Πώς θ’ αντιδρούσατε αν ακούγατε τη φράση «η σ@ξουαλικότητα κάθε ατόμου μπορεί να παρομοιαστεί με τα πεντάλς ενός αυτοκινήτου»; Και συγκεκριμένα με το γκάζι και το φρένο. Περίεργο δε φαντάζει; Κι όμως δεν είναι τόσο όσο αρχικά ακούγεται.
Ας τα πάρουμε όμως όλα με τη σειρά. Στα τέλη του 1990 αναπτύχθηκε από τον Dr. John Bancroft και τον Dr. Erick Janssen η θεωρία “Dual control model of s@xual response” ή σε μετάφραση « Μοντέλο διπλού ελέγχου της ερωτικής απόκρισης», η οποία αποτελεί τη βάση για σχετικό ερωτηματολόγιο αλλά κι ερευνητική παρακαταθήκη γνωστά και τα δύο με το όνομα «σ@ξουαλική αναστολή (“SIS”) και διέγερση(“SES”)».
Τι υποστηρίζει λοιπόν το εν λόγω μοντέλο; Ουσιαστικά αποτυπώνει ότι η σχετική απόκριση κάθε ατόμου είναι προϊόν ισορροπίας μεταξύ ανασταλτικών και διεγερτικών διεργασιών. Μάλιστα όλο και περισσότερες μελέτες αποδεικνύουν ότι τα δύο αυτά είδη λειτουργούν σχετικά ανεξάρτητα μεταξύ τους κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ευαισθησία απόκρισής τους να διαφέρει από άτομο σε άτομο ανάλογα την κατάσταση, την ανατομία, την ιστορία και την προσωπικότητά του.
Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Dr. Nagoski, οι επιταχυντές της επιθυμίας μας είναι κι αυτοί που συνθέτουν τα δύο συστήματα “SIS” και “SES” όπως αναφέρθηκαν παραπάνω. Το αποτέλεσμα του “SES”, δηλαδή της διέγερσης ή του γκαζιού, είναι αυτό που μας παρακινεί να επιδιώξουμε την ευχαρίστηση σ’ αυτόν τον τομέα, ενώ του “SIS” -αναστολή ή φρένο- είναι αυτό που στέλνει μηνύματα στον εγκέφαλο ότι δεν είναι κατάλληλη στιγμή για κάτι τέτοιο.
Τι ενεργοποιεί όμως τον κάθε επιταχυντή; Σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτοι σ’ αυτό, αφού κάθε άνθρωπος εκφράζει και διαχειρίζεται τη σ@ξουαλικότητά του με μοναδικό τρόπο. Υπάρχουν όμως κάποιοι παράγοντες οι οποίοι είναι σχετικά κοινώς αποδεκτοί. Το «γκάζι» μας λοιπόν μπορεί να είναι εικόνες, ήχοι, αναμνήσεις, αισθήσεις και συναισθήματα. Το «φρένο» από την άλλη είναι λίγο πιο πολύπλοκο -αλίμονο- αφού χωρίζεται στα εξωτερικά και στα εσωτερικά φρένα. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν παράγοντες όπως έλλειψη ιδιωτικότητας, ασφάλειας, κίνδυνος εγκυμοσύνης ή σ@ξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων, ενώ στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν παράγοντες όπως κακή εικόνα για το σώμα μας ή τη γενικότερη εμφάνισή μας, αναμνήσεις προηγούμενων κακών εμπειριών, πατριαρχικά στερεότυπα και ταμπού, κακή ψυχολογία και διάθεση.
Όλα τα παραπάνω είναι κι ο λόγος που η ευαισθησία απόκρισης αυτών των δύο επιταχυντών κι αντίστοιχα το αποτέλεσμα ισορροπίας τους, διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Μάλιστα καθένας από εμάς έχει ήδη αντιληφθεί ή ανακαλύπτει σιγά-σιγά αυτά τα πράγματα που ενεργοποιούν την επιθυμία μας αλλά κι αυτά που την απενεργοποιούν. Αυτό που δεν έχουμε αντιληφθεί όμως είναι ότι γνωρίζοντας τα παραπάνω μπορούμε να βελτιώσουμε τις σχετικές εμπειρίες μας, χρησιμοποιώντας το «γκάζι» και το «φρένο» προς όφελός μας.
Ουσιαστικά μαθαίνοντας τη διαφορά μεταξύ των δύο συστημάτων είναι πιο εύκολο να κατανοήσουμε σε βάθος τι είναι αυτό που ενεργοποιεί την επιθυμία μας ή την εμποδίζει αντίστοιχα. Γιατί εντάξει στην πρώτη περίπτωση όλα βαίνουν καλώς αλλά στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται μια βαθύτερη κατανόηση. Υπάρχουν στιγμές που η διάθεσή μας είναι πεσμένη ή ανύπαρκτη κι εμείς μένουμε απλώς σ’ αυτό το συμπέρασμα. Έχει σημασία όμως σε μια τέτοια κατάσταση ν’ αντιληφθούμε αν οφείλεται στο ότι το «γκάζι» μας δεν προκαλεί την απαραίτητη διέγερση ή υπάρχει κάποιος παράγοντας που πατάει έντονα κάποιο από τα «φρένα» μας.
Θα μου πείτε τι θ’ αλλάξει αν απαντήσουμε στο παραπάνω; Πολλά, αφού για να επιλυθεί ένα οποιοδήποτε πρόβλημα είναι βασικό να το ορίσουμε πρωτίστως. Αν δε γνωρίζουμε τι είναι αυτό που μας εμποδίζει τη δεδομένη χρονική στιγμή ν’ απολαύσουμε τα οφέλης μιας τέτοιας πράξης τότε πώς θ’ απαλλαχτούμε μακροπρόθεσμα απ’ αυτό; Αν πάλι δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ακριβώς τι είναι αυτό που μας εμποδίζει από το να εκφράσουμε τη σ@ξουαλικότητά μας όπως πραγματικά επιθυμούμε, τότε πώς θα βελτιωθούμε σ’ αυτόν τον τομέα;
Με λίγα λόγια μόνο αν κατανοήσουμε το παραπάνω μοντέλο και πώς ακριβώς λειτουργεί σ’ εμάς θα καταφέρουμε τη μέγιστη δυνατή προσωπική ισορροπία των δύο πεντάλς μας και θα είμαστε σε θέση να βελτιώσουμε την ευαισθησία απόκρισής τους. Ακριβώς όπως συμβαίνει και στην οδήγηση όταν παίρνουμε το αμάξι τις πρώτες φορές. Είτε πατάμε πολύ έντονα το γκάζι, είτε το φρένο με αποτέλεσμα να τραντάζεται το αμάξι. Στην πορεία όμως, όσο μαθαίνουμε κι αποκτάμε εμπειρία οι κινήσεις μας είναι πιο μαλακές όπως και το αποτέλεσμα της οδήγησής μας.
Μόνο λίγη προσοχή μέχρι να το μάθουμε μην κάψουμε κανένα δισκόφρενο και τρέχουμε και δε φτάνουμε.