Είναι γεγονός πως ανέκαθεν, ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ζητήματα συναισθηματικής φύσεως που μας απασχολούν αποτελεί η απόρριψη. Συχνά, βασανιζόμαστε ψάχνοντας αγωνιωδώς να βρούμε έναν λόγο που απορριφθήκαμε σε μια σχέση με τις περισσότερες φορές να μη λαμβάνουμε κάποια απάντηση η οποία να ικανοποιεί τόσο εμάς, όσο και τον εγωισμό μας. Από την άλλη βέβαια, αν ρωτήσεις και την άλλη πλευρά, εκείνου δηλαδή που την ασκεί, τις περισσότερες φορές δύσκολα θα διατυπώσει μια σαφή απάντηση για τους λόγους απόρριψης, διαιωνίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο το μυστήριο γύρω από την ουσία της.
Με βάση τα παραπάνω, κάνοντας μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο ή και γενικώς ρίχνοντας μια ματιά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα παρατηρήσεις πως ως προς τη σημασία της απόρριψης, ο προβολέας τείνει να φωτίζει περισσότερο την πονετική διάστασή της, αφήνοντας στο σκοτάδι την άλλη πλευρά του νομίσματος. Και σ’ αυτό το σημείο, αρχίζεις κι αναρωτιέσαι αν υπάρχει άραγε απόλαυση στην έννοια της απόρριψης κι αν πρόκειται για ένα ακόμα φετίχ μας.
Εκ πρώτης όψεως, είναι φυσικό κι επόμενο η έννοια της απόρριψης με την απόλαυση να είναι αλληλένδετες στο επίπεδο όπου ο “θύτης” αισθάνεται μικρές δόσεις (ψευδούς) αυτοπεποίθησης τις οποίες εκφράζει μέσα από την απόρριψη του άλλου. Αισθάνεται πως είναι στο χέρι του αν θ’ αποδεχτεί ή αν θα απορρίψει το άλλο άτομο κι επομένως αυτή η επιλογή είναι που του δίνει δύναμη κι εξουσία. Συχνά αυτή η συμπεριφορά παρατηρείται σε ανθρώπους όπου έχουν ήδη βιώσει την απόρριψη στη ζωή τους, ενδεχομένως κι από την παιδική τους ηλικία, και με την πρώτη ευκαιρία όπου τους δίνεται η επιλογή να πληγώσουν τον άλλο όπως πληγώθηκαν, θα το κάνουν ασυναίσθητα, δίχως δεύτερη σκέψη. Φυσικά κι ο παραπάνω τρόπος σκέψης δεν αποτελεί κανόνα όμως παρατηρείται αρκετές φορές η εναλλαγή από το θύμα σε θύτη και το αντίστροφο. Συχνά, όταν έχουμε πονέσει πολύ, η απόλαυση του πόνου που ενδεχομένως να προκαλούμε στον άλλο είναι τόσο σημαντική που αποτελεί ένα είδος διαστροφικής κάθαρσης κι έτσι καταλήγουμε πληγώνοντας, να φτάνουμε σε επίπεδα συναισθηματικής απόλαυσης.
Βέβαια, υπάρχει κι η περίπτωση όπου παρατηρείται πως αρκετοί άνθρωποι ούτε έχουν βιώσει στο ερωτικό επίπεδο την απόρριψη, ούτε έχουν αναγνωρισμένες τραυματικές εμπειρίες κι όμως, λαμβάνουν ένα είδος παράδοξης χαράς απορρίπτοντας ένα ταίρι ή έναν άνθρωπο που μόλις γνώρισαν. Ίσως αν παρατηρήσουμε καλύτερα , μπορεί να αντιληφθούμε πως κάπου εκεί στο πίσω μέρος του μυαλού τους να κρύβεται ένας υποσυνείδητος φόβος εμπιστοσύνης για τους άλλους ανθρώπους με αποτέλεσμα να προλαβαίνουν οι ίδιοι να απορρίψουν πριν καλά καλά προλάβει ο άλλος να τους απορρίψει κι έτσι έπεται ένα συναίσθημα ευφορίας διότι «προστάτευσαν τον εαυτό τους».
Και μέχρι αυτό το σημείο, ο εγκέφαλός μας μπορεί να καταλάβει τη σχέση μεταξύ της απόλαυσης που βιώνουμε όταν απορρίπτουμε ένα πρόσωπο. Τι γίνεται όμως στις περιπτώσεις όπου η απόλαυση είναι αλληλένδετη με ανθρώπους που μας απορρίπτουν; Σαν να έχουμε ένα μαγνήτη κι ένα αόρατο κουβάρι μας περιπλέκει σε καταστάσεις που ενώ εξ αρχής φαίνεται ξεκάθαρα πως θα μας προκαλέσουν πόνο, εμείς επιλέγουμε να μπλεχτούμε κι όπου βγει. Εδώ η απόλαυση είναι πιο σκοτεινή και λανθάνουσα και προκύπτει από το ότι επιβεβαιώνουμε την αυτοεκπληρούμενη προφητεία μας, ή πονάμε γιατί κατά βάθος αυτό πιστεύουμε πως μας κάνει να αισθανόμαστε ζωντανοί.
Όμως, αξίζει ν’ αναφερθεί πως πάντα υπάρχει επιλογή στα συναισθηματικά. Ακόμα κι αν πιστεύουμε πως δεν επιλέγουμε ποιους θα ερωτευθούμε, ακόμα κι αν δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί μια κατάσταση, το μόνο σίγουρο είναι πως τα κόκκινα φώτα του κινδύνου δεν αργούν ν’ ανάψουν. Η πινακίδα μάς λέει να σταματήσουμε κι εμείς αντί γι’ αυτό μπαίνουμε αποφασισμένοι με τέρμα τα γκάζια πείθοντας, τόσο τον εαυτό μας, όσο και τους άλλους, πως ποτέ δεν ξέρεις πώς θα εξελιχθεί. Κι όμως, κάπου βαθιά μέσα μας όλοι γνωρίζουμε, απλώς επιλέγουμε να μη δούμε. Αντ’ αυτού επιλέγουμε για μια ακόμη φορά τον πόνο της απόρριψης ο οποίος σαν να μας είναι γνώριμος από παλιά. Σαν να έχει καταγραφεί μέσα μας αυτή η εμπειρία της απόρριψης και μας είναι τόσο γνώριμη, που αν ο άλλος δε μας απορρίψει αισθανόμαστε περίεργα, άβολα, χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε τι είναι αυτό που μας συμβαίνει.
Συχνά οι έννοιες της απόλαυσης και του πόνου είναι τόσο συγκεχυμένες μέσα μας που δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τι ακριβώς είναι αυτό που αισθανόμαστε όταν μας απορρίπτει κάποιος. Ίσως εμπειρίες που ξεκινούν από την παιδική μας ηλικία να συμβάλλουν σημαντικά σ’ αυτή τη συνθήκη καθώς, αν έχουμε βιώσει -είτε το γνωρίζουμε είτε όχι- από μικρή ηλικία την απόρριψη από το οικογενειακό μας περιβάλλον, την αποζητούμε υποσυνείδητα στην ενήλικη ζωή. Ο εγκέφαλος έχει ήδη καταγράψει πως εμείς έχουμε μάθει να συνδεόμαστε κατ’ αυτόν τον τρόπο κι αισθανόμαστε ως γνώριμη κατάσταση την απόρριψη, άρα η διαδικασία αυτή είναι ο τρόπος που καταλαβαίνουμε αν έχουμε ή δίνουμε σημασία.
Καλό θα ήταν λοιπόν πριν φτάσουμε στο σημείο να χαρακτηρίσουμε ως φετίχ μια (ενδεχομένως ένοχη) απόλαυσή μας, να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε και να αισθανθούμε αν αποτελεί πραγματική επιλογή μας ή αν απλώς έχουμε μπει σε μια κινούμενη ρόδα, όπου κυνηγάμε το τίποτα και καταλήγουμε χωρίς αυτό που στην ουσία θελήσαμε να έχουμε. Την αποδοχή.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου