Όλα ξεκίνησαν με την πρώτη μου σοβαρή σχέση, όπου συγκατοικούσαμε περίπου 1 χρόνο, σπίτι του. Η ζωή μας κυλούσε υπέροχα κι ήρεμα, το κρεβάτι πολύ δυνατό. Μέχρι που μια μέρα έγινε πιο άγριος από ό,τι συνήθως. Παραξενεύτηκα πολύ μ’ αυτή του την αλλαγή, αλλά μου ξύπνησε ένα συναίσθημα που δεν ήξερα ότι υπήρχε μέσα μου. Δοκιμάσαμε ξανά και ξανά και κάθε φορά έβρισκα όλο και μεγαλύτερη ουσία στο παιχνίδι αυτό, βλέποντάς τον να έχει το πάνω χέρι κι εγώ να ακολουθώ, σχεδόν υπηρετικά. Και τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι μου αρέσει να είμαι υποτακτική στο κρεβάτι.
Ξεκίνησα να το ψάχνω πιο εντατικά, μιας και μου κίνησε πάρα πολύ το ενδιαφέρον αυτός ο καινούργιος κόσμος, αφού ήταν μια πτυχή του χαρακτήρα μου που δεν ήξερα ότι διαθέτω. Υποτακτική εγώ; Θεωρούσα πάντοτε ότι σημαίνει να γίνεσαι υποχείριο κάποιου άλλου, ν’ αφήνεσαι αποκλειστικά στα χέρια του να σε κάνει ό,τι θέλει αυτός, να σε υποτιμάει κι εσύ να το δέχεσαι, χάνοντας τον αυτοσεβασμό σου. Ωστόσο, στο κρεβάτι, είναι κάτι διαφορετικό, όταν γίνεται σωστά. Ουσιαστικά, υποτακτικός είναι αυτός που υπακούει στις εντολές του κυρίαρχου, είναι το πειθήνιο όργανό του και του αρέσει αυτό, ωστόσο γίνεται υπό μια βάση εμπιστοσύνης προς τον σύντροφό σου κι έχει όρια, αρχή και τέλος. Δεν ξεφεύγει από την κρεβατοκάμαρα.
Προσωπικά, πια, μπορώ να πω πως μου αρέσει πάρα πολύ όταν ο σύντροφός μου μού υποδεικνύει, είτε με λόγια, είτε με κινήσεις, τι πρέπει να κάνω και πώς πρέπει να ισορροπήσω. Με ελευθερώνει, αντί να με δεσμεύει. Στην αρχή, βέβαια, πίστευα ότι έχω κάποιο πρόβλημα, ότι το μυαλό μου μού παίζει παιχνίδια και κάτι πάει -πολύ- λάθος. Έλεγα πως δε γίνεται να μου αρέσει να με διατάζει κάποιος κι εγώ να υπακούω πιστά χωρίς ενδοιασμούς κι αρνήσεις. Πως είναι πλήγμα στον φεμινισμό μου. Ήταν τόσο αντιφατικό με όλη την ιδέα του χαρακτήρα μου- εγώ, ένας δυναμικός άνθρωπος που δεν υπάκουσα κανέναν άντρα ποτέ, που όταν απαιτούσαν πράγματα είχα κιόλας φύγει!
Άργησα αρκετά ν’ αγαπήσω αυτή τη διπλή μου φύση, χωρίς να μου φαίνομαι περίεργη και να μην ντρέπομαι γι’ αυτό που γουστάρω. Στην αρχή δεν είπα τίποτα, το κράτησα μέσα μου και δεν εξέφρασα τις φαντασιώσεις μου. Ήλπιζα μόνο να ξανασυμβεί χωρίς να χρειαστεί να το ζητήσω. Κι ευτυχώς ήμουν με τον σωστό άνθρωπο, που δέχτηκε με σεβασμό και χωρίς να χρειαστεί να εξηγήσω, αυτό που ήθελα να βιώσω. Σαν να το κατάλαβε, σαν να ήθελε να νιώσει το ίδιο από την άλλη πλευρά. Μου έδειξε μονοπάτια στον έρωτα που δεν είχαν ακουμπήσει καν τη φαντασία μου, ανακάλυψα νέους δρόμους απόλαυσης. βγαλμένους από άλλο κόσμο. Κατάλαβα πιο σφαιρικά τον εαυτό μου, τι μου αρέσει τι όχι, μιλούσα για τα θέλω μου ανοιχτά, κι εκείνος ήξερε πώς να με καθοδηγήσει, πώς να είναι κυρίαρχος ενώ ταυτόχρονα με σεβόταν.
Μετά από την αυτήν την αφύπνιση, ξεκίνησα να το συζητώ πιο ανοιχτά με τον περίγυρό μου. Ήθελα να δω τι σκέφτεται κι ο κόσμος γύρω μου, πόσο διαφορετικοί μπορεί να είμαστε και τι σημαίνει αυτό για μένα. Εν τέλει, όχι όσο περίμενα. Συνάντησα πολλές κοπέλες που συμφώνησαν μαζί μου, οι οποίες το βρήκαν εξίσου δύσκολο ν’ ανοιχτούν, μέχρι που βρήκαν τον κατάλληλο σύντροφο. Που μπορεί να διαφωνούσε με την όλη ιδέα, αλλά άκουσε, δεν έκρινε και προσπάθησε ν’ ακολουθήσει, ακόμα κι αν δεν τα κατάφερε.
Δεν θέλει ταμπού κι ιστορίες γι’ αγρίους το κρεβάτι, τελικά, είναι μια πράξη που είτε συμβαίνει από αγάπη, είτε από απλή επιθυμία, όμως χωρίς επικοινωνία δε χτίζεται τίποτα σωστά. Όσο περίεργα κι αν φαντάζουν τα θέλω μας, αξίζει να γίνονται κατανοητά και να επικοινωνούνται, να υπάρχει μια αλληλοϋποστήριξη, αλλιώς δεν υφίσταται και η σχέση. Πώς γίνεται ν’ ανταλλάσσουμε σωματικά υγρά, να βλέπει ο ένας τον άλλον γυμνό αλλά να φοβόμαστε να πούμε πώς θέλουμε να συμβαίνει; Δε βγάζει και πολύ νόημα, σωστά;