Από τη στιγμή που γεννιόμαστε και ερχόμαστε σε αυτό τον κόσμο μεγαλώνουμε με συγκεκριμένες αξίες, συγκεκριμένα «πιστεύω» και συγκεκριμένες αλήθειες τις οποίες πρωτογενώς λαμβάνουμε από την οικογένειά μας. Αργότερα, συναναστρεφόμαστε μ’ άλλους ανθρώπους και αντιγράφουμε και δικές τους συμπεριφορές σε μια προσπάθεια να βρούμε ποιες είναι τελικά οι κρυφές πτυχές του δικού μας χαρακτήρα μας. Σε μια προσπάθεια να ξεδιπλώσουμε ή να υιοθετήσουμε νέα χαρακτηριστικά, να σταθούμε στα πόδια μας μόνοι μας και όταν πλέον ενηλικιωθούμε να αποτινάξουμε τον έλεγχο της οικογένειάς μας ούτως -ώστε να μπορούμε να παίρνουμε μόνοι μας τις δικές μας αποφάσεις-, πολλές φορές ερχόμαστε σε κόντρα μ’ αυτή.

Ωστόσο ακόμα και όταν πλέον έχουμε ενηλικιωθεί αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Η οικογένειά μας πάντα θα θεωρεί πως εκείνη ξέρει καλύτερα το καλό μας και θα προσπαθεί με χειριστικές μεθόδους -άθελά της ή μη- να μας κατευθύνει προς τον «δικό της» δρόμο αδιαφορώντας για τα συναισθήματά μας. Και κάπου εκεί αρχίζουν οι εντάσεις και οι συγκρούσεις, κι αυτό είναι αναπόφευκτο άλλωστε.

Βέβαια όσο συμβαίνουν τέτοιες καταστάσεις, τόσο θ’ ακούμε εκφράσεις που θ’ ακυρώνουν εμάς και τις επιλογές μας: «Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι σωστός για εσένα, δεν έχετε τα ίδια ενδιαφέροντα», «Γιατί έβαψες κόκκινα τα μαλλιά σου παιδί μου, δε σου πηγαίνουν», «Γιατί άφησες τη σίγουρη δουλειά και πήγες να ακολουθήσεις κάτι κατώτερο με μικρότερο μισθό;» ή «Γιατί να επιλέξεις να σπουδάσεις διοίκηση επιχειρήσεων που υπάρχει κορεσμός αντί να γίνεις δικηγόρος ή γιατρός, από τη στιγμή που έχεις όλα τα εφόδια;».

 

 

Και κάπου εκεί είναι που φορτώνουμε άσχημα και προσπαθούμε να αποδείξουμε στον εαυτό μας πως έχουμε δίκιο. Προσπαθούμε ν’ αποδείξουμε τα πιστεύω μας σε εκείνους -μήπως κι αλλάξουν γνώμη-, γιατί νιώθουμε ελλιπής που τους αποκαρδιώνουμε και δεν κάνουμε αυτό που μας λένε. Αφήνουμε την αυτοπεποίθησή μας να πέσει στα τάρταρα γιατί σκεφτόμαστε πως αν η οικογένειά μας ακυρώνει κάθε απόφασή μας και δε δείχνει εμπιστοσύνη στις ικανότητές μας και στις αποφάσεις μας, πώς θα πείθαμε ποτέ έναν ξένο; Ξεκινάμε μια διαρκή κι εξαντλητική προσπάθεια να τους αποδείξουμε πως η επιλογή μας είναι σωστή, πάρθηκε έπειτα από ώριμη σκέψη και στην τελική ακόμα αν είναι λάθος, είναι δική μας. Φτάνουμε σε μια διαρκή υπεράσπιση του εαυτού μας και ξαφνικά η δικηγορία ωχριά μπροστά μας.

Κάποια στιγμή βέβαια, όταν όλα αυτά συμβαίνουν σε σένα, συνειδητοποιείς πως ανάμεσα στους ανθρώπους που αποτελούν την οικογένειά σου και τον εαυτό σου, υπάρχει χάσμα γενεών. Αλλιώς μεγάλωσες εσύ και αλλιώς εκείνοι. Άλλες εποχές οι τότε, άλλες οι σημερινές. Επιπλέον εφόσον σέβεσαι εκείνους και όλα αυτά που σου έχουν διδάξει -γιατί ναι κάποια πράγματα που σου έχουν διδάξει είναι τα σωστά-, θα τα χρησιμοποιήσεις για να τους εξηγήσεις ότι αυτοί σου έμαθαν όλα όσα ξέρεις κι άρα δε γίνεται να είσαι τόσο λάθος όσο νομίζουν.

Και γυρνώντας πίσω, στα παραδείγματα που προανέφερα παραπάνω, ναι οφείλεις να τους πεις πως με αυτόν τον άνθρωπο μπορεί να μην έχεις κοινά ενδιαφέροντα αλλά είναι κάποιος που σε προσέχει, σ’ αγαπά και σε φροντίζει δίχως να κοιτά το συμφέρον του. Να τους αποδείξεις πως έβαψες κόκκινα τα μαλλιά σου γιατί ναι μεν θέλεις να πας με την τάση της εποχής αλλά στην τελική θέλεις να δεις τι σου πηγαίνει και τι όχι. Να τους πεις πως άλλαξες δουλειά και προτίμησες μια με κατώτερα λεφτά γιατί δεν μπορούσες πλέον να χαλάς την ψυχολογία σου και την ηρεμία σου στην «καθώς πρέπει» δουλειά σου. Να τους πεις ότι θέλεις να σπουδάσεις διοίκηση επιχειρήσεων, όχι επειδή είναι όντως κορεσμένο σαν επάγγελμα αλλά γιατί θα σου ανοίξει πολλές πόρτες και σου αρέσει πραγματικά. Επιπλέον να δείξεις στον οποιονδήποτε πως δεν αποδέχεσαι την παρεμβατική του συμπεριφορά, κυρίως όταν δε σου δίνει την προσοχή του όσο του εξηγείς.

Στην τελική η ζωή είναι δική σου. Όσο σκληρό κι αν ακούγεται δεν ανήκει ούτε στους γονείς σου -παρόλο που εκείνοι σου έδωσαν πνοή-, ούτε στα αδέλφια σου, ούτε σε συγγενείς και φίλους. Το τι ρόλο θα παίξει ο καθένας μας σ’ αυτή τη ζωή, πόσα λάθη θα κάνει και τι επιλογές θα πάρει είναι δικαίωμά του, είναι δική του συνειδητή απόφαση.

Δεν είμαστε έρμαια των ανθρώπων του περιβάλλοντός μας αλλά ξεχωριστές προσωπικότητες με τα δικά τους θέλω και ανάγκες. Είμαστε υπεύθυνοι για τη ζωή μας και τις αποφάσεις μας. Ακόμα και αν κάνουμε λάθη, εμείς είμαστε υπόλογοι στον εαυτό μας, σε κανέναν άλλο. Και αν θέλουμε να ξαναγράψουμε τον δρόμο μας, τα σαρώνουμε όλα και τον ξαναχαράζουμε από την αρχή, με πυξίδα μας ό,τι πιστεύουμε περισσότερο σε αυτή τη ζωή. Γιατί δεν υπάρχει άλλη ζωή, αυτή είναι, οπότε δε χρειάζεται ούτε να απολογούμαστε, ούτε να γινόμαστε θύματα, ούτε να αφήνουμε άλλους ανθρώπους να μας ελέγχουν αν πιστεύουμε ακράδαντα πως η απόφασή μας είναι η σωστή.

Συντάκτης: Βασιλική Ασλόγλου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου