Η πόρτα του δωματίου ανοίγει βιαστικά, κι εσύ νιώθεις ανακουφισμένος που μπορείς επιτέλους να ξαπλώσεις και να ξεκουραστείς. Το ποτό μετά τη δουλειά ίσως να μην είναι και πάρα πολύ καλή ιδέα, σκέφτεσαι, καθώς το σώμα σου επιτέλους χαλαρώνει. Για άλλη μία μέρα ήσουν στο πόδι, το κεφάλι σου πάει να σπάσει, το δωμάτιο θαρρείς και γυρίζει, το ποτό ήταν μπόμπα ή ήπιες παραπάνω από τα συνηθισμένα, ή ένας συνδυασμός.
Κλείνεις την κουρτίνα και βλέπεις αυτόν τον άνθρωπο που θα έλεγες ότι «δεν πρέπει», να καθρεφτίζεται στην άκρη του παραθύρου, σαν ταινία, αλλά και σαν μια ευχάριστη έκπληξη. Είναι εκεί, με αυτό το τόσο όμορφο χαμόγελο και πονηρό βλέμμα, να σε κοιτάζει έτσι απλά ως πανέμορφη παρουσία, όπως τη βρίσκεις εσύ. Δείχνει σαν να είναι άνθρωπος μαγεμένος, αλλά για την ώρα νιώθεις ότι εσύ είσαι ο μαγεμένος, με τις πεταλούδες στο στομάχι σου να κάνουν πάρτι. Παρατηρείς λεπτομερώς τα χαρακτηριστικά του, σίγουρος πια ότι δεν υπάρχει κάτι που να θεωρείς άσχημο πάνω του. Ακόμα και η παραμικρή λεπτομέρεια, εκείνη η ελιά που δεν του αρέσει ή εκείνο το σπυράκι που μέρες τώρα τον εκνευρίζει, τα λακκάκια και μύτη του, ο τρόπος που γελάει, εσύ τα βρίσκεις όλα υπέροχα. Σε ελκύει μ’ έναν ανεξήγητο τρόπο, νιώθεις έναν ανυπέρβλητο θαυμασμό κι έντονη την ανάγκη να τον πλησιάσεις λίγο παραπάνω.
Μα τα πράγματα δεν είναι όπως θα ήθελες. Σου έχει συμβεί ποτέ να νιώθεις έναν τεράστιο πόθο για έναν άνθρωπο που ίσως να μην πρέπει; Που θα μπορούσε να είναι κάποιος που δε θα ήθελες να μπλέξεις φαινομενικά, το αφεντικό σου ή κάποιος συνάδελφος, κάποιος συγγενής, κάποιος που σχετίζεται με τη σχέση που ήδη έχεις και χίλια δυο σχετικά απαγορευμένα παραδείγματα; Να νιώθεις σαν να έχεις εμμονή με κάτι απαγορευμένο, να σκέφτεσαι συνεχώς πως είναι δίπλα σου και να θες σαν τρελός να του μιλήσεις και να τον αγγίξεις; Παράλληλα, όμως, να υψώνεις ένα τεράστιο τοίχος άμυνας απέναντί του και να αποφεύγεις ακόμα και να τον αντικρίσεις, να σηκώσεις το βλέμμα σου προς τα εκεί, μην τυχόν κι αποκαλυφθούν τα πολύ έντονα συναισθήματά σου. Η αίσθηση και το άγγιγμα να μοιάζουν τόσο οικεία, μα κι ενοχικά. Το βλέμμα του και το δικό σου ίσως για κάποιο λόγο να μην πρέπει να συναντηθούν κι οι δρόμοι σας να είναι καλύτερο να είναι διαφορετικοί.
Η ευχάριστη έκπληξη ίσως να μην είναι τόσο ευχάριστη πια. Τώρα εκείνος μοιάζει σκοτεινός και δεν ξέρεις αν στο τούνελ υπάρχει κάπου φως. Προσπαθείς να διαχειριστείς τα πρέπει και τα όρια που βάζεις. Διαχείριση ίσον λογική, θα μου πεις. Τα τοποθετείς όλα σε μια ζυγαριά, ψάχνοντας μια πιθανή ισορροπία ανάμεσα στο τι θες πραγματικά και τι όχι. ίσως να βάζεις στη ζωή σου και τα πρέπει, τι σου δίνει αυτός ο άνθρωπος που έχεις πάθει τέτοια πιθανώς εμμονή μαζί του και κρίνεις αν αξίζει τον κόπο να κάνεις μια προσπάθεια για να ικανοποιήσεις το πάθος κι όλα τα δυνατά συναισθήματα που νιώθεις.
Πολλές φορές δίνουμε βάση στο τι θα πει ο κόσμος, τι θα πει ο ένας, πώς θα του φανεί το τάδε. Αλλά τη ζωή μας τη ζούμε εμείς κι όχι οι άλλοι κι είναι κρίμα να χάνουμε τον λίγο χρόνο που έχουμε για γνώμες και κριτικές τρίτων. Και τι θα πει «δεν πρέπει» και ποιος το ορίζει, πέρα από εσένα; Κοιτάς το ταβάνι σαν χαμένος κι οι σκέψεις σου μπερδεύονται ανάμεσα στα ποτά. Όταν η λογική σου συγκρούεται με το πάθος που νιώθεις, δεν ξέρεις ποτέ ποιος κερδίζει τελικά. Μια μάχη μεταξύ δυνατών.
Πάρα πολλές σκέψεις για έναν «περίπου» μεθυσμένο. Πολλοί φόβοι, για να καθρεφτιστούν όλοι στο παράθυρο. Τα ξαναλέμε αύριο, σκέφτεσαι και τυλίγεσαι στην καφετί αγαπημένη κουβερτούλα σου, σαν παιδί, καθώς εκείνος εξαφανίζεται από το παράθυρο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου