Άραγε, μπορούμε να συγχωρούμε τους ανθρώπους για τα πάντα; Η συγχώρεση είναι μια λέξη με τόσο γεμάτο νόημα, κι όταν ισχύει, τη νιώθουμε με κάθε μας αίσθηση. Για να φτάσουμε στο σημείο να συγχωρήσουμε έναν άνθρωπο για κάτι, σημαίνει πως επιλέγουμε συνειδητά να συνεχίσουμε τη σχέση μας πέρα από το σφάλμα, το πρόβλημα ή τη αδικία που συνέβη. Διαφορετικά είναι αδύνατον να διατηρήσουμε την επαφή μας στο ακέραιο με κάποιον, όπως ακριβώς ήταν πριν, ή και καλύτερη. Πόσο εύκολο όμως είναι τελικά να φτάσει κάποιος στο σημείο να συγχωρέσει ένα ατόπημα κάποιου, το οποίο τον τσάκισε, τον πλήγωσε ή και τον απογοήτευσε; Εδώ είναι που κολλάει φράση «συγχωρώ μεν, αλλά δεν ξεχνώ».
Ας συμφωνήσουμε ότι κάποιες καταστάσεις είναι πολύ πιο δύσκολο να ξεπεραστούν από κάποιες άλλες. Αυτό δεν έχει να κάνει με το τι είναι κοινωνικά αποδεκτό και τι αντικειμενικά λάθος, αλλά με το πώς μας έκανε να νιώσουμε αυτό που συνέβη, τι αντίκτυπο είχε πάνω μας. Σε μια ερωτική σχέση, για παράδειγμα, πολλές φορές υπάρχει κάποιος ο όποιος έχει συγχωρέσει την απιστία, παραμένοντας στη σχέση και θέλοντας να δώσει δεύτερη ευκαιρία. Κι ας είναι περισσότεροι εκείνοι που στο άκουσμα και μόνο του κεράτου γίνονται κόκκινοι και πιστεύουν ότι είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να παρακαμφθεί, δεν μπορεί να συγχωρεθεί και κατά τα κοινώς λεγόμενα «όταν ραγίσει το γυαλί, δεν ξανακολλάει». Υπάρχει ωστόσο μια μερίδα εκεί έξω στον κόσμο που δεν το θεωρεί κάτι ανεπανόρθωτο, μπορεί να το δικαιολογήσει στο μυαλό του, να κάτσει και να προσπαθήσει, να δουλέψει σκληρά και να το ξεπεράσει για να είναι με το σύντροφό του ξανά, σαν να συνέβη σε κάποιο άλλο πρόσωπο στο πολύ μακρινό παρελθόν.
Αυτό λοιπόν που για ορισμένους θεωρείται λάθος σοβαρό κι ασυγχώρητο, για άλλους μπορεί να αποτελέσει έναν λόγο να προσπαθήσουν για μια σχέση λίγο παραπάνω, ν’ αναλογιστούν την ευθύνη τους, να κάνουν την αυτοκριτική τους, ενδεχομένως και να δράσουν ενοχικά -σε αντίθεση με την πιο απόλυτη κι άκαμπτη συμπεριφορά εκείνων που δε συγχωρούν τόσο εύκολα. Ίσως η συγχώρεση είναι ένας δρόμος για να δημιουργήσουν μέσα από ένα περιβάλλον συζήτησης και κατανόησης ένα πρόσφορο έδαφος προκειμένου να λυθεί το υπάρχον πρόβλημα.
Σίγουρα οι αντοχές μας στην συγχώρεση εξαρτώνται κι από τον ποιον έχουμε απέναντί μας, από το πόσο τον αγαπάμε, από το πόσο τον σεβόμαστε κι από το πόσο θέλουμε να βρίσκεται αυτός ο άνθρωπος στη ζωή μας. Τη δύναμή του πάνω μας, ενδεχομένως. Πολύ ευκολότερα συγχωρούμε κάποιον ο οποίος μας είναι απαραίτητος και δε θα μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε την καθημερινότητά μας χωρίς την παρουσία του κι εκεί εγείρεται και το ερώτημα περί του αν υπάρχει αντικειμενικότητα, χειριστικότητα από την πλευρά εκείνου που σφάλει ή αντίστοιχα διάθεση τιμωρίας από εκείνον που συγχωρεί. Σίγουρα, όμως, όλοι έχουμε μια κόκκινη γραμμή, την οποία οποιοσδήποτε και να την ξεπεράσει, είτε πρόκειται για οικογένεια είτε είναι φίλος είτε είναι ο ερωτικός σύντροφος, δε θα μπορούμε πια να είμαστε το ίδιο.
Κανείς δεν αμφισβητεί πως η συγχώρεση είναι πολύ σημαντική, όχι μόνο γιατί πρέπει να πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι αξίζουν ευκαιρίες, αλλά κι ως διαδικασία, ως πράξη. Γιατί βοηθάει έτσι ώστε να μη μας τρώει μια συνθήκη και να μη μας βασανίζει κάτι το οποίο μας πλήγωσε ακόμα κι αν για λίγο μας τσάκισε. «Συγχωρείς μα δεν ξεχνάς» είπε κάποιος πολύ σοφός και μ’ αυτόν τον τρόπο -ίσως- να μαζεύουμε μαθήματα τα οποία βοηθούν στην αυτοβελτίωσή μας και κυρίως στον αυτοσεβασμό μας. Πρόκειται για διδάγματα τα οποία θα μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους, πιο σταθερούς και πιο έντιμους. Άλλωστε, δεν είναι όλα τα πράγματα ασυγχώρητα κι επειδή ο διπλανός μας δε συγχώρεσε μια κάποια συμπεριφορά, δε σημαίνει ότι πρέπει να ακολουθήσουμε τα βήματά του και το αντίστροφο. Άλλωστε, τι έχουμε να χάσουμε να το προσπαθήσουμε;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου