύτερη περίπτωση να αξιολογηθεί ως «αγενής». Τα κινητά είναι σε διαρκή λειτουργία μέσα – έξω από τις τάξεις, τραβώντας βίντεο και τροφοδοτώντας το τικ – τοκ με «κατορθώματα» από την εξουσία που έχουν επιβάλει οι πλέον παραβατικοί, στο σχολικό χώρο, παράδειγμα για άλλους μαθητές άλλων σχολείων.»
…
«Η κατάσταση κορυφώθηκε στο διάλειμμα όταν ενώ καθόμουν στο γραφείο των καθηγητών ήρθε απειλητικός εξωσχολικός «νταής» και προσπάθησε να με εκφοβίσει. Φώναζε «ποιος είναι αυτός ο μάγκας που βγάζει έξω επειδή έχουν κινητά» ή κάτι παρόμοιο. Του είπα «εγώ είμαι». Μου λέει «βγες έξω» και βγήκα. Μου λέει «εσύ έβγαλες έξω τη κοπέλα μου;» και ήρθε και κόλλησε στη κυριολεξία τη μύτη του στη μύτη μου. Ενώ πρόσωπο με πρόσωπο, κοιτιόμασταν στα μάτια, τα παιδιά είχαν βγάλει τα κινητά έτοιμα να βιντεοσκοπήσουν ή να ορμήσουν αν κάτι συνέβαινε και ενώ περίμενα τα χειρότερα, τη κρίσιμη στιγμή, παρενέβη γενναία ο Λυκειάρχης και τον απομάκρυνε με σπρωξιές.»
…
«Με απειλούσαν για το αμάξι μου και μου ‘λέγαν πως με περιμένει ο εξωσχολικός να με δείρει. Ταυτόχρονα κοπανούσαν θρανία, καρέκλες και κυρίως στρίγγλιζαν όλοι μαζί, πράματα που κάνουν σχεδόν κάθε μέρα. Έφυγα από το τμήμα. Ήταν προφανές πως ‘θέλαν να με κάνουν να χάσω τη ψυχραιμία μου να κάνω κάποια λάθος κίνηση για να μου ορμήσουν, να με βιντεοσκοπήσουν και φυσικά βάση νομοθεσίας θα την πλήρωνα μόνο εγώ.»
Είναι κοινό μυστικό πως σε πολλά σχολεία της χώρας μας οι μαθητές χλευάζουν τους καθηγητές τους, τους αγνοούν και κάνουν τα πάντα για να τους δείξουν ότι δεν τους σέβονται καθόλου, σαν να προσπαθούν στο πρόσωπο του δασκάλου τους να ξεσπάσουν όλα τους τα νεύρα για τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας, αφού για εκείνους εκπροσωπούν την εξουσία. Πολύ συχνά τους μειώνουν, τους χλευάζουν, τους αγνοούν αλλά και τους εμπαίζουν, ενώ συχνά φτάνει η συμπεριφορά τους στα πλαίσια εκφοβισμού με την απαίτησή τους για έναν καλό βαθμό. Όλ’ αυτά δοκιμάζουν τις αντοχές των εκπαιδευτικών -ειδικά αν πρόκειται για την παρθενική τους εμφάνιση στην εκπαιδευτική διαδικασία- που μπορούν να φτάσουν ως και σε υπαρξιακά ερωτήματα για το γιατί συνεχίζουν να ασκούν το επάγγελμά τους, ενώ παράλληλα εξαντλούνται από το να ψάχνουν άλλους τρόπους προσέγγισης των παιδιών, χωρίς καμία επιτυχία.
Ο εκπαιδευτικός που σέβεται τον εαυτό του, το επάγγελμα, τους γονείς, τους μαθητές, την κοινωνία και την πολιτεία έρχεται δυστυχώς αντιμέτωπος με την ωμή πραγματικότητα που θέλει τα παιδιά να μεταφέρουν την ανυπαρξία ορίων στο σπίτι τους στον χώρο του σχολείου. Και το δυστύχημα είναι ότι αυτός ο δάσκαλος που μπαίνει στην τάξη με όρεξη περίσσεια και χρήσιμες γνώσεις για να μοιραστεί, καταλήγει στο τέλος κάθε μέρας να γυρνά σπίτι του κλαμένος κι αποκαρδιωμένος. Κι εκείνη η δασκάλα που φοβάται να πάει στο σχολείο και προσέχει το ντύσιμό της, αλλά και το πώς θα βγει ή θα μπει στην τάξη χωρίς ν’ ακούσει προσβλητικά σχόλια μπαίνει στο σπίτι της, κλείνει την πόρτα του σχολείου και κλαίει για την αβεβαιότητα του μέλλοντος, τους γονείς που απέτυχαν και τα όνειρά της, που καμιά σχέση δεν έχουν μ’ εκείνα που τη συνόδευαν στο Πανεπιστήμιο.
Το ερώτημα όμως εδώ δεν είναι μόνο γιατί συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν κι οι εκπαιδευτικοί παραιτούνται από τα καθήκοντά τους, αλλά πώς θα ανατρέψουμε την κατάσταση για το καλό όλων. Κι αυτό δεν είναι πρόβλημα μεμονωμένα κάθε εκπαιδευτικού ή κάθε σχολείου, αλλά είναι σοβαρό πρόβλημα του Υπουργείου Παιδείας, συγκεκριμένα της πολιτείας και του κοινωνικού συνόλου κατ’ επέκταση.
Και ναι, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις οι καθηγητές και το σχολείο στο σύνολό του να μην καταφέρνουν να δώσουν στους μαθητές τα μαθήματα ζωής που θα τους φανούν χρήσιμα στη μετέπειτα ζωή τους κι αυτό γιατί κι οι ίδιοι αντιμετωπίζουν τον θεσμό της εκπαίδευσης απαξιωτικά. Κι όσο ο χρόνος περνά, η εκπαίδευση κι οι άξιοι εκπρόσωποί της εξαντλούνται, απογοητεύονται, φοβούνται. Τα παιδιά που θέλουν να μάθουν, επίσης. Και σ’ ένα περιβάλλον που θα έπρεπε να ξεχειλίζει όρεξη και σεβασμό, εκτός από γνώση και περιέργεια, ποιος τελικά θ’ αλλάξει την κατάσταση;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου